75

1 0 0
                                    

Μάιος 2023, η μέρα του γάμου

Στο μυαλό της Κάτιας, το μεσοδιάστημα μεταξύ του τέλους της ερμηνείας της και της κορύφωσης του γλεντιού ήταν ένα τεράστιο, θολό κενό. Δεν μπορούσε να θυμηθεί τίποτα καθαρά, έκτος από το γεγονός ότι κάποια στιγμή, ανάμεσα σε κάτι ξέφρενα καλαματιανά, την έπιασε μια ζαλάδα τόσο ισχυρή που χρειάστηκε να πάει να απομονωθεί στο μπάνιο - το μοναδικό σημείο του Primavera όπου ο ήχος από τα κλαρίνα μετατρεπόταν σε μια πνιχτή, υπόκωφη βοή - ώστε να καταφέρει να συνέλθει. Εκεί, όμως, δυστυχώς έπεσε πάνω σε έναν άνθρωπο με τον οποίον δεν περίμενε ποτέ ότι θα έλεγε κάτι περισσότερο πέρα από δυο-τρεις τυπικές καλημέρες και μερικά ανώδυνα "γεια σας, τι κάνετε;"...

"Οπ, καλώς την κουμπάρα!"

"Κυρία Σιδέρη...;!"

Ήταν η Λίτσα. Καθόταν μπροστά σε έναν από τους καθρέφτες και φρεσκαριζόταν...

"Τραγουδάς πολύ ωραία, νεαρή μου! Η φωνή σου μ' έκανε ν' ανατριχιάσω ολόκληρη!"

"Αλήθεια...; Σας ευχαριστώ πολύ... Πήρα απ' τη μητέρα μου..."

"Τη μητέρα σου;"

"Ναι...Το ταλέντο στο τραγούδι δηλαδή, εννοώ... Το πήρα απ' τη μητέρα μου... Βέβαια, αν τραγουδούσε εκείνη στη θέση μου απόψε, θα είχαν δακρύσει μέχρι κι οι τοίχοι, αλλά... πώς το είπε η κυρία Μάγδα...; Μη ευνοϊκές συγκυρίες...;"

Προκειμένου να αντέξει την πίεση της βραδιάς, η Κάτια κατέβαζε το ένα ποτήρι μετά το άλλο. Πολύ γρήγορα, η ποσότητα αλκοόλ που είχε καταναλώσει έφτασε σε σημείο να ισοδυναμεί με δύο μπουκάλια κόκκινο κρασί, με τελικό αποτέλεσμα η επίδραση του οινοπνεύματος στον οργανισμό της να αρχίσει να εκδηλώνεται...

"Μα πώς και δεν μας πρότειναν τα παιδιά να τη συμπεριλάβουμε στη λίστα των καλεσμένων; Κρίμα που δεν ήρθε να σε καμαρώσει! Δεν είναι και λίγο πράγμα η κουμπαριά!"

"Μπααα, μην τα βάζετε μαζί τους... Η μάνα μου σκοτώθηκε την άνοιξη του '18, οπότε..."

"Οοο, με συγχωρείς, δεν είχα ιδέα! Πώς, αν επιτρέπεται;"

"Μεγάλη ιστορία! Δεν τ' αφήνουμε καλύτερα; Μου είναι κάπως δύσκολο να το συζητάω..."

Φαινομενικά εύθυμη και ορεξάτη για κουβέντα, η Λίτσα, αφού έβαλε τα βαφτικά της μέσα στο τσαντάκι της, πήγε κοντά στην Κάτια και της χάιδεψε στοργικά τον ώμο...

"Καταλαβαίνω, κορίτσι μου! Λυπάμαι πάντως για την απώλεια σου! Είναι πολύ σκληρό για ένα παιδί να χάνει το γονιό του σε τόσο τρυφερή ηλικία!"

"Την έλεγαν Ευτυχία... Έτσι την έλεγαν τη μαμά μου... Ευτυχία...!"

"Πανέμορφο όνομα! Φρόντισε να το τιμήσεις με το να βρεις την ευτυχία που θα δώσει νόημα στη ζωή σου!"

