ΚΕΦΆΛΑΙΟ 6.

44 2 0
                                    

"Α, τον ηλίθιο!!! Μα να μην σου ζητήσει ούτε συγνώμη;" εξέφρασε τον θυμό της η Χαρά καθώς πλησιάζαμε προς το σπίτι μου. "Καλέ,εσύ νευρίασες πιο πολύ και από εμένα!" της είπα και της χάρισα ένα χαμόγελο για να την καλμάρω. "Εξάλλου,τώρα που θα τον ξανασυναντήσω;" της είπα κοιτάζοντας έξω από το παράθυρο για να σιγουρευτώ ότι φτάσαμε. Βγήκα από το αμάξι και η Χαρά με βοήθησε με τις βαλίτσες. Αγκαλιαστήκαμε και έκανε να φύγει. "Δεν θα ανέβεις να χαιρετήσεις τους γονείς μου;" την ρώτησα. "Δυστυχώς δεν μπορώ. Πρέπει να πάω σπίτι μου." μου είπε, μπήκε στο αμάξι και έφυγε. Ανέβηκα με το ασανσέρ και χτύπησα το κουδούνι. Μου άνοιξε η μαμά η οποία με αγκάλιασε αμέσως. "Βασίλη!! Ήρθε η Στελλίτσα μας!" Φώναξε η μαμά και από μια γωνιά εμφανίστηκε ο μπαμπάς. "Καλωσόρισες κορίτσι μου!" μου είπε και με φίλησε στο μάγουλο. Τακτοποίησα τα πράγματα μου με την βοήθεια της μαμάς και καθήσαμε στον καναπέ όλοι μαζί να τα πούμε. Τα καταπράσινα μάτια της μαμάς μου έλαμπαν περιμένοντας να ακούσουν όσα είχα να πω. Έπιασε τα ξανθά μαλλιά της κότσο και κοίταξε τον μπαμπά μέσα στα καστανά του μάτια. "Λοιπόν Στέλλα μου, πως τα πέρασες;" ρώτησε ο μπαμπάς, απομακρύνοντας μια τούφα από τα μαύρα μαλλιά του και εγώ ξεκίνησα να τους λέω για τις γνωριμίες που έκανα, τις υπέροχες θάλασσες και τις περιπέτειες μου. Δεν τους είπα πολλά για τον αγενή τύπο που συνάντησα, γιατί θα με έπρηζαν να προσέχω. Αφού τελειώσαμε την συζήτηση, άρπαξα την εφημερίδα και βάλθηκα να ψάχνω αγγελίες.

~Δύο αντίθετοι κόσμοι~Where stories live. Discover now