«Μιχάλη! Μιχάλη, είσαι καλά;» ακούω τη φωνή της Βάνας, ανήσυχη κάπου κοντά μου. Ανοίγω με μιας τα μάτια.
Νομίζω δεν έχει προλάβει να περάσει ούτε ένα λεπτό από τότε που έσκασα σαν καρπούζι στο πάτωμα μετά την πτώση του πορτοκαλιού στο κεφάλι μου. Ωστόσο γύρω μου έχουν μαζευτεί γνωστοί και άγνωστοι και τα μαλλιά της Βάνας μου γαργαλάνε το πιγούνι.
«Τι; Α, ναι, ναι όλα εντάξει.» λέω γρήγορα και σηκώνομαι από το πάτωμα. Τα δάχτυλά μου λες και από μόνα τους αμέσως αγγίζουν το πονεμένο σημείο στο μέτωπό μου. Ο πόνος έχει αρχίσει να υποχωρεί σιγά-σιγά αλλά ίσως αποκτήσω καρούμπαλο σε εκείνο το σημείο. Και δεν μου αρέσει καθόλου η ιδέα.
Ξαφνικά θυμάμαι. Σηκώνω τα μάτια μου στη σκάλα αλλά δεν βλέπω κανέναν. Αυτό με ξαφνιάζει. Μα που μπορούσε να εξαφανιστεί τόσο γρήγορα;
«Ει είδατε τη μπέμπα εκεί πάνω;»
Ο Σπύρος επανήλθε πάλι κοντά μας με το γνωστό του πονηρό βλέμμα.
«Μπέμπα;» ρωτάει η Βάνα με σηκωμένο το αριστερό της φρύδι. (Είναι απίστευτη η τύπισσα. Μια φορά κάναμε διαγωνισμό ‘σηκωμένων φρυδιών’. Άντεξε δεκατρία λεπτά. Εγώ ούτε δέκα.)
«Αυτό το κοκκινομάλλικο μωρό. Παίζει να ήταν δεκαπέντε μόνο.» λέει με γελάκι.
Άρα την πρόσεξε και αυτός. Άρα δεν ήταν παραίσθηση.
«Και εγώ την είδα!» πετάγομαι και το μετανιώνω για λίγο επειδή μάλλον το είπα υπερβολικά δυνατά και όλοι μες στην αίθουσα με κοίταξαν για λίγα δευτερόλεπτα. Τώρα θα πιστεύουν ότι τα εγκεφαλικά μου κύτταρα άλλαξαν θέση ή κάτι τέτοιο.
«Πότε πρόλαβες ρε; Αφού σε πέτυχε το πορτοκάλι στην κεφάλα σου!» λέει ο Σπύρος.
«Την είδα όμως. Ήταν στην άκρη της σκάλας. Φαινόταν… τρομοκρατημένη.»
«Ρε συ τι έγινε;» ρωτάει η Βάνα τον Σπύρο. Μάλλον η ίδια δεν κατάλαβε και πολλά.
«Έφερνε πορτοκάλια στον Παπαδημητρίου επειδή τα χρειαζόταν για επίδειξη στο μάθημα ή κάτι τέτοιο. Και καθώς ανέβαινε μάλλον το δίχτυ πιάστηκε από το κάγκελο, σκίστηκε και τα πορτοκάλια τα μισά έπεσαν κάτω και τα άλλα μισά κατρακύλησαν στη σκάλα. Να δες!» λέει και με την άκρη του παπουτσιού του αγγίζει ένα μισό-πατημένο πορτοκάλι. «Θα στύψουμε χυμό πορτοκάλι!» λέει με ειρωνικό χαμόγελο.
Αλλά εμένα άλλο με έκαιγε. «Και που χάθηκε;»
«Το έσκασε. Μόνο τις κόκκινες μπούκλες της είδαμε στην πόρτα. Βαμμένα Κόκκινα Μαλλιά!» λέει και σχηματίζει τον τίτλο με αόρατα γράμματα μπροστά του.
ВЫ ЧИТАЕТЕ
Το πορτοκαλοκόριτσο (TYS_GR)
Подростковая литератураCopyright © 2014. All rights reserved. Νομίζω πως εκείνη η μέρα ήταν η πιο διαφορετική και η πιο διασκεδαστική μέρα της ζωής μου. Αν και ήταν η μέρα του Αγίου Βαλεντίνου και εγώ δεν είχα κοπέλα, νομίζω πως περνούσα μια χαρά χωρίς καρδούλες και αρκου...