Midnight Walking

74 14 7
                                    

Περπατούσαμε σιωπηλά εδώ και ώρα μέσα στο πάρκο, λίγο πιο έξω από το Πόρτλαντ.

Ο πατέρας μου πέρασε το μπουφάν γύρω από τους ώμους μου.

Ακόμη αμίλητος.

Είχα περάσει ένα από τα πιο τραγικά δείπνα στη ζωή μου.

Πρώτη φορά έμεινε τόσο ψύχραιμος μετά από μία τέτοια είδηση, ούτε που με κοίταξε σε όλη τη διάρκεια.

Μόνο η Denise με παρότρυνε να τον ακολουθήσω εκεί όπου πηγαίνει, δεν έχω ιδέα τώρα που βρίσκεται εκείνη, μας δίνει χρόνο.

Η ατμόσφαιρα εξακολουθεί να είναι νευρική και άβολη.

Δεν έχω το θάρρος να τον κοιτάξω.

Βρισκόμουν δύο βήματα πίσω του, τον κοιτούσα πως ήταν έτσι σκυμμένος.

Τα χέρια του μέσα στις τσέπες, οι ώμου του πλαγιαζαν μπροστά και σβαρνουσε τα βήματά του.

Μάζεψε τα μανίκια του και έκατσε σε ένα παγκάκι μεμονωμένο.

Βρισκόμασταν σε ένα από τα πιο όμορφα σημεία της πόλης, στη πλαγιά, μπροστά στις παρεμβολές του Κολούμπια.

"Έχω κολυμπήσει σε αυτόν τον ποταμό.", λέει καθώς κάθομαι δίπλα του.

Προφανώς ονειροπολεί μόνος και σκάει ένα μεγάλο χαμόγελο στα χείλη του.

"Με τη μαμά σου."

Κι εδώ η ατμόσφαιρα χαλάει.

Είπαμε κάποτε πως δε θα μιλάμε για παλιά θέματα και ο πατέρας μου σταμάτησε εδώ και πολύ καιρό να μιλάει για τη μητέρα.

"Την αγάπησα, δε θέλω να πιστέψεις το αντίθετο.", σταυρώνει τα χέρια του.

Θλιμμένος σκύβει το κεφάλι.

"Αγαπούσες πιο πολύ τη δουλειά σου όμως και μετά τη γραμματέα σου.", ειρωνεύομαι.

Αναστεναζει βαθιά. "Θα με καταλάβεις κάποια στιγμή.", γυρίζει να με κοιτάξει κατάματα.

Εξετάζει το πρόσωπό μου, το ύφος του τώρα είναι γαλήνιο.

Πολύ καλύτερα από ότι πριν με αυτό που άκουσε. "Μου τη θυμίζεις, έχεις την ίδια έκφραση με τη μητέρα σου το βράδυ που μου είπε κι εκείνη ότι ήταν έγκυος σε σένα...", χαμογελάει νοσταλγικά.

Νομίζω θα βάλω τα κλάματα ξανά.

"...ανυπομονούσα από τη πρώτη στιγμή που το έμαθα να σε γνωρίσω. Ήμουν τρομοκρατημένος στην αρχή, όπως κάθε νέος πατέρας, βέβαια...", χάιδεψε τις τούφες που ξέφευγαν από τον απαλό αέρα.

p o s i + i v e | h.s.Место, где живут истории. Откройте их для себя