Βρισκοταν παλι σε ενα σπιτι . Σε ενα διαμερισμα για την ακριβεια. Πονουσε. Πονουσε πολυ. Δεν μπορουσε να καταλαβει που. Κοιτουσε εξω απο το παραθυρο. Στον δρομο απο κατω του, αναμεσα σε πολλα αλλα αυτοκινητα, υπηρχε ενα SUV το οποιο του εμοιαζε γνωριμο. Μεσα απο αυτο βγηκε ενας λιγο ευσωμος αντρας και μπηκε στην εισοδο της πολυκατοικιας. Διπλα στον Αντριου ηταν μια γυναικα. Ηταν η Εβελιν, η οποια ειχε παντου χτυπηματα και κοιμοταν διπλα του σε ενα παλιο κρεβατι. Το δωματιο ειχε μονο ενα κρεβατι αλλα κανονικα πρεπει να ειχε φτιαχτει για δυο. Μυριζε περιεργα. Ιδρωτας, αιμα και θανατος. Να παλι αυτη η μυρωδια. Καπου θυμοταν να την ειχε ξαναμυρισει αλλα αδυνατουσε να θυμηθει το που. Πηγε να ξυπνησει την Εβελιν. Εκεινη μολις λιγο ανοιξε τα ματια της εβαλε τα κλαματα. Γιατι αραγε; Εκλεισε ξανα τα ματια της. Ο Αντριου της εσφυξε το χερι ομως εκεινη δεν αντεδρασε. Σαν να μην ειχε καθολου δυναμη, σαν να ηταν... Νεκρη. Ξαφνικα μια πορτα ξεκλειδωσε πολλες φορες και ανοιξε αποτομα. Ειχε μπει μεσα στο δωματιο ο ιδιοκτητης του SUV που κρατουσε στα χερια του κατι μαυρο. Ενα χοντρο μεγαλο μαυρο ρολλο. Κατι του θυμιζε και αυτο. Μολις τους ειδε εκεινος, κοιταξε αγρια τον Αντριου.
« Κυριε Κεπλερ; Κυριε Κεπλερ; » Ακουστηκε μια φωνη διπλα απο τον Αντριου που τον εκανε να ανοιξει τα ματια του.
Αυτο ηταν! Εβλεπε παλι ονειρο. Δεν ηταν κανενας παχουλος αγριανθρωπος μπροστα του, ουτε εκεινος ηταν σε καποιο διαμερισμα καπου στην Γερμανια. Ηταν στο νοσοκομειο του Μπιλεφελντ και διπλα του στεκοταν ενας γιατρος ο οποιος σιγουρα του ειχε συστηθει απλα εκεινη την στιγμη αδυνατουσε να θυμηθει το ονομα του. Ο Αντριου ενιωθε καλυτερα. Δεν ειχε το πονοκεφαλο που ειχε την προηγουμενη φορα που ειχε ξυπνησει εκει, και το στομα του ηταν αρκετα υγρο και ''ζωντανο''. Γυρισε και κοιταξε τον γιατρο διπλα του.
« Σας εφερα το πρωινο σας! Πρεπει να μπειτε σε μια σειρα. Ειστε αρκετα καλα με βαση τις ακτινογραφιες και τις εξετασεις που κανατε. Μπορειτε να τρωτε πλεον και απο το στομα. Ετσι θα παρετε δυναμη.» Συνεχισε ο γιατρος δειχνοντας του ενα δισκο που κρατουσε στα χερια του, και που προφανως θα ειχε το πρωινο του.
Ποση ωρα κοιμοταν παλι; Απο οτι μπορουσε να καταλαβει, εξω πρεπει να ειχε ακομα πυκνη συννεφια, αφου μεσα στο δωματιο τα φωτα ηταν αναμμενα παρολο που οπως ελεγαν, ηταν πρωι. Ποσα φαρμακα τον ειχαν ποτησει εκεινες τις μερες που δεν μπορουσε να καταλαβει ποτε ειναι ξυπνιος και ποτε κοιμησμενος;
« Σας ευχαριστω. » Του ειπε ο Αντριου κοιτοντας τον γιατρο με ενα ελαφρυ χαμογελο.
