Το καράβι για την Ανκόνα έφευγε στις τρεις και μισή το μεσημέρι που σήμαινε πως η Μυρτώ έπρεπε να βρίσκεται μία ώρα πριν στο λιμάνι για να νιώσει ασφάλεια και να μην αγχωθεί. Ήταν έντεκα όταν στάθηκε στο κέντρο του σαλονιού για να βεβαιωθεί πως πήρε όλα όσα χρειαζόταν μαζί της, ενώ ο Φοίβος κοιτούσε μελαγχολικά τριγύρω του. Δεν μπόρεσε να αγνοήσει το λυπημένο βλέμμα του. Δεν ήθελε να επιστρέψει στο σπίτι του αλλά δεν είχε και που να πάει και η Μυρτώ ετοιμάστηκε να κάνει κάτι που θα το μετάνιωνε σίγουρα έντονα, όταν επέστρεφε. Έβγαλε από το μπρελόκ τα κλειδιά του σπιτιού και της πόρτας της πολυκατοικίας και του τα έδωσε ξαφνιάζοντάς τον.
«Απαγορεύονται τα πάρτι εδώ μέσα. Αν θες να φέρεις παρέα, μπορείς, αλλά θέλω να κάνετε ησυχία και μετά να πλύνεις τα σεντόνια αμέσως. Τα φυτά μου θέλουν πότισμα κάθε δύο μέρες, όχι πολύ νερό και τα πνίξεις, τόσο όσο να βεβαιωθείς πως το χώμα είναι δροσερό. Προσοχή στην ελιά μου, αν πάθει κάτι θα σου κόψω το πουλί». Την άκουγε αμίλητος αλλά τα γαλανά του μάτια τα έλεγαν όλα, πόσο ευγνώμων αλλά πόσο ανακουφισμένος ήταν. «Η ηλεκτρική σκούπα είναι στην ντουλάπα στο διάδρομο και κουβά με σφουγγαρίστρα θα βρεις στο μπαλκόνι, θέλω να βρω πεντακάθαρο το σπίτι όταν επιστρέψω. Οι λογαριασμοί και το ενοίκιο είναι πληρωμένα. Τα ντουλάπια είναι γεμάτα αν θες να μαγειρεύεις, το ίδιο και το ψυγείο. Μείνε λίγο μόνος σου να δεις πως είναι, θα σου κάνει καλό».
Χαμήλωσε το κεφάλι του και χαμογέλασε μελαγχολικά. «Σε σέβομαι, Μυρτώ, είσαι η μόνη που με αντιμετώπισες έτσι».
«Μερικές φορές δεν μας το κάνεις εύκολο, Φοίβο, φέρεσαι σαν παιδί αλλά κατά βάθος ξέρω γιατί το κάνεις. Και σε καταλαβαίνω». Φίλησε το μάγουλό του κι είδε τα μάτια του να μισοκλείνουν από απορία. Ήθελε να ακούσει τι σκεφτόταν για εκείνον. «Μην αφήσεις τον θάνατο του φίλου σου να σου καταστρέψει τη ζωή. Δεν ήταν δικό σου φταίξιμο κι όχι, δεν θα ήταν καλύτερα αν είχες πεθάνει εσύ», του είπε, λες και διάβασε τις σκέψεις του.
«Νόμιζα πως σπούδασες μαγειρική, όχι ψυχολογία», αποκρίθηκε με μισό χαμόγελο.
«Η μαγειρική θέλει και να ξέρεις να ψυχολογείς εκείνον για τον οποίον μαγειρεύεις», του είπε γελώντας και κοίταξε το ρολόι της. «Φεύγω. Θα κάνω δυόμιση ώρες να φτάσω στην Πάτρα, δεν θέλω να τρέχω στη διαδρομή. Θα είμαστε σε επαφή... τα φυτά μου!» του υπενθύμισε και άρπαξε τα πράγματά της για να φύγει.
«Μην ανησυχείς, το θέλω το πουλί μου!» φώναξε καθώς έκλεινε την πόρτα πίσω της και η Μυρτώ έφυγε γελώντας, και την ψυχή λιγάκι ανάλαφρη έστω για μια στιγμή.
![](https://img.wattpad.com/cover/372838666-288-k685647.jpg)
YOU ARE READING
IL sapore dell' amore (Η γεύση του έρωτα)
RomanceCopyright Νεκταρία Μαρκάκη 2024 Το φαγητό ήταν το μεγάλο πάθος της. Ίσως το δεύτερο μεγάλο, γιατί πρώτο το ξέχασε μέχρι που βρέθηκε απέναντί του ξανά και άναψε νέες εστίες φωτιάς... όχι μονο στην κουζίνα της... Νέο βιβλίο. Περίληψη στο πρώτο κεφάλα...