Ήταν τέσσερεις τα ξημερώματα και ο Αλεξ δεν είχε κοιμηθεί ακόμα. Ήταν ξαπλωμένος στον καναπέ, το χέρι του λυγισμένο πίσω απ΄το κεφάλι του και η κουβέρτα του τον σκέπαζε ανά διαστήματα. Ξαφνικά ήρθε και κάθισε δίπλα του ο Γιώργος.
"Τί κάνεις τέτοια ώρα ξύπνιος μικρέ;" του είπε ψιθυριστά ο Αλεξ.
"Δεν μπορώ να κοιμηθώ...κλείνω τα μάτια μου και φοβάμαι..."
"Τί φοβάσαι αγόρι μου;"
Τον πήρε αγάλια.
"Έλα εδώ...πες μου..τι φοβάσαι;"
"Ότι θα ξυπνήσω και δεν θα είσαι εδώ"
"Και που να είμαι δηλαδή; Μπορώ εγώ μακριά σας;"
Τον φίλησε στο κεφάλι και έτριψε την πλατούλα του.
"Αλεξ...δεν θέλω να ξανά ανέβεις στην μηχανή..."
"Πώς σου ήρθε αυτό;"
"...Είδα κάτι στον ύπνο μου..."
"Τί είδες δηλαδή;"
"Άκου..."
Ο μικρός άρχισε να περιγράφει τον εφιάλτη του στον Αλεξ και εκείνος αφού τον πήρε αγκαλιά τον καθησύχασε. Η Ίρις καθόταν πίσω τους και τους κοιτούσε...δεν ήθελε όμως να τους διακόψει για αυτό ξανά γύρισε στο δωμάτιο της και έκλεισε την πόρτα.
Το Πρωί....
Ο Γιώργος κοιμόταν στην αγκαλιά του Αλεξ. Ήταν εννιά η ώρα, η Ίρις ετοιμάστηκε να πάει στην σχολή της ... φίλησε τον μικρό στο κεφάλι και τον Αλεξ στα χείλη...τους σκέπασε και έφυγε. Μετά την σχολή βγήκε με την Χρύσα και την Δάφνη για καφέ (η Μαρίλια ήταν σχολείο) μίλησαν και κανόνισαν για το βράδυ. Την υπόλοιπη ημέρα δεχόταν τηλεφωνήματα και ευχές για τα γενέθλια της. Αφού μίλησε με την αδελφή της, τον Μάριο και τους γονείς της πήγε στο SuperMarket και μετά επέστρεψε σπίτι. Με το που μπήκε δέχτηκε μια επίθεση αγάπης από τον Αλεξ.
"Αλεξ..θα μου πέσουν τα πράγματαα..Αλεξ"
Συνέχισε να την φιλάει "ρίχνοντάς" τη πάνω στον τοίχο και άρχισε να της βγάζει το μπουφάν.
"Αλεξ θα μας δει ο μικρός"
"ΜΜΜ..δεν θα μας δει.."
"Αλεξ κάτσε να σου πω λίγο..."
"Καλά...κάθομαι..αλλά για λίγο"
Πήγαν στην κουζίνα και ενώ η Ίρις άρχισε να τακτοποιεί τα πράγματα στα ντουλάπια και ο ψυγείο, ο Αλεξ βολεύτηκε στον πάγκο.