Δευτέρα. Τελευταία μέρα πριν κλείσουμε. Επιτέλους λίγη ξεκούραση. Αυτά τα Χριστούγεννα, παρόλο που θα τα περάσω χωρίς τους γονείς μου, όπως τις πολλές άλλες φορές, θα τα περάσω τελεια.
Σε ένα από τα διαλείμματα πήγα και βρήκα την Άννα και τον Γιώργο.
«Αγάπες έχω ιδέα» τους είπα και γύρισαν να με κοιτάξουν.
«Πες τη» είπε ο Γιώργος. Τελικά τον είχα πάρει με κακό μάτι. Έχει μπει στην παρέα μας και είναι πολύ καλό παιδί.
«Λοιπόν, εγώ έχω έναν κολλητό που μένει Θεσσαλονίκη. Τι λέτε να πάμε εκεί για τα Χριστούγεννα;» τους ρώτησα.
«Τέλεια, αλλά που θα μένουμε;» ρώτησε η Άννα.
«Στο σπίτι του Άρη. Ή αν δεν θέλετε στο ξενοδοχείο δίπλα στο σπίτι του, είναι 5 αστέρων» τους εξήγησα.
«Μέσα, τι λες;» ρώτησε ο Γιώργος την Άννα.
«Μέσα και γω» απάντησε.
«Αυτά τα Χριστούγεννα θα είναι τελεια» τους είπα δυνατά και γέλασαν.
«Και δεν μου λες, ο Άρης πώς είναι;» με ρώτησε η Άννα.
«Τι εννοείς;» την ρώτησα τάχα ότι δεν κατάλαβα τι εννοούσε.
«Λέω ρε παιδί μου, καλός;» με ρώτησε ξανά.
«Εεε, είσαι δικιά μου» είπε ο Γιώργος.
«Αρχίσανε οι ζηλειες» είπα κοροϊδευτικά.
«Και άσ' τον, δεν είναι για τα δόντια σου. Δεν κάνει σχέσεις. Μόνο φάσεις. Όποτε κάτσε με τον πρίγκιπα που έχει τώρα» είπα και πήγα στην τάξη.
Στο σχόλασμα έφευγα όταν η Άννα με τον Γιώργο με φώναξαν.
«Τι έγινε;» τους ρώτησα.
«Ποτε φεύγουμε;» με ρώτησαν μαζί.
«Θα κλείσω δωμάτια στο ξενοδοχείο για αύριο» τους είπα.
«Και-» πήγε να πει η Άννα αλλά την διέκοψα.
«Όλα δικά μου. Μην το σκέφτεστε. Φεύγουμε αύριο το πρωί με το ΚΤΕΛ» τους είπα κι έφυγα.
Οι γονείς μου είχαν λεφτά. Πολλά λεφτά. Πριν φύγουν μου είχαν αφήσει την μισή τους περιουσία σε έναν τραπεζικό λογαριασμό που μόνο εγώ ξέρω το PIN. Με αυτά τα λεφτά μπορείς να περάσεις άνετα δυο ζωές. Δυο ζωές μέσα στην πολυτέλεια. Μέχρι τώρα δεν τα είχα πειράξει. Γιατί να μην το κάνω τώρα;
Έτρεξα σπίτι. Παράτησα την τσάντα μου σε μια γωνία και έτρεξα να πάρω τον υπολογιστή. Έπρεπε να βρω το τηλέφωνο του ξενοδοχείου. Όταν τους πήρα μου είπαν ότι έχουν μόνο δυο δίκλινα, και φυσικά, τα έκλεισα και τους έδωσα τον αριθμό της κάρτα για την πληρωμή. Ντάξει, τι έγινε που έχουν δίκλινα; Ο Γιώργος με την Άννα μαζί και εγώ μόνη *σαντ*.
Πήρα γρήγορα την βαλίτσα και άρχισα να μαζεύω τα ρούχα, τα παπούτσια, τα καλλυντικά γενικά ό,τι έβρισκα. Όταν επιτέλους τελείωσα το μάζεμα, είχε βραδιάσει και έτσι πήρα τηλέφωνο τον Άρη να του πω πως αύριο ερχόμαστε και μετά έκατσα στην τηλεόραση και είδα μια ταινία που είχε. Θα φεύγαμε ξημερώματα από δω. Με πήρε ο ύπνος χωρίς να το καταλάβω.
Με ξύπνησε ο ήχος του κινητού μου. Ήταν η Άννα. Αμάν, με πήρε ο ύπνος.
«Έλα, πήρα να σου πω ότι εμείς τώρα φεύγουμε από το σπίτι μου επίσης δεν θα πάμε με το ΚΤΕΛ θα πάμε με το αμάξι του Γιώργου» μου είπε. Αχ, θεέ μου ποσό τυχερή παίζει να είμαι. Πήρα γρήγορα τα πράγματα μου και την βαλίτσα και βγηκα έξω να τους περιμένω. Για να είμαι ειλικρινής προτιμώ το αμάξι του Γιώργου.
Όταν αρχίσαμε ήταν 2:00. Εγώ καθόμουν πίσω, ο Γιώργος οδηγούσε και η Άννα στη θέση τιυ συνοδηγού. Σε όλη τη διαδρομή κοιμόμουν. Κλασσική Μαρία, αλλά τι να κάνω; Το αμάξι με νυστάζει.
Φτάσαμε έξω από το ξενοδοχείο και αφού με ξύπνησαν με τα χίλια ζόρια βγήκαμε από το αμάξι, πήραμε από το πόρτ-παγκάζ τις βαλίτσες και πήγαμε προς την ρεσεψιον. Πήραμε τα κλειδιά των δωματίων μας και πηγαμε στον πρώτο όροφο. Κρίμα, αλλά τα δωμάτια μας είναι μακριά το ένα με το άλλο. Αλλά εντάξει δεν πειράζει.
Τακτοποιήθηκαμε στα δωμάτια και καθήσαμε μέσα να ξεκουραστούμε λίγο. Καλά εγώ ήμουν ξεκούραστη. Πέντε με πεντέμισι ώρες κοιμόμουν. Όποτε ειπα να βγάλω κάποια πράγματα από τη βαλίτσα. Μετά από λίγο πήγαμε κάτω για πρωινό.
«Ρε Μαρία, θένξ που πλήρωσες για τα δωμάτια» μου είπε ο Γιώργος.
«Τίποτα καλέ» απάντησα και συνεχίσαμε να τρώμε πρωινό.
Έχω ένα αίσθημα ότι αυτές οι διακοπές θα είναι γαμάτες.
**********************************
Γειά σας!
Πώς ήταν;;;
Αστεράκι και κόμμεντ
STAI LEGGENDO
Ο μπάτσος μου
Teen FictionΗ Μαρία, μια 19χρονη κοπέλα, έχει μπλέξει. Τι θα γίνει όταν γνωρίσει για πρώτη φορά τον αστυνομικό που έχει αναλάβει την υπόθεση της; . . . . ⚠️: Περιέχεται υβριστικό περιεχόμενο.