Οι ετοιμασίες για το γάμο ξεκίνησαν άμεσα και η Μυρτώ έδωσε όλη την προσοχή της σε αυτές γιατί δεν ήθελε να σκέφτεται τι θα επακολουθούσε. Περνούσε όλη τη μέρα της φτιάχνοντας όμορφα δωράκια για τους καλεσμένους. Διάλεξαν να δώσουν ένα κουτάκι στον καθένα όπου μέσα είχε δύο μικρά κεριά σε σχήμα λουλουδιού, και από ένα γλυκό που έμοιαζε υπερβολικά με τους κουραμπιέδες που τόσο αγαπούσε η Μυρτώ. Τα κουτάκια είχαν ένα όμορφο, απαλό κίτρινο χρώμα για να θυμίζει τα ηλιοτρόπια και τα λεμόνια που αγαπούσε η Ντονατέλα και φυσικά, μια ευχαριστήρια κάρτα. Έτρεχε σαν τρελή στο ανθοπωλείο που ανέλαβε να στολίσει την αψίδα που διάλεξαν με τη Ντονατέλα, αλλά και στο ζαχαροπλαστείο για την τούρτα λεμόνι που ζήτησαν, ενώ πέρασε ώρες ατέλειωτες στην κουζίνα να ετοιμάζει τα φαγητά του μπουφέ.
Είχε να δει τον Νταμιάνο δύο μέρες και όταν εκείνο το βράδυ βρέθηκαν ταυτόχρονα στο σπίτι, αφέθηκε στα χέρια του.
«Δεν θα αναλάβω γάμο μόνη μου, ποτέ ξανά. Ευτυχώς που η Εύα αφιερώνει λίγο χρόνο να με βοηθάει, παρότι είναι εδώ για διακοπές», γκρίνιαξε προκαλώντας του γέλιο. «Εσύ που χάθηκες αυτές τις μέρες; Όλο πάνω από ένα τηλέφωνο είσαι κι όλο ψιθυρίζεις με τον Φοίβο».
«Δουλειές, αγάπη μου, πολλές δουλειές κι ο Φοίβος απλά με βοηθάει να τελειώνω μια αώρα αρχύτερα», απάντησε χαμογελώντας. «Υπομονή, τελειώνει το βάσανό σου».
«Μου αρέσει», χαμογέλασε ευτυχισμένη. «Είμαι πτώμα αλλά μου αρέσει!»
Χάιδεψε τα μαλλιά της και άφησε ένα φιλί στο μέτωπό της. Μπορούσε να δει καθαρά ότι τον απασχολούσε κάτι έντονα, αλλά ήξερε αρκετά καλά τον Νταμιάνο και ακόμα κι αν τον πίεζε δεν θα της εξηγούσε τι τον βασάνιζε γιατί δεν ήθελε να την φορτώσει με επιπλέον άγχος. Ήλπιζε να ήταν, απλά, θλίψη που θα αναγκαζόντουσαν να αφήσουν πίσω τους το μέρος που αγαπήθηκαν.
Δεν κοιμήθηκε κοντά ένα εικοσιτετράωρο για να βεβαιωθεί πως τα πάντα θα ήταν τέλεια για το γάμο. Ένας λόγος παραπάνω ήταν γιατί θα έφευγαν από την αυλή σχεδόν αμέσως, οπότε ήθελε να τη θυμάται τέλεια, πανέμορφη και γιορτινή. Το πρωί του γάμου σηκώθηκε από τις έξι για να βεβαιωθεί πως το ανθοπωλείο θα παρέδιδε στην ώρα του την ασπίδα κάτω από την οποία θα γινόταν η τελετή. Με τη βοήθεια των δύο αντρών που την έφεραν, την τοποθέτησε στο σωστό σημείο και μετά, έβαλε τις καρέκλες στις σωστές θέσεις. Τα τραπέζια τελικά τοποθετήθηκαν μπροστά από το σπίτι της, το ένα μόνο του όπου εκεί θα καθόταν το ζευγάρι με τις οικογένειες και τα άλλα δύο το ένα δίπλα στο άλλο, όπου θα κάθονταν οι καλεσμένοι. Ο Αντριάνο είχε μα αποθήκη γεμάτη πράγματα που δανείστηκαν, μαζί με τραπεζομάντιλα και σερβίτσια για να μην αγοράσουν νέα. Όλα ήταν στην εντέλεια. Στάθηκε στις μύτες των ποδιών της για να ξεμπλέξει μια κορδέλα από ένα λεμονόδεντρο αλλά ένα χέρι την πρόλαβε.
YOU ARE READING
IL sapore dell' amore (Η γεύση του έρωτα)
RomanceCopyright Νεκταρία Μαρκάκη 2024 Το φαγητό ήταν το μεγάλο πάθος της. Ίσως το δεύτερο μεγάλο, γιατί πρώτο το ξέχασε μέχρι που βρέθηκε απέναντί του ξανά και άναψε νέες εστίες φωτιάς... όχι μονο στην κουζίνα της... Νέο βιβλίο. Περίληψη στο πρώτο κεφάλα...