Κεφάλαιο 3ο ( Στο αεροδρόμιο)

96 8 0
                                    

Ο Αντριου ειχε βρεθει στην τεραστια και γεματη κοσμο, αιθουσα αναμονης του αεροδρομιου του Λονδινου. Δεν ειχε ξαναπαει ποτε σε αεροδρομιο, μιας και  δεν ειχε χρειαστει  και το αγχος του οτι θα χανοταν ειχε αρχισει να βγαζει ριζες μεσα του. Ειχε το βλεμμα του κολλημενο επανω στις φωτιζομενες ταμπελες, που εδειχναν τον δρομο σε κατι ανθρωπους σαν και εκεινον που ειχαν παντελως χαθει. Δεν φανταζοταν ποτε ποσο φανταχτερο και τεχνολογικα ανεπτυγμενο θα εδειχνε ενα αεροδρομιο απο κοντα. Το πατωμα του ελαμπε θαρρεις και καποιος ειχε χυσει ολο το γυαλιστικο πατωματος στην προσπαθεια του να το σφουγγαρισει. Στους τοιχους υπηρχαν τεραστειες φωτιζομενες ταμπελες που εδειχναν ολες τις αναχωρισεις και τις αφιξεις που αναμενονταν. Βιαστικα, το ματι του Αντριου επεσε στην δικη του πτηση, η οποια αναχωρουσε σε τρια τεταρτα. Ομως αυτο δεν ηταν το μονο  το οποιο παρατηρησε καθως ειδε και την Εβελιν να περιμενει σε ενα απο τα πολλα καθισματα που υπηρχαν στο χωρο. Θα δυσκολευοταν κανεις να καταλαβει οτι αυτη η γυναικα ηταν μια σαρανταχρονη αστυνομικη υποδιευθυντρια, καθως εμοιαζε με μια εφηβη που απλως καθοταν μονη της, γιατι απλα ειχε τσακωθει με τους γονεις της.

Φτανοντας διπλα της, εκεινη φανηκε να τον αναγνωρισε αμεσως, παρολο που το σημειο ηταν γεματο απο κοσμο. Μολις πηγε να την χαιρετησει εκεινη σηκωθηκε ορθια προσπαθοντας να φτιαξει τα ρουχα της, τα οποια ειχαν τσαλακωθει απο το καθισμα. Ηταν αρκετα βαρια ντυμμενη. Φορουσε ενα χοντρο μπουφαν με γουνα, με ενα κασκολ σχετικα λεπτο και ενα μαυρο τζιν το οποιο θα επρεπε να ηταν αρκετα χοντρο. Η αληθεια ηταν, οτι εκεινη την ημερα στο λονδινο ειχε αρκετο κρυο και αν ειχε παρατηρησει καλα λιγο πριν μπει μεσα στο αεροδρομιο, πρεπει να ειχε αρχισει να  χιονιζει. Ο Αντριου ωστοσο, δεν αντεχε και πολυ το βαρυ ντυσιμο, μιας και τον εκανε να υδρωνει ακομα και αν η θερμοκρασια ηταν αρνητικη. Ειχε φορεσει ενα μπουφαν το οποιο και δεν ειχε κουμπωσει, προκειμενου να φαινεται το ανοιχτοχρωμο πουκαμισο που φοραγε σχεδον παντα οταν εβγαινε απο το σπιτι του. Οσο για το παντελονι, συνηθιζε να φοραει ενα σκουρο μπλε τζιν το οποιο παντα τον εκανε λιγο πιο αδυνατο απο οτι ηταν.

« Καλως τον μας και ας αργησε! » του ειπε η Εβελιν εμφανως χαρουμενη που τον εβλεπε ξανα. Ειχε εναν τροπο παντα, να φαινεται σαν να χαμογελαει, ακομα και αν ηταν λυπημενη. Το ειχε παρατηρησει αυτο ο Αντριου, καθως ειχαν δει αρκετες υποθεσεις μαζι μεχρι που τους αλλαξαν αστυνομικο τμημα. 

« Ζητω συγνωμη για την καθυστερηση μου.» Της απαντησε δειχνοντας με το χερι του τον καρπο του, στο οποιο ομως δεν φοραγε ποτε ρολοι. « Μου ετυχαν αρκετες αναποδιες απο το πρωι και με καθυστερησαν.» Κουνησε το κεφαλι του καπως νευρικα καθως της ελεγε ψεματα. 

« Μηπως φοβηθηκες το αεροπλανο και ειπες να αργησεις, προκειμενου να το χασεις , κανοντας το να φανει σαν ατυχια; » Του απαντησε με ενα ελαφρυ γελιο σαν να ειχε καταλαβει οτι της ειχε πει ψεματα. 

« Μα τι λες τωρα; Υπηρχε περιπτωση να ηθελα να χασω ενα τοσο ωραιο ταξιδι στην Γερμανια με μια τοσο καλη μου συναδελφο; » Το στομα του ειχε γινει ξερο καθως φοβοταν οτι θα χρειαστει να απαντησει και σε αλλη ερωτηση που θα ερχοταν απο την γεματη ορεξη συναδελφο του. Αυτο ομως ηταν κατι που δεν αργησε  πολυ.

« Τοτε μηπως αλλαξες γνωμη για το ταξιδι μας μετα το αρθρο που σου εστειλα; » Ειπε με μικροτερο χαμογελο αυτη τη φορα δειχνοντας πως ειχε καταλαβει οτι τον εφερνε σε δυσκολη θεση.

« Μπα.... » Της απαντησε δειχνοντας το κινητο του και με ενα αισθημα ανακουφησης πως η κουβεντα πηγαινε πλεον σε αλλο θεμα. Κατι ομως  δεν ειχε καταλαβει καλα. Τι σχεση ειχε το αρθρο με το ταξιδι τους;

« Με τρομαξε αρκετα ειναι η αληθεια. Αν και εγω δεν πιστευω και πολυ σε αυτα.» Του αντιγυρισε οσο εκεινος σκεφτοταν μηπως ειχε ξεχασει να παρει τιποτα μαζι του.

Ξαφνικα, απο τα ηχεια της οροφης, ακουστηκε ενας εκφωνιτης να καλει ολους τους επιβατες της πτησης 234 για το Μπιλεφελντ της Γερμανιας, να μεταβουν στην αιθουσα 8, απο οπου και θα επιβιβαζονταν στο αεροπλανο. Η καρδια του Αντριου αρχισε να χτυπαει με το ρυθμο που θα χτυπαγε η καρδια ενος παιδιου λιγο πριν ανοιξει τα δωρα του την ημερα των Χριστουγεννων, και ηταν πλεον σιγουρος πως αν ηταν μονος του και οχι διπλα σε μια πανεμορφη συναδερφο του , θα ειχε βαλει τα κλαμματα.  Εκεινη την στιγμη ομως επρεπε να φανει ανετος και να παει στην αλλη αιθουσα σαν να μην τρεχει τιποτα. 


Η ΕξαφάνισηUnde poveștirile trăiesc. Descoperă acum