64

1 0 0
                                    

Μάιος 2018

"Βαλέρια, γύρισα!" φώναξε ο Νιόνιος με το που επέστρεψε πίσω στο μαγαζί. Καμία απάντηση, όμως, δεν πήρε...

"Έι, Γη καλεί Βαλ! Γύρισα, λέω!" ξαναφώναξε, αλλά πάλι το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο: απόλυτη σιωπή...

"Έλα Χριστέ και Παναγία! Πού στο καλό εξαφανίστηκε αυτή;"

Απορημένος, ο Νιόνιος παράτησε το ντοσιέ που είχε πάρει μαζί του στον λογιστή σε ένα από τα τραπέζια και προχώρησε προς τα μέσα. Η Βαλέρια, παρ' όλη την ατίθαση φύση της, δεν τον είχε συνηθίσει σε δυσάρεστες εκπλήξεις και απρόοπτες απουσίες - εν ώρα εργασίας έλειπε μόνο άμα της ανέθετες κάποια εύκολη εξωτερική δουλειά -, οπότε το γεγονός ότι δεν του απαντούσε τον έκανε να αισθάνεται πως κάτι πήγαινε λάθος...

"Γιατί μου κρύβεσαι, ρε τρελιάρα αλεπού;" ρώτησε στο πουθενά όταν είδε τη σφουγγαρίστρα και τα καθαριστικά της παρατημένα στο ίδιο σημείο όπου καθάριζε πριν την αφήσει μόνη... "Εμφανίσου!"

Κι ας μην το εξέφραζε συχνά με άμεσο τρόπο, ο Νιόνιος την πονούσε πολύ τη Βαλέρια. Τον Μάρτιο, όταν η Κάτια του πρωτοπρότεινε να τη δεχτεί ως υπάλληλο στο "Βελανίδι", παρότι δεν ήταν κάθετα αρνητικός, επιφυλασσόταν επειδή φοβόταν το παρελθόν της. "Μα να προσλάβω ένα κλεφτρόνι που έχει κάνει φυλακή μόνο και μόνο επειδή το Κατερινιώ το έπιασαν διαθέσεις για φιλανθρωπίες; Θα με πάρουν στο ψιλό στην πιάτσα!" είχε σκεφτεί στην αρχή, αλλά εν τέλει πείστηκε να δώσει μία ευκαιρία. Έτσι, τον Απρίλιο, έναν μήνα μετά την επίσημη πρόσληψη της νέας του υπαλλήλου, προς μεγάλη του έκπληξη, όλες του οι αμφιβολίες είχαν καταρριφθεί. Με αξιοπρέπεια και φιλότιμο που δεν συναντάς ούτε στους πιο νομοταγείς των πολιτών, η Βαλέρια προσπαθούσε σκληρά να φτιάξει τη ζωή της μένοντας μακριά από παρανομίες και αυτό τον γέμιζε με μία ανεξήγητη υπερηφάνεια. Για εκείνον, η αλεπού των δρόμων της Αθήνας δεν ήταν απλά μία υπάλληλος στην οποία όφειλε μισθό και ένσημα, αλλά το παιδί που ποτέ δεν είχε, η πνευματική του κόρη. Θα μαράζωνε αν έμπλεκε ξανά σε μπελάδες...

"Βαλ..."

Αφού έψαξε στην αποθήκη, ο Νιόνιος είπε να περάσει από τον μόνο χώρο του μαγαζιού που δεν είχε ψάξει ακόμα: στο "υπνοδωμάτιο" της, το καμαρίνι των "Special K". Εκεί, ωστόσο, αντί για εκείνη, βρήκε μονάχα το αποχαιρετιστήριο γράμμα της...

"Γλυκό μου, δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτό το δωμάτιο...", άρχισε να το διαβάζει και μόλις τελείωσε με την ανάγνωση, πιέστηκε να συγκρατήσει τα δάκρυα του ώστε να μην κυλήσουν ποτάμι. Στον Νιόνιο δεν άρεσε καθόλου να δείχνει ευάλωτος, ακόμα και τις στιγμές που δεν υπήρχε κανείς τριγύρω για να τον δει... "Έλεος, ρε Κατερινιώ! Με τη δικιά μου την κόρη βρήκες να το παίξεις θηλυκός Δον Ζουάν; Αυτήν τη φορά, ειλικρινά, δεν σε βλέπω να το γλιτώνεις το ξύλο!"

Όταν η άνοιξη μας άγγιξε... (When spring touched us...) [Μάιος]Where stories live. Discover now