Κεφάλαιο 25

1.1K 115 12
                                    

ΟΡΕΣΤΗΣ

"Μάνα...τι είναι αυτά που μόλις είπες..;"

"Το ξέρω, Ορέστη, ότι ούτε συγνώμη μπορώ να σου πω, ούτε τίποτα. Αλλά θα σου ζητήσω να νε συγχωρέσεις..." είπε χωρίς να με κοιτάει κι εγώ δεν ήξερα τι να κάνω..τι να της πώ; Πως να αντιδράσω; Δεν μπορούσα να πω κι έτσι πήγα σηκώθηκα κι έφυγα χωρίε να ρης ρίξω ούτε ένα βλέμμα. Γύρισα σπίτι και έκατσα και ήπια. Ήπια πολύ να ξεχάσω τα πάντα. Να με πνίξει το αλκοόλ και να μην θυμάμαι ούτε ότι ζω. Από την ίδια μου την μάνα καταστράφηκε η ζωή μου. Αν δεν ήταν αυτή και η συμπεριφορά της ίσως να ζούσε κι ο πατέρας μου. Όσο για την Άρτεμις της την φιλάω. Δεν θα την αφήσω να καταλάβει ότι ξέρω. Θα μου το πληρώσει ακριβά!

Σήμερα ο Δημήτρης με ενημέρωσε πως μίλησε με τον Άρη από την Κρήτη και του είπαν πως είναι στην Αθήνα μαζί με την κοπέλα του κι αν είναι να βρεθούμε. Κανόνισαν να πάμε σε μια καφετέρια στο Πασαλιμάνι νωρίε το βράδυ. Δεν ήξερα αν ήθελα να πάω. Έπρεπε να κάτσω να σκεφτώ όλα όσα είχαν γίνει τις τελευταίες μέρες, ήταν πολλά και με έπνιγαν. Ο Δημήτρης δεν με άφησε να αρνηθώ και μου δήλωσε πως στις 20:15 θα είναι κάτω από το σπίτι μου να με πάρει.

Ετοιμάστηκα και τον περίμενα. Δεν είχα και πολύ όρεξη..αλλά δεν μπόρεσα να αρνηθώ. Ίσως ήταν και μια ευκαιρία να ξεχαστώ και να ξανανιώσω για λίγο.

Μόλις μου έκανε αναπάντητη κατέβηκα κάτω και μπήκα στο αμάξι του

Oops! This image does not follow our content guidelines. To continue publishing, please remove it or upload a different image.

Μόλις μου έκανε αναπάντητη κατέβηκα κάτω και μπήκα στο αμάξι του.

"Επιτέλους ρε φίλε. Κοντέυεις να ξεχάσεις τι χρώμα είναι ο ουρανός."

"Κόψε τις μαλακίες γιατί δεν το 'χω σε πολύ να ανέβω επάνω."

"Εντάξει, εντάξει. Μας συγχωρείς." είπε και ξεκίνησε επιτέλους το αμάξι.

Στην διαδρομή δεν μιλούσαμε καθόλου κανείς μας, τι να πούμε άλλωστε; Όταν φτάσαμε μπορώ να οω πως ήταν πολύ όμορφα. Τα καράβια γύρω γύρω και τα φώτα έδιναν ωραία ατμόσφαιρα. Βρήκαμε το μαγαζί που είχαν κανονίσει να βρεθούμε και μπήκαμε. Σταμάτησα απότομα και ο Δημήτρης γύρισε να με κοιτάξει. Έμεινα εκεί, να την κοιτάω. Ήμασταν οι δυο μας στον χώρο και κανένας άλλος δεν υπήρχε. Μόνο εκείνη κι εγώ. Εκείνη γελούσε και μιλούσε κι εγώ την κοιτούσα.

Για Δύο ΆντρεςWhere stories live. Discover now