14. Κατάληψη (Part 3) Ξεκαθάρισμα

624 56 9
                                    

Καινούριο κεφάλαιο!! Συγγνώμη για την αργοπορία!! Ήμουν πενταήμερη και η Θεσσαλονίκη μου πήρε τα μυαλά με την ομορφιά της! Ελπιζω να σας αρέσει η συνέχεια!! ❤

***

New Romance-Taylor Swift

«Ξύπνα αστέρι μου.» Μια φωνή με ενοχλεί.
«Μμμ...» Μουρμουρίζω.
«Ξύπνα θησαυρέ μου.» Επιμένει αυτή η γνώριμη φωνή.
«Μμμ...» Ξανακάνω εγώ.
«Ξύπνα μωρή!» Με ταρακουνάει.
«Αμάν! Τι θες;» Λέω ανοίγοντας το ένα μάτι και αντικρίζοντας την Άννα πάνω από το κεφάλι μου.
«Κοιμάσαι σαν το βόδι όλη μέρα! Θέλω να σε δω και λίγο.» Μου λέει και μου τραβάει τα σκεπάσματα.
«Αυτό να το σκεφτόσουν εχθές, που δεν ήρθες!» Της λέω και ξανά σκεπάζομαι.
«Είχα δουλειά. Και είναι δύο η ώρα, οπότε ξύπνα!» Με ξανά ξεσκεπάζει.
«Αυτό θα μου το πληρώσεις στην πενταήμερη! Είκοσι επτά μέρες μείνανε!» Την απειλώ και σηκώνομαι.
«Για πες, εχθές...» Πάει να με ρωτήσει η Άννα.
«Πάμε δίπλα στα παιδιά.» Την διακόπτω. Δεν θέλω να μιλήσω για αυτό με το που ξύπνησα.
«Καλώς την ωραία κοιμωμένη!» Με πειράζει ο Μάκης και του βγάζω την γλώσσα ενώ τρίβω το μάτι μου.
«Ποιο καλό παιδί θα πάει να μου πάρει τσιγάρα;» Ρωτάει ναζιάρικα η Αγάπη.
«Θα πάω εγώ! Θέλω να πάρω και καφέ.» Της λέω και απλώνω το χέρι να μου δώσει τα χρήματα.
«Σ' αγαπώ!» Μου λέει η Αγάπη.
«Θα έρθω και εγώ μαζί!» Διατίθεται η Άννα.
«Όχι να μην έρθεις. Δεν σε θέλω μαζί μου.» Της λέω και όλοι μας κοιτάζουν περίεργα.
«Γιατί; Ξύπνησες από το λάθος πλευρό;» Με κοιτάζει με την κοφτερή ματιά της.
«Δεν ξύπνησα! Με ξύπνησες!»
«Έλα ρε παιδιά! Μην τσακώνεστε!» Λέει ο Μάκης. Η Άννα με κοιτά και λιώνουμε στα γέλια.
«Αν τσακωνόμασταν, θα μας άκουγαν τρία τετράγωνα μακριά. » Του λέω.