Προσπαθησε να ανασηκωσει το σωμα του πανω στο κρεβατι μηπως και καταφερνε να φαει κατι. Τα καταφερε. Σηκωθηκε πολυ πιο ευκολα απο οτι περιμενε. Δεν πονεσε σχεδον καθολου το κεφαλι του. Οσο για το σπασμενο χερι του, ειχε πλεον συνηθισει τον πονο ή απλα ειχε παρει τοσα πολλα παυσιπονα που του εδιναν ενα ψευτικο αισθημα ανακουφησης. Δεν επαιρνε ποτε παυσιπονα. Ηταν κατα των αρχων του. Προτιμουσε να καταπολεμαει το πονο με φυσικο τροπο. Ειχε μαθει πολλες συνταγες που εκτελουνταν απο διαφορα βοτανα, τα οποια παντα τον εκαναν να νιωθει καλα. Αλλα τωρα ειχε πεσει στην αναγκη. Πηρε το δισκο μπροστα του. Το πρωινο ηταν αρκετα πλουσιο για καποιον που μολις ειχε συνελθει -- αν και οχι πληρως -- απο βαρια τραυματα. Ηταν ενα ποτηρι με χυμο πορτοκαλιου, μια φετα ψωμι με βουτυρο και ενα μπολ με κρεμα. Αυτο θα του φαινοταν αστειο αν ηταν καλα, καθως καθε πρωι ετρωγε τα διπλασια απο αυτα, ωστοσο τωρα του φαινοταν βουνο. Ανοιξε το κουταλακι μιας χρησης που υπηρχε διπλα απο τα φαγητα και το εβαλε μεσα στο μπολ με τη κρεμα. Ηταν το μονο που του εκανε ορεξη να φαει εκεινη τη στιγμη.
« Ξερετε ειστε πολυ τυχαιρος που γλυτωσατε το κομμα, ακομα και το θανατο. » Του ειπε ο γιατρος ο οποιος ειχε μπαστακωθει απο πανω του και δεν τον αφηνε να φαει εστω και το λιγο που μπορουσε.
« Τοσο χαλια με φερανε εδω; » Ρωτησε αφηνοντας το κουταλι που μολις ειχε βγαλει παλι μεσα στη κρεμα.
« Ναι τι να σας λεω. Ειχατε ενα ακραιο τροχαιο ατυχημα σε περιπτωση που δεν θυμαστε. Σας εφεραν εδω με πολλα και σοβαρα χτυπηματα, που μας εκαναν να μην εχουμε ελπιδες για το μελλον σας. Ειχατε χτυπηματα στα χερια, στα ποδια, στο κεφαλι, ακομα και στην πλατη! Ημασταν σιγουροι οτι θα πεφτατε σε καποιου ειδους κομμα ή σε λιθαργο που φυσικα θα σημαινε και το τελος για εσας.» Του απαντησε εκεινος κοιτοντας εξω απο το παραθυρο που γινοταν ενας κατακλησμος απο τη βροχη.
Του Αντριου, πλέον του ειχε κοπει και αυτη η λιγη ορεξη που ειχε, μετα τις περιγραφες του γιατρου για τα χτυπηματα του και μετα απο την σκεψη του οτι περασε ξυστα απο το θανατο. Εβαζε και εβγαζε το κουταλι του μεσα στη κρεμα οπως κανει ενα παιδι που δεν θελει να φαει ενα φαγητο επειδη δεν του αρεσει. Η αληθεια ηταν οτι και εκεινος ηταν παραξενος στο φαγητο. Του αρεσαν λιγα και επιλεγμενα πραγματα.
« Λοιπον κυριε Κεπλερ θα μου επιτρεψετε να λειψω για λιγο καθως εχω ενα επειγον τηλεφωνημα για καποιον ασθενη μου. Οπως σας εχω πει μπορειτε να με καλεσετε οποτε θελετε με αυτο εδω το κουμπακι και εγω θα ερθω αμεσως. Καλημερα σας και καλη σας ορεξη.» Του ειπε μετα απο ενα τηλεφωνημα που ειχε δεχτει, και σιγα σιγα εφυγε απο το δωματιο.
Ο Αντριου δεν μπορεσε να κρατηθει αλλο. Εβαλε τα κλαματα. Δεν υπηρχε καμια αμφιβολια πια οτι η Εβελιν ηταν νεκρη. Το χε πει και ο γιατρος. Κανενας δεν θα αντεχε σε ενα τετοιο τροχαιο. Εκεινος ηταν ενα θαυμα. Και αφου δεν ειχαν φερει κανεναν αλλον σε εκεινο το νοσοκομειο εκεινη τη μερα, τοτε μια εξηγηση υπηρχε. Ηταν νεκρη.
DU LIEST GERADE
Η Εξαφάνιση
Mystery / ThrillerΚανένας δεν ξέρει τι κρύβεται τελικά πίσω από την μυστηριώδη εξαφάνιση της Έβελιν. Μιας αστυνομικής υποδιευθύντριας που μετά από ένα τροχαίο ατύχημα χάθηκε από προσώπου γης. Σε όλο το Μπίλεφελντ, στην Γερμανία, γίνεται χαμός για την εύρεση της. ...