"Ωραία τα λέτε, απλά εμένα την ευτυχία που θα έδινε νόημα στη ζωή μου μου τη φάγανε μπαμπέσικα... Άρα, τζάμπα χαλάτε το σάλιο σας..."

Διακριτικά και φροντίζοντας να μην την προσβάλλει, η Κάτια απομάκρυνε το χέρι της Λίτσας από τον ώμο της και κατευθύνθηκε προς τον κοντινότερο νεροχύτη. Ήθελε οπωσδήποτε να ρίξει λίγο νερό στο πρόσωπο της...

"Έλα, μην μου απογοητεύεσαι! Για όλους έχει ο Θεός! Κάποια μέρα, όταν κι εσύ βρεις ένα παλικάρι να φτιάξεις τη ζωή σου, θα με θυμηθείς!"

"Χα, όπως η... κολλητή μου... λόγου χάρη..."

"Φυσικά! Όχι που να το παινευτώ, αλλά η Αλίκη είναι πάρα πολύ τυχερή που βρήκε έναν άνδρα σαν τον γιο μου! Θα 'χεις δει πως την κοιτάζει! Πάντα στα μάτια, σαν σωστός κύριος!"

"Ε, ναι, αυτό να λέγεται..."

Ξαφνικά, η Λίτσα συννέφιασε. Αδικαιολόγητα συχνά, από τότε που δέχτηκε την Αλίκη στην οικογένεια της ως μέλλουσα νύφη, την έπιανε το κλασικό σύνδρομο της "κακιάς ελληνίδας πεθεράς" και εδώ που τα λέμε, όχι και τόσο άδικα... Ίσως μέσα της κάποια φωνούλα να της ψιθύριζε πως η Αλίκη είχε επιλέξει τον Ηλία όχι βάσει του τι ήθελε η καρδιά της, μα βάσει του τι πρόσταζε το μυαλό της...

"Εύχομαι η φίλη σου να αποδειχθεί καλή τύχη για το αγόρι μου... Συγγνώμη τώρα αν ακούστηκα σαν να αμφισβητώ την αγάπη της για εκείνον, αλλά, ξέρεις, μάνα είμαι κι εγώ και δεν θέλω να σκέφτομαι πως το παιδί μου θα ανοίξει σπίτι με μια γυναίκα που δεν το αγαπάει το ίδιο..."

"Για να τον παντρεύτηκε, κυρία Λίτσα μου, θα τον αγαπάει το ίδιο και περισσότερο... Μην ανησυχείτε χωρίς λόγο..."

"Το ελπίζω! Κοτζάμ εγγόνι θα του χαρίσει σε λίγο καιρό, έχει ευθύνη απέναντι στην οικογένεια που θα φτιάξουν! Πρέπει να σταθεί αντάξια και σαν μητέρα και σαν σύζυγος!"

"Θα σταθεί, θα σταθεί...! Η Αλίκη το γνωρίζει καλά το επάγγελμα αυτό, μια ζωή αντάξια στέκεται...!"

Η Κάτια σουλούπωσε τον γιακά του πουκαμίσου της και, τραβώντας προς τα κάτω το σακάκι της για να φύγουν κάποιες ενοχλητικές τσαλάκες, κίνησε προς την έξοδο. Προτιμούσε χίλιες φορές την ηχορύπανση που έβγαινε απ' τα νταούλια της ορχήστρας από το να συζητάει για το κοινό μέλλον της Αλίκης και του Ηλία με τη - μη χειρότερα - Λίτσα Σιδέρη...

"Και τώρα θα μου επιτρέψετε, μα πρέπει να κάνω ένα επείγον τηλεφώνημα..." της είπε και σχεδόν τρέχοντας, βγήκε έξω από το Primavera για να τηλεφωνήσει στον Μάνο...

"Τι έγινε, ρε; Την κλέψαμε τη νύφη;"

"Άι γαμήσου, ρε μαλάκα, θες και τα λες;"

"Ωχ, παίζει να 'φαγες γερό reality check, ε;"

"Άστα! Έπαιξα κι έχασα, αδελφέ μου... Έπαιξα κι έχασα..."

Όταν η άνοιξη μας άγγιξε... (When spring touched us...) [Μάιος]Where stories live. Discover now