Ξύπνησα το πρωί έχοντας την άσχημη αίσθηση πως κρύωνα. Δεν είχα άδικο, αφού η κουβέρτα ληταν τραβηγμένη μακριά από το σώμα μου και τυλιγμένη γύρω από την Πέρι, που κοιμόταν ακόμη. "Ξύπνησες μικρή?" Άκουσα την φωνή του Χάρρυ δίπλα στο αυτί μου. ¨εσκυψε λίγο και με φίλησε στο μέτωπο πριν καθίσει στο πάτωμα δίπλα μου. "Σταμάτα να με λες μικρή, μου την δίνει! Ξέρουμε και οι δύο πως είμαι μεγαλύτερή σου!" Είπα καθώς τον χτύπησα απαλά στον ώμο. Μου χαμογέλασε και πέρασε το χέρι του γύρω μου πιέζοντας με πίσω στο πάτωμα. Είχε στραμμένο το πρόσωπό του προς την μεριά μου και με κοιτούσε για μερικά λεπτά, χωρίς να πει τίποτα. Είμασταν απλά οι δυο μας εκείνα τα λίγα λεπτά. "Να σου πω κάτι?" Με ρώτησε σοβαρα. "Και δεν το λες. Έτσι κι αλλιώς, όλοι κοιμούνται, κανείς δεν μπορεί να σ'ακούσει." Στηρίχτηκε στους αγκώνες του και με κοίταξε. "Είχα μια τρελή ιδέα μόλις ξύπνησα σήμερα." "Συμπεριλαμβάνει κι εμένα η ιδέα σου?" Ρώτησα πονηρά. "Φυσικά και ναι!" "Μπορώ να την μάθω λοιπόν?" Η ανυπομονισία να ακούσω αυτό που είχε να πει άρχισε να με κυριέυει. Δεν μπορούσα να φανταστώ τι είναι, αλλά ήμουν σίγουρη πως ήθελα να μάθω. "Είμαστε πρακτικά μόνοι αυτή την στιγμή, οπότε σκεφτόμουν, μήπως θέλεις να το σκάσουμε?" Με κοίταξε με τα μάτια του γεμάτα ελπίδα για την απάντησή μου. Δεν μπορούσα να συνειδητοποιήσω πωςρώτησε κάτι τέτοιο. Σηκώθηκα κι εγώ ελαφρά από το σημείο που καθόμουν και τον κοίταξα έντονα στα μάτια. "Εννοείτε πως θέλω να το σκάσουμε. Αλλά πού θα πάμε?" Σηκώθηκε απότομα και τράβηξε το χέρι μου για να με τραβήξει μαζί του. ¨αρχισε να περπατά βιαστικά και ταυτόχρονα μου ψιθύριζε. "Δεν έχει σημασία. Απλά θα το σκάσουμε από εδώ. Χωρίς δεύτερη σκέψη." Μόλις το άκουσα αυτό, κατάλαβα πως δεν εννοούσε κάποια μονοήμερη εξόρμηση στο κοντινότερο παγωτατζίδικο ή μα μακρινή βόλτα. Ένα εκατομμύριο σκέψεις άρχισαν να περνούν απ'το μυαλό μου. Τί θα κάνω με την δουλειά μου? Και το διαμέρισμα? Θα απολυθώ σιγουρα! Και το συγκρότημα? Δεν μπορεί απλά να φύγει, χωρίς προειδοποίηση! Πριν προλάβω να μιλήσω, είχε στραφεί προς το μέρος μου, και σαν να διάβαζε το μυαλό μου όλη αυτή την ώρα μου απάντησε. "Έχουμε διάλλειμα για έναν μήνα. Ελπίζω να μην το ξέχασες. Δεν είσαι τέτοια εσύ." Και να όμως που η τόσο ξαφνική του πρόταση με είχε βρει εντελώς απροετοίμαστη και πανικοβλήθηκα. Το κατάλαβε κι εκείνος, γιατί ήρθε κοντά μου λέγοντας "Αωωω" και με αγκάλιασε σφιχτά, κουνώντας με αριστερά-δεξιά. "Η μικρή μου ξεχάστηκε." Εκείνη την στιγμή τον έσπρωξα μακριά μου κι άρχισα να ψάχνω τα πράγματα μου, τα οποία ήταν όλα διάσπαρτα στο σπίτι. "Έλα ρε μικρό!" Συνέχισε ο Χάρρυ από πίσω μου. "Σταμάτα βα με λες έτσι! Δεν μου άρεσει!" Έγειρε λίγο το σώμα του προς την πλευρά του τοίχου όση ώρα εγώ φορούσα τα ρούχα μου και με κοιτούσε. Δεν είπα τίποτε, αφού δεν θα έβλεπε κάτι για πρώτη φορά. Μόλις σηκώθηκα κι άρχισα να περπατώ προς την έξοδο του δωματίου με σταμάτησε με τα χέρια του και μου ειπε " Ναι, αλλά δες. Είμαι πιο ψηλός από σένα" "Θα βαλω τα τακούνια μου σε λίγο. Έλα να μετρηθούμε και τότε." Είπα και γελάσαμε μαζί. "Ήμουν σίγουρη πως θα το έλεγες αυτό." Κατεβήκαμε όσο πιο αθόρυβα γινότανε τις σκάλες και βγήκαμε από το σπίτι, κλείνοντας απαλά την πόρτα πίσω μας. Με το που πατήσαμε το πόδι μας στο έδαφος, ο Χάρρυ έτρεξε προς το αυτοκίνητό του, ξεκλείδωσε βιαστικά και άνοιξε τις δύο μπροστινές πόρτες πριν καθίσει στο κάθισμα του συνοδηγού και κλείσει την δική του. "Χάρρυ παιδί μου, επικοινωνείς?" Είπα προσπαθώντας να συγκρατήσω τα ΄γελια μου. "Mην με λες παιδί σου!" "Γιατί? Αφού είσαι μικρότερός μου!" "Ναι, αλλά θα άφηνες ποτέ το παιδί σου να σου κάνει αυτά που σου κάνω εγώ?" Είπε κλείνωντάς μου το μάτι. "Ίου ρε Χάρρυ!" Έκατσα στο κάθισμα δίπλα του και ξεκίνησε να οδηγεί. "Αλήθεια θα φύγουμε?" Ρώτησα έχοντας ακόμη τους ενδοιασμούς μου. "Ναι." "Και πού θα πάμε?" "Έχει σημασία?" Είπε και συνέχισε να οδηγεί μακριά απ'ό,τι είχαμε ζήσει μαζί μέχρι τότε.