Κεφάλαιο 12

7.8K 326 5
                                    

«Δεν θα πας σχολείο σήμερα»
Της φώναξε.
«Δεν θα μου πεις τι θα κάνω... είμαι καλά»
«Ρε κοριτσάκι μου το ξέρω ότι είσαι καλά αλλά κάτσε και σήμερα... τι θα πάθεις;»
«Απουσίες λέγονται Άρη...Α-που-σι-ες»
«Σιγά...εγώ αυτή την περίοδο είχα πιο πολλές από εσένα»
«Εγώ όμως δεν είμαι εσυ... Το ξεκαθαρίζουμε αυτό»
«Κάτσε ρε παιδί μου και σήμερα μην σε πιάσει πάλι»
«Δεν θα με πιάσει... είμαι καλά... στο είπα από χθες»
«Καλά τι σε πειράζει να μείνεις και σήμερα;»
«Με πειράζει άσε με να πάω σχολείο»
«Καλά θα σε πάω»
«Και πολύ άργησες» είπε και μπήκαν στο αυτοκίνητο.
Την άφησε έξω από το σχολείο και βγήκε γρήγορα από το αυτοκίνητο.
«Φιλάκι δεν έχει;» Την πείραξε.
«Είσαι ηλίθιος» του είπε και μπήκε στο σχολείο.
Ευτυχώς είχε προλάβει να πάει πριν μπουν... Μόλις είχε τελειώσει η προσευχή.
«Που ήσουν εσυ χθες;» Την ρώτησε η Ειρήνη.
«Σπίτι... χάλια ήμουν»
«Τι είχες;»
«Στομάχι»
«Είσαι καλά τώρα;»
«Ναι τέλεια» είπε και ανέβηκαν στην τάξη.
Είχαν κάποια κενά σήμερα όποτε σχολασαν νωρίς. Η Αφροδίτη κατέβαινε τις σκάλες με την Ειρήνη και την Μαρίνα όταν άκουσε τον Παναγιώτη να την φωνάζει.
«Πάμε εμείς» είπε η Ειρήνη στην Μαρίνα και προχώρησαν μπροστά.
«Έμαθα ότι δεν ήσουν καλά χθες»
«Ναι αλλά τώρα είμαι εντάξει»
«Περαστικά»
«Ευχαριστώ»
«Πας σπίτι;»
«Εεε ναι... έλεγα να πάρω τον Άρη να έρθει να με πάρει»
«Και εγώ που έλεγα σήμερα που τελειώσαμε νωρίς να σε πάρω να πάμε μια βόλτα»
«Κοιτα νομίζω ότι προτιμώ την βόλτα από τα μούτρα του Άρη» είπε γελώντας.
«Πάμε τότε» είπε και βγήκαν από το σχολείο μαζί.
Περπάτησαν μέχρι την πλατεία συζητώντας για διαφορα θέματα και κάποια στιγμή ο Παναγιώτης την σταμάτησε... Την κοίταξε στα μάτια και μετά την φίλησε.

«Θέλω να ξεκινήσουμε μαθήματα φίλε.. δεν μπορώ άλλο... να κάνω κάτι να ξεχνιέμαι»
«Έλα σε λίγες μέρες ξεκινάμε... κουράγιο»
«Δεν μπορώ»
«Ρε ξεκολλα»
«Εύκολο να το λες»
«Εεε η Αφροδίτη δεν είναι αυτή»
Είπε ο Μάνος και του έδειξε προς την κατεύθυνση που την είδε.
«Αυτή είναι»
«Και με ποιον είναι;»
«Δεν έχω ιδέα» απάντησε ο Άρης κοιτάζοντας επίμονα.
«Καλά μην κοιτάς έτσι»
«Δεν με έχει δει»
«Και δεν χρειάζεται να σε δει... ξεκολλα»
Και τότε τον είδε να την φιλάει.
«Εεεε φίλε προφανώς είναι ο φίλος της άστο» είπε καο γύρισε πλάτη και κάθισε ξανά στην καρέκλα του βγάζοντας το κινητό του.
«Τι κανεις τώρα;»
«Θα δεις»

«Οπ... το κινητό μου» είπε όταν άκουσε τον ήχο του μηνύματος και πήρε τα χείλη της από τα δικα του.

