03

2.9K 299 110
                                    

Προχωρώ στο δρόμο προς ένα πάρκο όπου γράφω συνήθως. Με εμπνέει να κάθομαι σε εκείνο το παγκάκι μπροστά από το μεγάλο δέντρο.

Εκεί γράφω τα περισσότερα κεφάλαια του βιβλίου μου, το οποίο δημοσιεύεται κάθε εβδομάδα στην τοπική εφημερίδα. Αυτό το βιβλίο είναι η λύτρωση μου, το μόνο μέρος που μπορώ να εκφράζομαι χωρίς να κουράζω τους άλλους με τα συναισθήματα μου.

Οι φίλοι μου συνηθίζουν να μου λένε να την ξεχάσω και να αρχίσω να βγαίνω με 'αληθινές' κοπέλες πριν να είναι αργά και περάσουν τα χρόνια αλλά εγώ δεν τους ακούω. Είναι αληθινή απλά αυτοί αδυνατούν να τη δουν.

Συνήθως τους την περιγράφω ακριβώς ' μπλε μακρυά μαλλιά, πράσινα μάτια και πρόσωπο με γωνίες. Μικρά χείλη και λευκό δέρμα. Μπορώ ακόμα να φανταστώ τον τρόπο που θα χαμογελούσε, τον τρόπο που θα μιλούσε.

Είμαι ανίκανος να ξεχάσω τη μορφή της. Θέλω να την βλέπω για πάντα.' Παντα' Μεγάλη λέξη. Για αυτή όμως θα θυσιαζα κάτι τόσο μεγάλο.

Με τις σκέψεις να με παρασέρνουν έφτασα στον προορισμό μου χωρίς να το καταλάβω. Πλησιάζω στο παγκάκι και κάθομαι βγάζοντας από την τσάντα μου το αγαπημένο μου τετράδιο.

Σε αυτό το τετράδιο γράφω και αποτυπώνω ότι μου τη θυμίζει. Την εχω ζωγραφίσει στην τελευταία σελίδα, θέλω να τη βλέπω.

Πηγαίνω σε μια καθαρή σελίδα και αρχίζω να τη ζωγραφίζω χαρούμενη. Θέλω να τη δω χαρούμενη.

Μακάρι να γινόταν να της αλλάξω τη διάθεση τόσο εύκολα όσο τραβάω τις γραμμές στο χαρτί.

Βροχή μου άραγε τα δακρυα θα σβήσουν;

"Wren!" Λέει μια φωνή δίπλα μου και εγώ γυρνώ να κοιτάξω από που ερχόταν.

"Εσυ;" λέω προσπαθώντας να την πλησιάσω.

"Wren ακολούθησε με." Τα μάτια της αστράφτουν και φαίνεται η λατρεία της για το μυστήριο και τα παιχνίδια.

Πηγαίνω γρήγορα προς το μέρος της και απλώνω το χέρι μου να την αγγίξω. Δεν νιώθω τίποτα. Σαν να έχω παραισθήσεις. Την βλέπω όμως, την βλέπω.

Ξαναπροσπαθω να της πιάσω το χέρι αλλά πάλι τίποτα. Κενό. Είμαι τόσο μπερδεμένος. Γιατί δεν μπορω να την αγγίξω αφού είναι εδώ και την βλεπω;

"Βροχή μου εσυ; πλησίασε με, μιλά μου." Λέω και τα συναισθήματα μου φουντώνουν σαν την θάλασσα μετά από καταιγίδα.

"Είσαι καλα;" Με ρωτά μια ανδρική φωνή.

Γυρνώ προς το μέρος οπου ερχεται η φωνη και βλέπω έναν άνδρα γύρω στα 50. "Είσαι καλα αγόρι μου;" με ρωτά ανήσυχα. "Σηκωθηκες από το παγκάκι και μιλούσες, μιλούσες στον αέρα." Συνέχισε.

"Είμαι καλά... Όλα εντάξει." Λέω και απομακρυνομαι.

Αφού είναι εκεί, ακόμα την βλέπω να μου κουνά το χέρι να την ακολουθήσω. Γιατί την βλέπω μόνο εγω; Γιατί νιώθω σαν να έχω τρελαθει;

Πρέπει να εξερευνησω το μυστήριο αλλιώς πάντα θα μείνω να μετανιώνω για τον φόβο και τη δειλία μου.

Αυτή η σκέψη ξεκαθάρισε κάποια πράγματα στο μυαλό μου. Πρέπει να την ακολουθήσω, να δω που θα με βγάλει.

Θα ακολουθήσω τη βροχή , ώστε να κερδίσω το δικο μου ουράνιο τόξο.

Τελείωσα το γράψιμο ακριβώς 01:01 😂

Ελπίζω να σας αρέσε.

Xoxo
-A

She Where stories live. Discover now