12.

819 99 6
                                    

ΚΛΕΙΩ

«Φίλη μου» είπε ο Θέμης και με κοίταξε από το κρεβάτι μου όπου ήταν ξαπλωμένος «είσαι πανέμορφη» σηκώθηκε όρθιος φορώντας το κουστούμι του και με πλησίασε. Κοίταξα στον καθρέφτη μπροστά μου την κοπέλα που στεκόταν όρθια φορώντας ένα μαύρο φόρεμα και έχοντας τα μαλλιά της λιτά, τα οποία έφταναν μέχρι χαμηλά στη μέση της. Το χρώμα τους ήταν ενδιαφέρον. Καστανό ανοιχτό που γινόταν κατάξανθο στις άκρες τους. Και τα μάτια μου ήταν απλώς καστανά. Όπως τόσων και τόσων ακόμη ανθρώπων γύρω μου.

«Πάμε κάτω γιατί σε λίγο θα ακούσουμε τις φωνές του Μάικλ» του είπα και τον τράβηξα προς το εξωτερικό μέρος του δωματίου μου. Πριν ωστόσο τον ακολουθήσω στο ισόγειο άνοιξα την πόρτα του δωματίου του Τζέιμς και κρυφοκοίταξα τον αδερφό μου που κοιμόταν. Χαμογέλασα γλυκά στην εικόνα του και έπειτα ακολούθησα τον φίλο μου.

Το σαλόνι ήταν γεμάτο από παίκτες της ομάδας του Μάικλ, που είχαν εμφανιστεί στο πάρτι γενεθλίων του φίλου τους μαζί με τις γυναίκες τους. Όλες τους ήταν εντυπωσιακά ντυμένες αφού οι πλειοψηφία τους ανήκε στον χώρο της show biz.

«Χρόνια πολλά» είπα χαρούμενα και αγκάλιασα τον πατριό μου. Εκείνος χαμογέλασε και με φίλησε στο μέτωπο. Έπειτα χαιρέτησε θερμά τον Θέμη.

«Κλεοπάτρα θέλω να σου γνωρίσω το μεγαλύτερο ταλέντο της ομάδας και προστατευόμενο μου. Τον Ντάνιελ» έτεινα το χέρι μου προς το μέρος του και εκείνος το έπιασε απαλά σφίγγοντας το. Του χαμογέλασα μόλις το άφησε.

«Και αυτός είναι ο φίλος μου ο Θέμης» ψέλλισα κλέβοντας μερικές ματιές από την εικόνα του που σίγουρα ήταν εντυπωσιακή. Το χρώμα του ήταν εκείνο της σοκολάτας γάλακτος. Το κεφάλι του ήταν ξυρισμένο. Τα μάτια του κατάμαυρα. Τα χείλη του σαρκώδη. Και μπορούσα να πω με σιγουριά ότι ξεπερνούσε το ύψος του Μαικλ, ξεπερνούσε τα 2,10 μέτρα. Τα μπράτσα του ήταν καλοσχηματισμένα. Και οι πλάτες του ήταν τεράστιες. Και φυσικά παρόλο που όλοι ήταν ντυμένοι επίσημα με κοστούμι, εκείνος φορούσε ένα μαύρο τζιν παντελόνι και ένα λευκό πουκάμισο που κολάκευε ιδιαιτέρως το εξαιρετικά γυμνασμένο σώμα του. Ξαφνικά ένιωσα τον Θέμη να με σκουντάει. Βγήκα γρήγορα από την νιρβάνα, στην οποία είχα πέσει και κοίταξα τον καινούριο προστατευόμενο του πατριού μου. Χαμογελούσε κρατώντας στο χέρι του ένα ποτήρι με ποτό. Το άλλο χέρι από εκείνο που με χαιρέτησε.

ΟΧΙ! ΙΣΩΣ? ΝΑΙ! (vol.1)Donde viven las historias. Descúbrelo ahora