κεφ:13

479 109 42
                                    

Η Ηρώ την περίμενε στο δωμάτιο να μιλήσουν.
Το περίμενε αυτό και δεν σκόπευε να το αποφύγει. Αντιθέτως θα της έλεγε τα πάντα.
Έπρεπε να μιλήσει σε κάποιον να ελαφρύνει την ψυχή της. Η Ηρώ ήταν η μόνη που θα την καταλάβαινε. Το μόνο που την ανησυχούσε για ότι επρόκειτο να της αποκαλύψει,ήταν που ήταν ξαδέρφη του Αντρέα και δεν ήξερε μετά από αυτό αν θα τους ήθελε ακόμα μαζί.

Φόρεσε τη νυχτικιά της κι έκατσε απέναντί της.

"Ο Μάνος κι ο Μανόλο είναι το ίδιο πρόσωπο σωστά?",της είπε μπαίνοντας κατευθείαν στο θέμα.

"Ναι,το ίδιο πρόσωπο",απάντησε ξερά.

"Και εσύ τον έχεις ξεπεράσει Φαίδρα,γιατί εκείνος απ' οτι είδα μάλλον δεν σε ξεπέρασε ποτέ".

"Όχι,δεν με ξεπέρασε ποτέ",αυτό δεν απαντούσε σε ολόκληρη την ερώτηση που της είχε κάνει.

"Ποιο είναι το κενό στην ιστορία​ Τι δεν μου έχεις πει?",τη ρώτησε στο τέλος.

"Με αγαπούσε πολύ, σαν τρελός. Έφυγα. Το σκασα χωρίς να ξέρει πού βρίσκομαι όλα αυτά τα χρόνια".

"Μέχρι σήμερα το βράδυ...", συμπλήρωσε η Ηρώ.

"Μέχρι σήμερα το βράδυ".

"Τι συνέβη κι έφυγες? Νόμιζα πως κι εσύ..",η Φαίδρα γέλασε ειρωνικά διακόπτοντας την.

"Τον αγαπούσα? Ήταν ο πρώτος μου Ηρώ. Ήμουν τρελή για εκείνον,δεν τον αγαπούσα απλά".

"Τότε γιατί? Γιατί το έσκασες,γιατί έφυγες? Τι συνέβη?".

Ξέσπασε..."γιατί αυτό που είχαμε δεν ήταν σχέση. Όχι μία φυσιολογική σχέση τουλάχιστον".

Η Ηρώ την κοιτούσε χωρίς να καταλαβαίνει τίποτα απολύτως.

"Εγώ, ήμουν....σύνοδος του. Αυτό μονάχα",η Ηρώ ένιωσε σαν να τρωγε χαστούκι.
Τι της έλεγε ακριβώς? Κούνησε το κεφάλι της σε μία προσπάθεια να καθαρίσει τη σκέψη της.

"Τι-εννοείς?",τόνισε μία μία τις λέξεις. Δεν μπορούσε να καταλάβει πως ένιωθε απ' το βλέμμα της.

Πήρε μία βαθιά ανάσα και άρχισε να μιλά,να μιλά για εκείνο το μελανό κομμάτι της ζωής της που γνώριζε μονάχα εκείνη και που φύλαγε τόσα χρόνια σαν κόρη οφθαλμού.

"Όταν πήγα στη Φλωρεντία,για το μεταπτυχιακό μου,αρχικά εμένα στην εστία του Πανεπιστημίου. Η συγκάτοικος μου,ήταν ιταλίδα η Μπιάνκα.
Κάναμε παρέα,δεν είχα κάποιον άλλο εκεί, ήταν η μόνη μου παρέα.
Έβλεπε πως δυσκολευόμουν με τα οικονομικά, παρ'όλα όσα έκαναν οι γονείς μου, ότι μπορούσαν δηλαδή, σχεδόν δεν έβγαινα ποτέ έξω και έτρωγα μονάχα στην εστία, ότι αηδία σέρβιραν.
Εκείνη απ' την άλλη αν και έμενε εκεί,ξόδευε πολλά λεφτά και ντυνόταν ακριβά.
Δεν μπορούσα να φανταστώ το λόγο.
Μια μέρα μετά απο την τέταρτη φορά που πάθαινα δηλητηρίαση απ'το φαγητό της εστίας, μου πρότεινε,αν ενδιαφερόμουν, να δουλέψω εκεί που δούλευε κι εκείνη.
Μέχρι εκείνη την ώρα δεν ήξερα καν ότι δούλευε.
Στην αρχή αντέδρασα άσχημα. Όταν έμαθα τι ακριβώς δουλειά κάνει, νόμιζα πως μου πρότεινε να γίνω πόρνη? Αυτό  είχα καταλάβει αρχικά.
Όμως μου εξήγησε πως δεν ήταν έτσι.
Η δουλειά μας θα ήταν να συνοδεύουμε σε επαγγελματικά δείπνα άντρες που ήθελαν δίπλα τους απλά μία σύνοδό, όμορφη και μορφωμένη, να μπορεί να σταθεί σε τέτοιου είδους περιστάσεις.
Το...σεξ δεν συμπεριλαμβανόταν στη συνεργασία μας μαζί τους,παρά μόνο αν το επιθυμούσαμε.
Τα λεφτά ήταν σχεδόν τα δεκαπλάσια απο όσα μου έστελναν οι γονείς  μου τότε.
Ο Μανόλο, ήταν ο πρώτος μου πελάτης...Και μοναδικός", έριξε μία ματιά στην Ηρώ να δει τις αντιδράσεις της. Την κοιτούσε αποσβολωμένη, οπότε και συνέχισε...

