4.

902 113 1
                                    

ΚΡΙΣ

«Ακόμη ένα σφηνάκι» την προκάλεσα και εκείνη γέλασε ζαλισμένη από το αλκοόλ. Γρήγορα έκανα νόημα στον Πιερ και εκείνη πήρε στο χέρι της το σφηνοπότηρο όταν ο μπάρμαν το ακούμπησε στη μπάρα. Τσουγκρίσαμε κοιτάζοντας ο ένας τον άλλον στα μάτια και ήπιαμε το περιεχόμενο.

«Στο είπα ότι θα σου άρεσε το δικό μου αγαπημένο μέρος...» εκείνη κοίταξε γύρω της το μαγαζί που την είχα φέρει. Δεν ήταν τίποτα περισσότερο από ένα μικρό μπαράκι όπου έπαιζε τζαζ μουσική και όμως σου έδινε την αίσθηση ότι είχε βγει κατευθείαν από μια άλλη δεκαετία, όπου όλα ήταν διαφορετικά. Ίσως και λιγάκι πιο ονειρικά. Εκείνη με κοίταξε με ένα πονηρό χαμόγελο ζωγραφισμένο στα χείλη της και τα μάτια της μου έδειχναν να συμφωνούν με τα λόγια μου.

«Πάρε ένα μπουκάλι κρασί και πάμε» πρότεινε και μου έκανε νόημα ότι έβγαινε έξω να με περιμένει. Της έκλεισα το μάτι και προχώρησα προς τον Πιερ. Γνωριζόμασταν χρόνια πολλά, αφού κάθε καλοκαίρι οι οικογένειες μας περνούσαν μερικές εβδομάδες διακοπών μαζί. Ο πατέρας του ήταν γνωστός σαξοφωνίστας και ο δικός μου είδωλο της ροκ. Και όμως είχαν υπάρξει φίλοι από τα μικράτα τους. Όπως εμείς οι δύο.

«Πρώτη φορά φέρνεις κοπέλα εδώ» παρατήρησε καθώς κοιτούσαμε προς το μέρος όπου κατευθυνόταν η μικρή.

«Είναι διαφορετική. Δεν ξέρει καν ποιος είμαι...» σχολίασα γελώντας.

«Ζει σε άλλο πλανήτη;» ρώτησε καθώς δύο γυναίκες με πλησίασαν ζητώντας μου να φωτογραφηθούμε. Τους χαμογέλασα πλατιά παίρνοντας το κινητό στο χέρι μου για μια σέλφι.

«Φεύγω αύριο για Βαρκελώνη αλλά ευελπιστώ να επιστρέψω ξανά Παρίσι πριν αφήσω την γηραιά ήπειρο και γυρίσω μια και καλά Αμερική για το τέλος της περιοδείας...»

«Φίλες μου το ξέρουμε και οι δύο ότι αν δεν έρθω L.A. δεν θα καταφέρουμε ποτέ να πιούμε εκείνο το ποτό που μου έχεις υποσχεθεί τρία χρόνια πριν...» γελάσαμε και οι δύο.

«Η ζωή ενός ποπ ειδώλου δεν κάνει παύση» ειρωνεύτηκα και πήρα το μπουκάλι με το κρασί χαιρετώντας τον φίλο μου.

«Μην τα κάνεις σκατά με τη μικρή» φώναξε καθώς απομακρυνόμουν από το μέρος του. Γύρισα το κεφάλι μου ρίχνοντας του μια δολοφονική ματιά.

«Και να την αφήσω μετά στα αχόρταγα δόντια σου;» απάντησα λίγο πριν σπρώξω την πόρτα και βγω έξω στην ζεστή καλοκαιρινή νύχτα.

ΟΧΙ! ΙΣΩΣ? ΝΑΙ! (vol.1)Donde viven las historias. Descúbrelo ahora