3. Πανταχου παρουσα κολλητη

745 61 2
                                    

Maps-Maroon 5

Έχοντας μόλις βγει από το μπάνιο ψάχνω στην ντουλάπα μου, για να βρω τι θα βάλω. Καταλήγω σε ένα blue-black τζιν, μια μακρυμάνικη μαύρη μπλούζα με ντεκολτέ, που αγκαλιάζει το σώμα και τα μαύρα μποτάκια μου.
«Για πού ετοιμάζεσαι μπουμπού; » Με ρωτάει ο πατέρας μου, όταν με βλέπει να ψάχνω στην ντουλάπα του για το σίδερο.
«Θα πάμε με τα παιδιά στην άγκυρα.» Του λέω ενώ προσπαθώ να ξεμπλέξω το καλώδιο που έχει μπλεχτεί κάπου.
«Με τα παιδιά γενικά ή με κάποιο παιδί συγκεκριμένα;» Με ρωτάει χαζογελώντας.
«Αυτό είναι! Το βρήκες! Θα βγω με τον γκόμενο.» Του λέω όλο ειρωνεία και τον κάνω να λυθεί στα γέλια. Όταν ηρεμεί μου λέει:
«Καλά να περάσεις! Θες λεφτά;»
«Όχι, ευχαριστώ. Έχω.» Λέω και πάω προς το δωμάτιό μου.
Μόλις μπαίνω στο δωμάτιο ακούω τον ήχο κλήσης του Skype. Η Άννα, λες και δεν το περίμενα. Με το που απαντάω βρίσκομαι μπροστά από το θέαμα μιας Άννας με βαφή στο κεφάλι.
«Πώς είσαι έτσι;» Μου λέει κοιτώντας με περίεργα.
«Κοίτα ποια μιλάει! Έχεις κοιτάξει καθόλου στον καθρέφτη;» της λέω κατηγορηματικά.
«Έτσι θα έρθεις;» Με ρωτάει αγνοώντας το σχόλιό μου.
«Ναι ρε, εννοείται, με τη ρόμπα και το μαλλί βρεγμένο. Τι καλλίτερο από μία πνευμονία ένα μήνα πριν την εκδρομή;» Και κάπως έτσι αρχίζουμε και οι δύο να γελάμε.
«Γι' αυτό σε αγαπάω, γιατί είσαι τρελή σαν και εμένα.»
«Και εγώ που νόμιζα για τις καταπληκτικές φωνητικές μου ικανότητες.» Της λέω μιας και ξέρω πόσο δεν το έχω με το τραγούδι. Και όσο περίεργο και να φαίνεται, αυτός είναι ο τρόπος που επικοινωνούμε, λέγοντας ειρωνικές χοντράδες που δεν εννοούμε.
«Τέλος πάντων, ήθελα να σε ρωτήσω τι θα βάλεις και αν έκανε κίνηση ο Κονιτόπουλος όταν ήσασταν μόνοι σας.» Μου λέει τόσο φυσικά, σαν αυτές οι δύο ερωτήσεις να έχουν την ίδια ελαφρότητα.
«Σκάσε! Τι είναι αυτά που λες;» Κοιτάζω πίσω μου για να δω αν κανείς από τους γονείς μου είναι εκεί και άκουσε όλα αυτά. Ευτυχώς δεν είναι. «Σου είπα και στο σχολείο, δεν τρέχει τίποτα! Γιατί έχεις κολλήσει;» Η φωνή μου βγαίνει κάπως λεπτή και χωρίς την πειθώ που έχει συνήθως. Ένα ηλίθιο χαμόγελο απλώνεται στο πρόσωπο της Άννας.
«Ότι πεις...» Μου λέει με έναν τόνο, σαν να μιλάει σε πεισματάρικο πεντάχρονο.
«Δεν θέλω να ξανά αναφέρεις τίποτα τέτοιο. Εντάξει;» της λέω σοβαρά.
«Σου υπόσχομαι πως δεν θα ξαναπώ κουβέντα μέχρι να καταλάβεις από μόνη σου ότι όλα αυτά που σου λέω είναι σωστά.» Λέει χαλαρώνοντας πίσω στην καρέκλα της.
«Πάλι καλά, που δεν θα ξαναπείς κουβέντα ποτέ, μια που αυτό που λες δεν θα γίνει ποτέ. Θα έχουμε και λίγο ησυχία. Τώρα άντε λούσε το μαλλί σου γιατί λίγο ακόμα αν το αφήσεις και σε βλέπω καραφλή.» Με το που λέω αυτό, η Άννα μου βγάζει την γλώσσα και τερματίζει την κλήση.

Μαθαίνοντας... τον έρωταDonde viven las historias. Descúbrelo ahora