«Που είσαι;»

Ήταν ο Άρης... Δεν θα του απαντούσε.. έτσι και αλλιώς υποτίθεται ότι είχε σχολείο.
«Γιατί με κοιτάς;» Τον ρώτησε αφού έβαλε ξανά το κινητό στην τσέπη της.
«Γιατί είσαι πολύ όμορφη»
«Σιγά»
«Μ αρέσεις... πολύ» της είπε και εκείνη χαμογέλασε.
«Δεν θα πεις κάτι;» Την ρώτησε μετά από λίγο.
«Αν δεν μου αρεσες δεν θα ήμουν εδώ τώρα Παναγιώτη» του είπε και εκείνος την αγκάλιασε και τότε ακούστηκε ξανά ο ήχος του μηνύματος.
«Μήπως να απαντήσεις;»

«????»

«Ναι μισό λεπτό» του είπε και άνοιξε το κινητό της.

«Ούτε στο σχολείο δεν μπορώ να είμαι;»

«Κρίμα που δεν είσαι στο σχολείο... έκανες κοπάνα η σχολασες;»

Που το ήξερε; Αφού ήταν σπίτι.
«Παναγιώτη περίμενε μισό λεπτό» είπε και πήγε λίγο πιο πέρα για να τον πάρει τηλέφωνο.
«Ναι» είπε όταν της το σήκωσε.
«Τι θέλεις;» Του είπε θυμωμένη.
«Δεν σου έχουν πει ότι όταν φιλάς κάποιον δημόσια κάποιος θα σε δει;» Της είπε καο κοίταξε γύρω αλλά δεν τον είδε.
«Που είσαι;»
«Εγώ στο σπίτι... Εσυ έπρεπε κα ήσουν κάπου άλλου και όχι στην πλατεία»
«Άρη που είσαι;»
«Σπίτι σου είπα... και αν θες έλα να το τσεκάρεις»
«Που ξέρεις που είμαι;»
«Σου είπα όταν φιλάς κάποιον δημόσια κάποιος θα σε δει»
«Και τι σε νοιάζει εσένα τι κάνω;»
«Δεν με νοιάζει... απλά σε ενημερώνω.. τα λέμε όταν γυρίσεις»
«Άρη» καμία απάντηση
«Άρη»
Της το είχε κλείσει.
«Όλα καλά;»
«Ναι.. ήταν ο.... ο Άρης»
«Τι θέλει πάλι αυτός;»
«Είναι σπίτι... και... δεν είναι πολύ καλά... πρέπει να πάω... γιατί οι γονείς μας λείπουν και.... καταλαβαίνεις»
«Ναι .. φυσικά»
«Θα τα πούμε αύριο»
«Οκ» είπε και αφού της έδωσε ένα φιλί εκείνη έφυγε.
Ένα τέταρτο μετά ήταν στο σπίτι και ο Άρης καθόταν στον καναπέ και έβλεπε τηλεόραση.
«Μπα... σε άφησε να έρθεις;»
«Τι κανεις τώρα;»
«Τίποτα»
«Πως το ξέρεις;»
«Έχω άκρες παντού»
«Και στην τελική τι σε νοιάζει το τι κάνω;»
«Εγώ για το καλό σου το είπα»
«Και από ποτε ξέρεις εσυ τι είναι καλό για εμένα;»
«Άκου να σου πω... κάνε ότι θέλεις δεν με νοιάζει» είπε καο σηκώθηκε πλησιάζοντας την.
«Τότε γιατί ασχολήθηκες με εμένα και εκείνον;»
«Έτσι»
«Το έτσι δεν είναι απάντηση;»
«Και τι απάντηση θέλεις να ακούσεις;» Την ρώτησε και την είχε πλησιάσει.
Την είχε πλησιάσει τόσο πολύ που εκείνη μπορούσε να νιώσει την ανάσα του και να ακούσει τους χτύπους της καρδιάς του...

My Step Brother Donde viven las historias. Descúbrelo ahora