Chapter 14 - Ο πρίγκιπας

148 26 12
                                    

Μπήκα μαζί με την Άννα μέσα στην έπαυλη. Εκεί ήταν και ο Ντάνιελ.

-Χρόνια σου πολλά Ντάνιελ, του είπα και του έδωσα το δώρο του, κάτι ακουστικά νέας τεχνολογίας που ήθελε.

-Thank you κούκλα, αλλά πως και δεν ήρθε ο πρίγκιπας σου; Ποιος αφήνει τέτοιο κορμί μόνο του; ρώτησε μες την ειρωνία και έφυγε.

Το πάρτι ήταν τέλειο, ποτά και μουσική στο φουλ. Κάτι έλειπε όμως.

-Τι σας έχω μωρά μου;
είπε ο Νίκολας, ένας φίλος του Ντάνιελ, κρατώντας σακουλάκια με χόρτο. Τότε κάτσαμε, η παρέα, στον καναπέ του σαλονιού και καπνίζαμε. Σχεδόν όλοι ήταν έξω αλλά με τόσο κόσμο, γινόταν χαμός σε όλη την έπαυλη.

Με πιάνει κατούρημα και πάω στον πάνω όροφο, όπου ήταν το μπάνιο. Ανεβαίνω τα σκαλιά με το ζόρι έτσι μαστουρομένη που είμουν και ανοίγω καταλάθος την κρεβατοκάμαρα. Εκεί είδα δύο άτομα να το κάνουν αλλά δεν νιάστηκα καθόλου, γέλασα λίγο και συνέχισα.

Μόλις βγαίνω βλέπω σχεδόν όλους στον πάνω όροφο και ακούω ένα ουρλιαχτό λύκου από κάτω. Έτρεξα να δω τι έγινε και έπεσα πάνω στην Βίκυ.

-Τι γίνεται κάτω, τι πάθατε όλοι;
την ρωτάω καθώς σηκωνόμαστε.

-Εεε...κάτω είναι.... μαύρος εε...
ο λύκος είναι κάτω!!! μου απάντησε χάνοντας τα λόγια της έντρομη.

Πρόλαβαν να κλείσουν όλες τις τζαμαρίες και τις πόρτες εκτός από την κεντρική, από όπου λογικά μπήκε.

Επανήλθα από το σοκ. Γιατί είναι εδώ ο Τζον; Τι τον έφερε εδώ; Ακούστηκαν τσιρίδες από κάτω. Κάποιος κάλεσε την αστυνομία και έπρεπε να τον βγάλω από εδώ πριν τον πιάσουν.

Σκέφτοντας ότι ο άγριο αυτός λύκος είναι ο Τζον μου, πήγα γρήγορα στην σκάλα που οδηγεί κάτω. Κατέβηκα μέχρι την μέση και κοίταξα που είναι. Η πόρτα που είχε μείνει ανοιχτή πρέπει να έκλεισε από τον αέρα, και πρέπει να την ανοίξω. Είδα τον λύκο να κατευθύνεται προς την κουζίνα και τότε πήγα γρήγορα και άνοιξα την κωλοπορτα για βγει επιτέλους έξω ο Τζον. Η καρδιά μου χτύπαγε στα ύψη όταν οι σειρήνες των περιπολικών ακουγόταν όλο και πιο κοντά.

Πήγα να γυρίσω πίσω αλλά είδα τον λύκο να έρχεται και είπα να μείνω ακίνητη. Γυρνάω και τον βλέπω πίσω μου. Ένιωθα να σπάω. Δεν ήξερα τι να κάνω. Αλλά περισσότερο δεν ήξερα τι φοβόμουν πιο πολύ, το ότι θα πιάσουν τον Τζον ή ότι μπορεί να με σκοτώσει;

Ένιωθα την ανάσα του στον σβέρκο μου έπειτα ακολούθησε ένα γρυλισμα. Ήταν τεράστιος, όπως τον θυμόμουν. Θυμήθηκα την νύχτα που έμαθα πως ήταν λυκάνθρωπος. Με πλησίασε. Οι λύκοι μυρίζουν τον φόβο λένε, γι'αυτό παρέμεινα ψυχρεμη λέγοντας από μέσα μου πως είναι ο Τζον, ο γλυκός μικρούλης Τζον.

-Πρέπει να φύγεις τώρα!!! του ψιθύρισα δυνατά στο αυτί δείχνοντας την πόρτα. Δεν ξέρω κατά πόσο θα λειτουργούσε αυτό.
Έφυγε γρήγορα από την πόρτα και εγώ την έκλεισα βιαστικά. Ένα δάκρυ κύλησε στο μάγουλο μου, ενώ ταυτόχρονα χαμογελούσα από ανακούφιση.

Αργότερα η αστυνομία ήρθε και μας τσέκαρε έναν έναν.

-Έσυ τον άφησες να φύγει!! Επίτηδες έτσι;; με ρωτά η Βίκυ καθώς με αρπάζει από το χέρι.

-Τι.... εγώ...τι λες μωρέ, να μας σώσω ήθελα , άκου 'κει επίτηδες.
είπα για να μην δώσω στόχο.

Ο μπαμπάς μου με ρώτησε για πολλοστή φορά αν είμαι καλά

-Ναι ρε μπαμπά αφού στο 'πα καλά είμαι, δεν με πειραξε.

Του είπα και πήγα στο αμάξι μου για να πάω στον Τζον. Τον οποίο συναντώ περίπου στην μέση του δρόμου.

-Τζον; Έλα να σε πάω. είπα και μπήκε μέσα.

-Έμμα...

-Γιατί ήρθες στο πάρτι; Έτσι σαν λύκος εννοώ;

-Δεν ξέρω μωρό μου, σαν να ήθελα να σε προστατεύσω από κάτι. Πάντως αν δεν είσουν εσύ θα είμουν νεκρός.

-Αχ Τζον,. είπα καθώς πάρκαρε λίγο πιο κάτω από το σπίτι του.

-Πες μου πως δεν σε χτύπησα;
με ρώτησε τρομαγμένος

-Όχι απλά με κοίταγες, μετά έφυγες.

Περπατήσαμε ως το σπίτι του. Με έφερε κοντά του και με φίλησε. Είχα παγώσει από το κρύο. Αλλά αυτός μου έφερε μια κουβέρτα και με αγκάλιασε, ήταν τόσο ζεστά, δεν ήθελα να τελειώσει ποτέ αυτή η στιγμή.

Όμως τότε ακούστηκε το κουδούνι, σηκώθηκαμε και κοίταξα από το παράθυρο ένα περιπολικό απ' έξω. Αχ, τι έγινε πάλι...

My WolfWaar verhalen tot leven komen. Ontdek het nu