Ακόμα ένα πρωινό που χτύπησε το ξυπνητήρι του κινητού μου για να ξυπνήσω και να παρω το λεωφορείο για να πάω στην σχολή μου. Πλύθηκα, ντύθηκα και βάφτηκα. Κοιτάω το ρολόι.
"Όχι ρε γαμωτο, πάλι θα το χάσω, πρέπει να βιαστώ." Παίρνω γρήγορα την τσάντα μου και βγαίνω από το δωμάτιο. "Καλημέρα μαμά, φεύγω γρήγορα γιατί θα χάσω το λεωφορείο."
"Καλημέρα νεράιδα μου, δεν θα φας κάτι; Έτσι θα φύγεις; Ζακέτα πήρες;"
"ρε μαμά βιάζομαι σου λέω μετά πως θα πάω στην σχολή; Ναι ναι πήρα φεύγω τώρα. Τα λέμε όταν γυρίσω" της δίνω ένα φιλί στο μάγουλο και φεύγω για την στάση. Τρέχω στην στάση και δεν είναι κανένας.
" Όχι παλιιιιι. Ηρέμησε Νικολέτα. Θα το πάρεις με τα πόδια σιγά σιγά και θα φτάσεις, τι κακό μπορεί να συμβεί; " εκείνη την ώρα αρχίζει και αστράφτει και κοίταω τον ουρανό.
"Αυτό μου έλειπε τώρα." αρχίζω και περπατάω όσο μπορώ πιο γρήγορα. Σε ένα δεκάλεπτο ρίχνει δυνατή βροχή.
"Σε λίγο φτάνω. Υπομονή. " αρχίζω να παραμιλάω. Εκείνη την ώρα μια γκρι BMW περνάει από δίπλα μου πέφτει μέσα στην λακκούβα και με κάνει μούσκεμα.
" Στραβός είσαι ρε μαλακα; Δεν βλέπεις που πηγαίνεις; Ηλιθιε! "
Εκείνη την ώρα ακούγεται το φρενάρισμα του αυτοκινήτου.
" Ωχ παναγία μου δεν μπορούσα να το κρατήσω κλειστό το στόμα μου; Με άκουσε. Τώρα τι θα κάνω;" λέω από μέσα μου. Ανοίγει η πόρτα του αυτοκινήτου. Βλέπω έναν άντρα ψηλό, αδύνατο, με καλό ντύσιμο να με πλησιάζει αλλά δεν μπορώ να δω το πρόσωπό του κάτω από την ομπρέλα. Με πλησιάζει και αρχίζω και κάνω βήματα προς τα πίσω γλιστράω και πάω να πέσω αλλά με κρατάει ένα χέρι. Σηκώνω το κεφάλι μου και οι ματιές μας κλειδώνουν. Τα μέλι του μάτια με από συντονίζουν και τα χάνω κάθομαι και τον κοιτάω. Βλέπω το στόμα του να ανοίγει και να κλείνει και ξαφνικά έρχομαι πάλι στην πραγματικότητα με ένα δυνατό τράνταγμα από το δυνατό του χέρι και το σφιχτό του κράτημα.
"Κοπελιά; κοπελιά; με ακούς που σου μιλάω;" μου λέει.
"Ε; Εεε ναι. Ναι σε ακούω." του λέω. Αλλά αυτός με κοιτάζει νευριασμενα.
"Γιατί εκτός από αγενής λέω μην είσαι και κουφή" μου λέει και εγώ αρχίζω και νευριάζω.
"Δεν φτάνει που είσαι απρόσεκτος, με έκανες μούσκεμα μιλάς και από πάνω και σταμάτα αυτό το κοπελιά. Έχω και όνομα "
" Κοπελιά μερικοί έχουμε και δουλειές. Δεν θα κάτσω να παίζω με κοριτσάκια σαν και εσένα. Μπορώ να σε βοηθήσω σε κάτι και να πάρει ο καθένας τον δρόμο του; Ναι ή όχι; "
" Δεν χρειάζεται. Αρκετά έκανες μέχρι στιγμής "
" Φεύγω και πολύ ασχολήθηκα " μου γυρίζει την πλάτη και φεύγει. Έχει ωραίο κωλαράκι δεν μπορώ να πω. Τώρα αυτό πως μου ήρθε;
" Στάσου. Περίμενε. " τρέχω από πίσω του. Τον βλέπω έξω από την πόρτα του αυτοκινήτου να ξεφυσαει και να κουνάει το κεφάλι.
" τι θες; " με ρωτάει.
" να αν μπορούσες να με πας στην σχολή μου. Σε παρακαλώ;" του λέω γλυκά. Εκείνη την ώρα είδα ότι κάτι άλλαξε στο βλέμμα του αλλά στην στιγμή χάθηκε.
"ελπίζω να μην το μετανιώσω" τον ακούω να μουρμούριζε στον εαυτό του. "μπες στο αυτοκίνητο και πες μου που είναι αυτή η σχολή σου να τελειώνουμε " μπαίνω μέσα στο αυτοκίνητο και του λέω τον δρόμο.
Μέσα στο αυτοκίνητο έχει ησυχία και έχει βάλει το αιρ κοντισιον. Τον κοιτάω με την άκρη του ματιού και είδα ότι και αυτός με κοιτούσε. Γυρνάω και τον κοιτάω.
" με λένε Νικολέτα. Συγνώμη για τον τρόπο μου." του λέω. Για λίγο δεν μιλάει σαν να σκέφτεται τι να πει.
"Δημήτρης" μου λέει κοφτά.
"πόσο χρονών είσαι;" τον ρωτάω.
"τριάντα τρια" μου λέει. "εσύ;".
"είκοσι δύο." του λέω και τον κοιτάω στα μάτια του και πάλι χάνομαι. Χείλη σαρκωδη, μύτη γαλλική, μαλλιά κοντά και μαύρα.
"πολύ μικρή" ακούω να λέει πιο πολύ στον εαυτό του. "φτάσαμε" μου λέει κάπως απότομα.
"σε ευχαριστώ πολύ Δημήτρη" του λέω και πάω να βγω.
" περίμενε" μου λέει και μου δίνει την ομπρέλα του.
"δεν είναι ανάγκη" του λέω.
"είναι το λιγότερο που μπορώ να κάνω. Συγνώμη για το πως σου φέρθηκα. Καλή συνέχεια." μου λέει και με αυτό καταλαβαίνω ότι πρέπει να φύγω.
" καλή συνέχεια Δημήτρη" κλείνω την πόρτα και βλέπω το αυτοκίνητο να χάνετε. Άραγε θα τον ξαναδώ;Το πρώτο μου κεφάλαιο μόλις τελείωσε. Περιμένω σχόλια και εντυπώσεις...
ČTEŠ
Μια ματιά
DobrodružnéΜια βροχερή μέρα. Ένα ατύχημα. Μια καινούργια γνωριμία. Ακατάλληλη κάτω των 18