52.

492 73 4
                                    

ΚΛΕΙΩ

Κατεβάζω το ακουστικό από το αυτί μου αφήνοντας το άλλο στην θέση του. Χτυπάω νευρικά το πόδι μου στο πάτωμα καθώς έχω καρφωμένο το βλέμμα μου στο διάδρομο αποσκευών περιμένοντας να ξεκινήσει να κινείται. Όμως αυτός τίποτα. Παραμένει στην ίδια θέση χωρίς την παραμικρή βαλίτσα πάνω του. Βγάζω το κινητό μου από την τσέπη του τζιν παντελονιού που φοράω. Έχει κολλήσει πάνω μου κάνοντας με να συνειδητοποιήσω πόσο κακή επιλογή ήταν να το φορέσω τη σημερινή μέρα από όλες. Έχουν περάσει δέκα λεπτά που στέκομαι στο ίδιο σημείο και δεν έχει αλλάξει τίποτα γύρω μου. Η ανυπομονησία μου έχει χτυπήσει κόκκινο και νιώθω έτοιμη να πεταχτώ από την γεμάτη αίθουσα του αεροδρομίου που βρίσκομαι στον καυτό Παριζιάνικο αέρα όπου θα με περιμένει η αγκαλιά του Κρις. Ένας θόρυβος, όμοιος με βουητό, διακόπτει τον ειρμό των σκέψεων μου και ο διάδρομος μπροστά μου ξεκινάει να κινείται. Σηκώνομαι στις μύτες των ποδιών μου σε μια απέλπιδα προσπάθεια να αποκτήσω καλύτερη οπτική επαφή με τις αποσκευές που ξεκίνησαν να εφάπτονται στον διάδρομο. Ένας υπερβολικά ψηλός Αμερικάνος στέκεται δίπλα μου αφήνοντας με να στέκομαι πίσω του κατακόκκινη από τα νεύρα μου. Και τότε την τελευταία στιγμή αντιλαμβάνομαι πως η μαύρη βαλίτσα με την κόκκινη κορδέλα που περνάει από μπροστά μου είναι αυτό που περιμένω. Σχεδόν πηδάω πάνω στον διάδρομο σπρώχνοντας όποιον στεκόταν στο διάβα μου. Ο Αμερικάνος δίπλα μου με βοηθάει να την σηκώσω. Του χαμογελάω ευγενικά και ξεκινάω να την σέρνω πίσω μου. Τα βήματα μου είναι τόσο γρήγορα που νιώθω πως ίπταμαι. Οι αυτόματες πόρτες ανοίγουν και πριν προλάβω να κάνω το πρώτο μου βήμα στην αίθουσα αφίξεων βλέπω τον Κρις. Φοράει ένα μαύρο καπέλο και είναι ντυμένος με ένα τζιν και μια μαύρη μπλούζα κοντομάνικη. Αφήνω την βαλίτσα λίγα μέτρα δίπλα του και τρέχω την απόσταση που απομένει. Πέφτω πάνω του με δύναμη και εκείνος με σηκώνει στην αγκαλιά του. Τυλίγω τα πόδια μου γύρω του και με τα χέρια μου αρπάζω τα μαλλιά του. Τον κοιτάζω βαθιά μέσα στα μάτια και χάνω κάθε λέξη που ήμουν προετοιμασμένη να πω. Εκείνος εγκλωβίζει τα χείλη μου στα δικά του και με φιλάει. Όλος ο κόσμος χάθηκε από γύρω μας. Μείναμε οι δύο μας. Εκείνος και εγώ. Μόνοι.

Μετά από αρκετή ώρα βγαίνουμε από το αεροδρόμιο με εκείνον να σέρνει τη βαλίτσα με το ένα του χέρι και με το άλλο να κρατάει το δικό μου. Δεν μιλάμε καθώς προχωράμε προς το πάρκινγκ όπου έχει αφήσει το αμάξι του. Η παρουσία του ενός είναι ικανή τυλίξει τον άλλον με μια κουβέρτα χρωμάτων γεμίζοντας την ατμόσφαιρα με το πιο όμορφο συναίσθημα. Εκείνος οδήγησε όλη την ώρα με το χέρι μου μέσα στο δικό του. Και εγώ δεν πήρα το βλέμμα μου από το πρόσωπο του. Όσες φορές και αν είχα προσπαθήσει να απομνημονεύσω κάθε χαρακτηριστικό του πριν αποχωριστούμε έβρισκα τον εαυτό μου να προσπαθεί να θυμηθεί τη μορφή του κάθε φορά που ήμασταν μακριά. Ίσως έφταιγε ο τρόπος που χτυπούσε η καρδιά μου κάθε φορά που βρισκόταν εκείνος δίπλα μου απαγορεύοντας στο αίμα που κυλούσε στις φλέβες μου να φτάσει στον εγκέφαλο στη σωστή ποσότητα ώστε να αποκτήσει πλήρη λειτουργία. Ίσως πάλι ξεχνούσα το πρόσωπο του γιατί η δύναμη των συναισθημάτων που ξεχείλιζαν από μέσα μου δεν επέτρεπαν σε κανένα άλλο όργανο να λειτουργήσει σωστά. Φυσικά το μοναδικό που είχε σημασία αυτή τη στιγμή ήταν αυτός και εγώ. Μαζί ξανά στο Παρίσι. Δύο χρόνια έπειτα από την αρχική μας γνωριμία και όλα όσα είχαν συμβεί στο ενδιάμεσο για να φτάσουμε σε τούτο το σημείο.

ΟΧΙ! ΙΣΩΣ? ΝΑΙ! (vol.1)Where stories live. Discover now