16.

764 97 6
                                    

ΚΛΕΙΩ

Ο Θέμης βρισκόταν ξαπλωμένος στο κρεβάτι του νοσοκομείου. Το μηχάνημα δίπλα του έβγαζε έναν μουντό ήχο καθώς φανέρωνε την λειτουργία της καρδιάς του. Έξω ο αέρας χτύπησε απότομα το παράθυρο τραντάζοντας σχεδόν ολόκληρο το δωμάτιο. Το επόμενο λεπτό δυνατές ψιχάλες ξεκίνησαν να πέφτουν. Έτσι ήταν ο καιρός το τελευταίο διάστημα συνδυαζόμενος απόλυτα με την διάθεση μου. Αν και είχαν περάσει μόλις πέντε μέρες από εκείνη την νύχτα που ο κολλητός μου οδηγήθηκε στο χείλος του θανάτου είχα αρχίσει να απελπίζομαι. Τα μάτια του παρέμεναν μπροστά. Το σώμα του ακίνητο. Οι ανάσες του έβγαιναν ρυθμικά χωρίς να έχουν την ζωντάνια του ανθρώπου που γνώριζα τόσα χρόνια.

Πλέον περνούσα το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας μου στο πλάι του. Τα σχολεία δεν είχαν ξεκινήσει ακόμη έτσι μπορούσα να στέκομαι εδώ, σε αυτό το σημείο περιμένοντας τον να ξυπνήσει. Αυτός όμως πάντα κρατούσε τα μάτια του πεισματικά κλειστά. Και εγώ συνέχιζα να περιμένω εκεί μετρώντας τα λεπτά, τις ώρες, τις μέρες που η κατάσταση του παρέμενε στάσιμη. Υπήρχαν φορές που διάβαζα δυνατά κάποιο βιβλίο και άλλες που τον προκαλούσα να μου απαντήσει καθώς του μιλούσα για τον Ντάνιελ, την Νέα Υόρκη και τον Βινς.

Ένας χτύπος στην πόρτα του δωματίου με έβγαλε γρήγορα από τις ταραγμένες μου σκέψεις. Έστρεψα γεμάτη περιέργεια το κεφάλι μου προς εκείνο το σημείο μονάχα για να αντικρίσω τον Παύλο. Στεκόταν στην πόρτα απαλλαγμένος από το γνωστό ύφος αυτοπεποίθησης που τον χαρακτήριζε.

«Μπορούμε να μιλήσουμε;» με ρώτησε και η φωνή του έτρεμε.

«Όχι» απάντησα και τα μάτια μου εστίασαν πέρα μακριά, στο μικρό πάρκο που βρισκόταν έξω από αυτή την πλευρά του νοσοκομείου όπου βρισκόμασταν. Ωστόσο ένιωθα το βλέμμα του καρφωμένο στην πλάτη μου. Ένιωθα την παρουσία του να με πνίγει.

«Σε παρακαλώ» προσπάθησε να με πείσει ξανά. Κοίταξα τον φίλο μου και παραδομένη πλέον στο αίτημα του σηκώθηκα όρθια. Βγήκα από το δωμάτιο στον διάδρομο του νοσοκομείου κλείνοντας την πόρτα πίσω μου.

«Λοιπόν; Τι θέλεις;» σταύρωσα τα χέρια μου μπροστά στο στήθος μου.

«Να μάθω αν είσαι καλά. Να μάθω πως τα πηγαίνει ο Θέμης...»

«Γιατί;» ρώτησα τότε δίχως να μπορώ να καταλάβω την αλλαγή της συμπεριφοράς του. Πριν χωρίσουμε, πριν φύγω για τη Νέα Υόρκη εκείνος δεν ήθελε να έχει την παραμικρή σχέση με τον φίλο μου. Επομένως τώρα τι γύρευε εδώ;

ΟΧΙ! ΙΣΩΣ? ΝΑΙ! (vol.1)Donde viven las historias. Descúbrelo ahora