Chapter 15 - Πνιχτες κραυγές

157 28 9
                                    

Ο Τζον σηκώθηκε και άνοιξε την πόρτα, ενώ εγώ στεκόμουν από πίσω του.

-Κ. Ράιαν, είπε.

Ο πατέρας μου ήταν, ωραία.

-Γειά σου Τζον, συγνώμη για την ενόχληση αλλά μετά το περιστατικό δεν πιστεύω πως είστε ασφαλείς εδώ. Ήρθα να πάρω την Έμμα τουλάχιστον.

Πέρασα κάτω από το χέρι του Τζον και βγήκα μπροστά από τον Ράιαν.

-Μιά χαρά είμαι μπαμπά. Λέω να μείνω εδώ απόψε, δεν θα πάθω τίποτα.

Κοίταξε τον Τζον με ένα σοβαρό και κρύο βλέμμα, ύστερα γύρισε πάλι σ' μένα.

-Καλά κοριτσάκι μου, ότι θες. Να προσέχεις.

-Καληνύχτα...

Είπαμε και έκλεισα την πόρτα.

-Θα νομίζει ότι σε κρατάω όμηρη και ότι σε βασανίζω, κάτι τέτοιο.
μου είπε και γέλασα.

-Ναι σίγουρα αυτό είναι, είπα ειρωνικά και άρχισα να τον φιλάω οδηγώντας τον στο κρεβάτι.

Ξάπλωσε στο μαξιλάρι και εγώ ακούμπησα το κεφάλι μου απαλά πάνω στην κοιλιά του, βασικά στους κοιλιακούς του. Μου χάιδευε τα μαλλιά με τα χέρια του.

-Θέλω να μείνουμε για πάντα έτσι. του ψιθύρισα και εκείνος με έφερε στην αγκαλιά του.

Έτσι μας πήρε και ο ύπνος ήρεμα, μέχρι την στιγμή τα ουρλιαχτά μου να ακούστηκαν μες την νύχτα.

-Έμμα? Ξύπνα μικρή μου ένας εφιάλτης ήτανε. μου είπε ο Τζον και εκείνη την στιγμή ξύπνησα.

Άνοιξα τα μάτια μου αλλά δεν μπορούσα να αναπνεύσω και η καρδιά μου χτύπαγε δυνατά. Κοίταξα τον Τζον.

-Μην φοβάσαι μωρό μου. Πες μου τι έγινε;

Μου είπε και με πήρε στην αγκαλιά του. Ήταν ζεστός. Ένιωσα την καρδιά μου να επανέρχεται στην κανονική της ροή.

-Εντάξει καλά είμαι. Έχω από μικρή ένα πρόβλημα με τους εφιάλτες. Περίπου την περίοδο που έφυγες.

Μια ησυχία ακολούθησε. Ο Τζον με φίλησε και μας ξαναπήρε ο ύπνος.

Ο ήλιος δεν άργησε να ανατείλει και ο Τζον προσφέρθηκε να με πάει στο κολλέγιο. Πήγαμε όμως πρώτα από το σπίτι μου για να αλλάξω και να πάρω τα απαραίτητα. Φεύγοντας είδαμε τον Φίλ στον κήπο του. Κοίταζε τον Τζον με ένα βλέμμα γεμάτο θυμό. Μα γιατί δεν τον εμπιστεύεται πια; Τι του έχει κάνει;

My WolfWhere stories live. Discover now