31.

585 82 6
                                    

ΚΛΕΙΩ

Είσαι ευτυχισμένη; Είσαι χαρούμενη; Είσαι ικανοποιημένη από την ζωή σου;

Σηκώνω το κεφάλι και κοιτάζω την αεροσυνοδό που με καλωσορίζει στο Παρίσι. Ένας χρόνος είχε περάσει από το περσινό καλοκαίρι. Ένας χρόνος από την στιγμή που γνώρισα τον Κρις. Και τέσσερις μήνες από όταν τον άφησα να φύγει. Και ακόμη ο πόνος θέριζε τα σωθικά μου ανελέητος κατηγορώντας με για αυτή την απόφαση μου. Όμως βαθιά μέσα μου γνώριζα πως δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς.

Περπατάω με γρήγορα βήματα ώστε να φτάσω στον χώρο παραλαβής της βαλίτσας μου. Το αεροδρόμιο είναι τεράστιο και εγώ ανυπομονώ να βγω από αυτό, έξω στον καυτό Παριζιάνικο αέρα. Το ένα από τα δύο ακουστικά μου πέφτει από το αυτί μου. Το σηκώνω βιαστικά καθώς καρφώνω το βλέμμα μου στο σημείο από όπου δεν έχουν ξεκινήσει ακόμη να βγαίνουν οι βαλίτσες. Δύο ξανθά παιδιά, ηλικίας 6 και 8, παίζουν κυνηγό γύρω μου. Βγάζω το κινητό μου από την τσέπη στο πίσω μέρος του σορτς που φοράω και κοιτάζω την οθόνη. Αλλάζω τραγούδι από την μπαλάντα σε κάτι πιο χαρούμενο και το χώνω ξανά στη θέση του. Μπροστά μου ο διάδρομος αρχίζει να κινείται και οι βαλίτσες ξεκινούν να εμφανίζονται. Κοιτάζω ανυπόμονα ψάχνοντας την δική μου ενώ ταυτόχρονα εύχομαι από μέσα μου να μην έχει χαθεί στο ταξίδι. Σύντομα εμφανίζεται στο οπτικό μου πεδίο και ένας αναστεναγμός ευχαρίστησης ξεφεύγει από τα χείλη μου. Ωστόσο σύντομα το συναίσθημα που με καταλαμβάνει είναι πανικός αφού αδυνατώ να τη σηκώσω. Ένας κύριος ηλικίας 50 ετών με βοηθάει και εγώ με τη σειρά μου του προσφέρω ένα τεράστιο ευχαριστήριο χαμόγελο. Σηκώνω το χερούλι της βαλίτσας και ξεκινάω να περπατάω νωχελικά προς τον χώρο που γνωρίζω πως με περιμένει ο πατέρας μου. Αν και οι σχέσεις μας έχουν βελτιωθεί ακόμη τρέμω το χρονικό διάστημα που καλούμαι να περάσω με την καινούρια του οικογένεια. Και πάλι όμως; Πόσο χειρότερα μπορεί να είναι τα πράματα από το γεγονός ότι έχασα τον άνδρα της ζωής μου λίγο καιρό πριν;

                                                                             **

Πρώτη μέρα στο Παρίσι λοιπόν. Ο ήλιος βυθίζεται στον ορίζοντα βουτώντας στον ποταμό μπροστά μου. Βρίσκομαι πάνω στην ίδια γέφυρα που ξεκίνησε η ιστορία μας. Κοιτάζω πέρα μακριά σκεφτόμενη όλα όσα ζήσαμε. Άραγε είμαστε καταδικασμένοι να επιστρέφουμε στον τόπο του εγκλήματος ξανά και ξανά ή απλά όλο αυτό είναι μια διαστροφική ικανοποίηση που λαμβάνω από την αίσθηση εκείνου του πόνου που με διάλυσε όταν τον έχασα; Από εκείνο τον πόνο που σου γλύφει τα σωθικά κάνοντας σε να διπλώνεσαι στα δύο και να μένεις άγρυπνος κάθε νύχτα ανασύροντας αναμνήσεις χαρούμενες. Αναμνήσεις, στις οποίες αγνοούσες τα όσα βρίσκονταν πολύ κοντά σου.

ΟΧΙ! ΙΣΩΣ? ΝΑΙ! (vol.1)Where stories live. Discover now