~*~

Δέκα λεπτά αργότερα προσπαθώ να σκαρφαλώσω στις βιβλιοθήκες με τον καφέ στο χέρι. Ανεβαίνω στο θρανίο, μα όταν πατάω στην καρέκλα που βρίσκεται πάνω σε αυτό, εκείνη γλιστράει και βρίσκομαι στον αέρα και ο καφές μου στην άλλη μεριά του διαδρόμου. Μέσα σε κλάσματα του δευτερολέπτου συνειδητοποιώ πως θα πονέσω πολύ. Όμως ο πόνος της επαφής με το σκληρό πάτωμα δεν έρχεται ποτέ, αντίθετα βρίσκομαι στα στιβαρά μπράτσα κάποιου. Η ανάσα μου κόβεται και η καρδιά μου χτυπάει δυνατά.
«Πρόσεχε με αυτά τα κολοπράγματα! Θα χτυπήσεις!» Μου λέει νευριασμένος ο Γιάννης. Με αφήνει στα πόδια μου και γυρνάω να τον κοιτάξω.
«Συγνώμη.» Τραυλίζω.
«Δεν χρειάζεται να ζητάς συγγνώμη, αλλά πρόσεχε.» Στο βλέμμα του βλέπω πως θέλει να πει και άλλα πράγματα αλλά διστάζει.
«Μπορούμε να μιλήσουμε λίγο;» Λέω διστακτικά. Γιατί πάντα χάνω τον δυναμισμό μου δίπλα του;
«Ναι. Φυσικά...» Λέει ανασηκώνοντας το φρύδι «Όμως...» Κοιτάζει πίσω του ελέγχοντας αν μας ακούει κανείς.
«Μπορούμε να πάμε στο καπνιστήριο... εεε... δίπλα από το γυμναστήριο. Λογικά δεν θα είναι κανένας εκεί.» Λέω κοιτώντας τα χέρια μου και νομίζω πως με την άκρη του ματιού μου τον πιάνω να γελάει.
«Σε ακολουθώ!» Μου νεύει να ξεκινήσω
Όλοι όσοι είναι στο σχολείο, βρίσκονται στον χώρο της κατάληψης και έτσι δεν συναντάμε κανένα ενώ περνάμε από τις κερκίδες και φτάνουμε στον χώρο ανάμεσα σε αυτές και το γυμναστήριο. Το μέρος αυτό είναι η κρυψώνα όσων καπνίζουν, αφού δεν είναι φανερό από τα περισσότερα σημεία του σχολείου, γι' αυτό και το αποκαλούμε καπνιστήριο.
Παίρνω μια βαθιά ανάσα. Στρέφομαι και τον κοιτάζω και όπως κάθε φορά χάνω τον ειρμό της σκέψης μου.
«Σε ακούω λοιπόν.» Κάνει ένα βήμα προς το μέρος μου.
«Εμμ...» Παίρνω τα μάτια μου από τα δικά του, για να ξαναβρώ τα λόγια μου. «Ήθελα να ζητήσω συγγνώμη για εχθές. Αντέδρασα υπερβολικά και παράλογα και εσύ απλά προσπαθούσες να κάνεις μια κίνηση καλής θελήσεως και εγώ τα έκανα όλα...» Παίζω μανιασμένα με μια κλωστή που κρέμεται από την μπλούζα μου. «Αυτό που πήγαινε να αρχίσει, ήταν ωραίο και το χάλασα και απλά ήθελα να σου πω πως...» Με πιάνει από το πιγούνι και με κάνει να κοιτάξω στα μάτια του.
«Πάρε ανάσα.» Μου λέει. Σταματάω να μιλάω και κάνω όπως μου είπε. «Τώρα, ήρεμα, πες μου αυτό που θες να μου πεις.»
«Θα ήθελα να δώσω μια ευκαιρία σε αυτό...» Δείχνω ανάμεσα μας «...ότι και αν είναι. Αν είσαι διατεθειμένος δηλαδή...» Προσθέτω κάπως διστακτικά, αναλύοντας τις εκφράσεις του.
Μπλέκει τα χέρια του στα μαλλιά μου και φέρνει το πρόσωπο του πιο κοντά στο δικό μου. Η καρδιά μου τρελαίνεται.
«Βρε χαζό, αυτό προσπαθούσα να σου πω εχθές.» Βάζω τα χέρια μου στην μέση του και τον κοιτάω στα μάτια. «Όμως πρέπει να ξέρεις ότι δεν θα είναι εύκολο. Και ίσως να μην κρατήσει πολύ.» Λέει σκεπτικός. «Θέλω να ξέρεις που μπλέκεις. Μου αρέσεις...» Φαίνεται τα λόγια αυτά να μην του βγαίνουν εύκολα, σαν να είναι ξένα σε αυτόν. «...γι' αυτό και κάνω κάτι τόσο παράτολμο. Όμως αν δεν είσαι σίγουρη δεν πρόκειται να σε πιέσω.»
Τα λόγια του αυτά μου δίνουν την επιβεβαίωση του χρειαζόμουν και το θάρρος μου επιστρέφει. Δεν του απαντάω, αλλά σηκώνομαι στις μύτες των ποδιών μου και τον φιλάω. Διαλέγει αυτή από όλες τις στιγμές, να περνά από δίπλα ο Λυκειάρχης. Για καλή μου τύχη τον ακούω να μιλά στο τηλέφωνο πριν εμφανιστεί και έτσι έχω περίπου δεκαπέντε δευτερόλεπτα για να απομακρυνθώ από τον Γιάννη. Μέσα στον ελάχιστο αυτό χρόνο βρίσκω κάλυψη, για ποιόν λόγο βρισκόμαστε οι δύο μας εδώ.
«Με έπιασες να καπνίζω και με επιπλήττεις.» Σφυρίζω μέσα από τα δόντια μου, ενώ ταυτόχρονα βγάζω ένα από τα τσιγάρα της Αγάπης και το ανάβω. Πνίγω τον βήχα μου και βλέπω τον Γιάννη να περνά από αναστάτωση στο γέλιο και από εκεί στην σοβαρότητα.
«Καταστρέφεις την υγεία σου! Τι πράγματα είναι αυτά...» Αυτοσχεδιάζει.
«Τι συμβαίνει εδώ;» Ρωτάει ο Στεργίου, ο λυκειάρχης μου.
«Έπιασα την δεσποινίδα από εδώ να καπνίζει και μάλιστα στον σχολικό χώρο.» Λέει σοβαρά ο Γιάννης.
«Συγνώμη. Δεν θα επαναληφθεί.» Λέω κοιτάζοντας κάτω σαν μετανοημένη.
«Για πρώτη και τελευταία φορά δεν θα το κάνω θέμα, μιας και μέχρι τώρα είχες άριστη διαγωγή και το σχολείο είναι υπό κατάληψη.» Λέει με τον ενοχλητικό του τρόπο ο Στεργίου.
Πετάω το τσιγάρο και φεύγω με την ουρά στα σκέλια. Όπως φεύγω κρυφακούω τον Στεργίου να λέει στον Γιάννη: «Σε έψαχνα. Τα διευθέτησα όλα όσα ζήτησαν. Πήγαινε να τους πεις να το λήξουν.» Ο Γιάννης μουρμουράει μια συγκατάβαση και σε μια στιγμή είναι ένα βήμα πίσω μου.
«Έχω βαρεθεί να μας διακόπτουν κάθε φορά που σε φιλάω.» Ψιθυρίζει, έτσι που ίσα να το ακούσω εγώ.
«Τότε κάνε κάτι για αυτό!» Γυρνάω στιγμιαία και του κλείνω το μάτι. Την επόμενη στιγμή περνάω, επιτυχώς αυτήν τη φορά, τις βιβλιοθήκες και χάνει την ευκαιρία του να απαντήσει, όμως το βλέμμα του είναι όλα τα λεφτά.

***

Αν σας αρέσει η ιστορία μου please

Vote

Comment

Share

Add

Love you all!!! ❤

Υγ. Η ιστορια μου πέρασε τις 3.000 αναγνώσεις!!! Χωρίς εσάς δεν θα γινόταν αυτό!!! Σας ευχαριστώ όλους!!!❤❤❤

Μαθαίνοντας... τον έρωταWhere stories live. Discover now