Πρόλογος

1.3K 104 7
                                    

"Οντέτ, μήπως πηγαίνεις πολύ γρήγορα;" ρώτησε η Λία, βγάζοντας όμως το κεφάλι της έξω από το παράθυρο σαν σκύλος. Δεν το ένιωθες το γκάζι, πάντα έτσι έλεγα. Το πόδι πήγαινε μόνο του. 
"Μια χαρά πάω. Εξάλλου εσύ είσαι που βιάζεσαι. Λες και θα πάθει τίποτα ο Τζόναθαν αν περιμένει και δέκα λεπτάκια". 
"Μας περίμενε ήδη δέκα, Όντι, μη μου σπας τα νεύρα σε παρακαλώ. Κόψε ταχύτητα". 
Αναστέναξα και έκανα αυτό που μου είπε. Η Λία έφτανε ώρες - ώρες σε σημείο να γκρινιάζει περισσότερο και από μένα. 
"Πιάσε ένα τσιγάρο" της είπα. Εκείνη άνοιξε την τσάντα της και έβγαλε από μέσα ένα πακέτο τσιγάρα, προσφέροντάς μου. Μου έδωσε και φωτιά. Ένιωσα να ηρεμώ με την πρώτη ρουφηξιά. Έπρεπε να το κόψω, το ξέρω, ειδικά από τότε που το έμαθαν οι γονείς μου και άρχισαν να με πρήζουν να το σταματήσω, ακόμα και πιο πριν το ήξερα ότι έπρεπε, αλλά ήταν συνήθεια το άτιμο. 
Άνοιξα τέρμα το παράθυρο και έβαλα το χέρι μου στην ένταση του ραδιοφώνου. Το τραγούδι που έπαιζε ήταν από τα αγαπημένα μου. 
It's my life and it's now or never... 
Γκάζωσα ακόμα λίγο να αποφύγω ένα πορτοκαλί φανάρι που σύντομα θα γινόταν κόκκινο και το πέρασα την τελευταία στιγμή. Η Λία κοίταζε το κινητό της, έκανε μια ανάρτηση στο facebook και γελούσε μόνη της με κάποιο αστείο σχόλιο. 
Έριξα μια κλεφτή ματιά στο ρολόι. Ο Τζόναθαν θα μας έσφαζε και τις δύο, είχαμε ήδη αργήσει και θα είχε πάθει αμόκ από την αναμονή. Δεν του άρεσε να αργεί η Λία στα ραντεβού τους, κι επιπλέον ήταν απίστευτα ζηλιάρης. Τί να κάνεις, άντρες...
"Οντέτ, τι σε έπιασε πάλι, κόψε λίγο" γκρίνιαξε η Λία πετώντας το τηλέφωνο στην τσάντα της. 
Έκανα πάλι αυτό που μου είπε, στρίβοντας λίγο πριν το σπίτι του Τζόναθαν. "Απίστευτη είσαι" της είπα. Τότε το μάτι μου πήρε έναν οδηγό λίγο παρακάτω, σε ένα μικρό αυτοκινητάκι. Δεν μπόρεσα να διακρίνω τίποτα πέρα από το γεγονός ότι το αμάξι πήγαινε σαν ντοπαρισμένο. Ο οδηγός μάλλον θα τα είχε τσούξει, ωστόσο αν δεν έκανε στην άκρη αμέσως, θα προκαλούσε σίγουρα κάποιο ατύχημα. "Ο τύπος έγινε λιώμα" σχολίασα κόβοντας ταχύτητα ακόμα λίγο. Το αμάξι έκανε επιτόπου στροφή και άρχισε να πηγαίνει ανάποδα. 
"Θεέ μου, Οντέτ!" ήταν το τελευταίο πράγμα που θυμάμαι να ακούω και έπειτα ακολούθησε ο ήχος της λαμαρίνας που σπάει και ο ήχος του αερόσακου που ανοίγει. 

Τα Παιδιά του ΧειμώναDonde viven las historias. Descúbrelo ahora