"Ήταν από τη  Ρώμη κι ερχόταν στη Φλωρεντία για να κλείσει κάποια σπουδαία δουλειά.
Ο φίλος του, που τότε έβγαινε με την Μπιάνκα για τον ίδιο λόγο,του πρότεινε πως ήταν καλό να συνοδεύεται από κάποια κοπέλα.
Η Μπιάνκα πρότεινε σε εμένα τη δουλειά και έτσι έγινε η γνωριμία".

"Και πότε γίνατε ζευγάρι",πετάχτηκε η Ηρώ μετά από ώρα σιωπής.

Η Φαίδρα κατέβασε το κεφάλι..."ποτέ. Η σχέση μας ήταν μέσα στα πλαίσια της συνεργασίας μας..."

"Με προνόμια...",πέταξε η Ηρώ.

"Με ερωτεύτηκε σχεδόν απ'την πρώτη στιγμή. Για μένα δεν ήταν δύσκολο. Ένα κορίτσι από ένα νησί που δεν είχε καμία απολύτως εμπειρία στους άντρες πέρα από κάνα δυο αθώες σχέσεις... Με είχε σε αποκλειστικότητα. Με πλήρωνε γι'αυτό χωρίς να καταλαβαίνει πως και χωρίς τα χρήματα εγώ μόνο μαζί του ήθελα να είμαι.
Στην αρχή τον έβλεπα δύο φορές το μήνα για λίγες ώρες μονάχα.
Αυτό τότε μου αρκούσε. Όταν όμως γίναμε ζευγάρι ερχόταν συχνότερα όμως άλλαξε, έγινε απαιτητικός και παράλογα ζηλιάρης απέναντι μου.
Ακόμα και τότε όμως δεν σταμάτησε να με πληρώνει. Ο ανόητος μετά από κάθε συνάντηση άφηνε χρήματα στο κομοδίνο.
Ένιωθα πλέον πόρνη,γι'αυτό και έφυγα. Το 'σκάσα, Ηρώ,σαν τον κλέφτη".

"Σε έψαξε?  Έψαξε να σε βρει?".

"Δεν ήξερε τίποτα για μένα. Όταν ξεκίνησα όλο αυτό,έδωσα ψεύτικα στοιχεία. Ευτυχώς...",είπε στο τέλος.

Η Ηρώ πέρασε το χέρι μέσα απ τα μαλλιά της. Αυτό που μόλις είχε ακούσει ήταν παντελώς εξωφρενικό.
"Και τώρα? "

Την κοίταξε μην καταλαβαίνοντας τι εννοεί.
"Τώρα τι? Εγώ είμαι με τον Αντρέα κι εκείνος παντρεύεται την Ανθή".

"Κι αυτό είναι το τέλος που θέλεις να δώσεις στην ιστορία σας. Είσαι σίγουρη?".

Μα τι της έλεγε? Να αφήσει τον Αντρέα? Να διεκδικήσει τον Μάνο απ' την Ανθή? Πώς μπορούσε να σκεφτεί κάτι τέτοιο?

"Η ιστορία με εμένα κι εκείνον τελείωσε. Όχι τώρα,χρόνια πριν",είπε με ένταση στη φωνή της. "Κανείς δεν πρέπει να μάθει τίποτα. Και δεν μιλάω μόνο για τον Αντρέα.
Ηρώ καταλαβαίνεις τι θα γινόταν αν το μάθαινε η Ανθή ή ακόμα χειρότερα η Έλλη? Η εικόνα που έχουν για μένα...Όχι,όχι δεν θέλω καν να το φανταστώ",είπε κουνώντας έντονα το κεφάλι της πέρα δώθε.

Η Ηρώ σηκώθηκε και έκατσε δίπλα της πιάνοντας της το χέρι,"Φαίδρα μου, η δική μου εικόνα για σένα δεν άλλαξε καθόλου. Μικρό κορίτσι ήσουνα έκανες​ μια βλακεία. Μια μεγάλη βλακεία δεν λέω, αλλά τον ερωτεύτηκες. Όμως νιώθω ότι πρέπει να του μιλήσεις",κούνησε ξανά το κεφάλι της πέρα δώθε πιο έντονα αυτή τη φορά...,"πρέπει, οι δυο σας μόνοι σας. Να διώξεις κάθε αμφιβολία. Μόνο τότε θα ελαφρύνει πραγματικά η καρδιά σου",η φωνή της ακουγόταν απαλή και στοργική.

Η Έλλη δεν θα αντιδρούσε έτσι το γνώριζε καλά γι' αυτό και ποτέ δεν της είχε μιλήσει γι'αυτήν την πλευρά της ζωής της.

Η Ηρώ είχε δίκιο. Έπρεπε να διώξει κάθε αμφιβολία. Για εκείνη,για εκείνον,για την Ανθή και τον Αντρέα.
Έπρεπε να τον δει να του μιλήσει.

ΌΝΕΙΡΑ ΜΕΤΑΞΙHikayelerin yaşadığı yer. Şimdi keşfedin