Το επόμενο πρωί, ο Άγγελος βρισκόταν στις οχτώ ακριβώς στο γραφείο του Πέτρου. Ήταν φανερό πως κι ο επιθεωρητής είχε μόλις φτάσει, γιατί από τη στιγμή που χτύπησε την πόρτα και μπήκε, ο Πέτρος τραβούσε μόλις την καρέκλα του. «Καλώς τον, πώς είσαι; Καλημέρα, για να σε δω, ξενυχτισμένος μου φαίνεσαι». Ο Άγγελος ακούμπησε τη θήκη του φορητού του υπολογιστή πάνω στο γραφείο του μα δεν κάθισε αμέσως. Ήταν αλήθεια πως η όψη του δεν ήταν και πολύ καλή εκείνο το πρωί, του το είχε φανερώσει πρώτος και καλύτερος ο καθρέφτης στο μπάνιο της σουίτας. «Η Αλίκη μπορεί να φύγει ανά πάσα στιγμή Πέτρο, περιμένω τηλεφώνημα από τους γιατρούς της. Τα πάντα βέβαια είναι ήδη έτοιμα, και για αυτό και μπόρεσα να έρθω. Εκτός από αυτό, πέρασα ένα σημαντικό μέρος της νύχτας, φτιάχνοντας ένα υποτυπώδες σκίτσο. Μήπως μπορείς σε παρακαλώ να ειδοποιήσεις τον Στάθη να έρθει»; «Εδώ είμαι Άγγελε, καλημέρα». Ο νεαρός άνδρας μπήκε μέσα. Αυτή τη φορά, εκτός από το τάμπλετ, κρατούσε με τρόπο θαυμαστό, και τρία κύπελλα με φρεσκοψημένο καφέ. Τους τα μοίρασε, και μετά κάθισε στην καρέκλα που συνήθως προτιμούσε. Ο Άγγελος ήπιε μια γουλιά. «Μου αρέσει». «Τους πήρα από μια καινούρια καφετέρια που άνοιξε σήμερα. Θα ξεκινήσεις εσύ, σωστά»; «Έτσι λέω. Μίλησα χθες το βράδυ αργά με την Έλλη. Δυστυχώς είμαι αναγκασμένος να σου αποκαλύψω κι εσένα πως πριν από αρκετά χρόνια έπεσε θύμα βιασμού. Δε χρειάζεται να σου ζητήσω να κάνεις πως δεν το γνωρίζεις αυτό, αν δεν ήταν για τις ανάγκες της έρευνας, δε θα σου το ανέφερα ποτέ». Ο Στάθης έγνεψε καταφατικά και χαμήλωσε τα μάτια του. «Λοιπόν, αρχίσαμε να δουλεύουμε μαζί ένα πρώτο σκίτσο του βιαστή, αφού πολύ το φοβόμαστε πως αυτός κι ο τωρινός είναι ο ίδιος. Τις έδειξα από μια έμπνευση της στιγμής, τις φωτογραφίες του ξανθού που κυκλοφορούσε με τη Φερνάντες. Δυστυχώς, η Έλλη δεν το απέκλεισε καθόλου να πρόκειται για τον ίδιο άνθρωπο, για αυτό σε κάλεσα. Κάνε ό,τι μπορείς για να τον εντοπίσεις, σε συνεργασία πάντα με την τοπική αστυνομία». Ο Στάθης ύψωσε το βλέμμα, κι ύστερα άγγιξε την περιοχή της καρδιάς. «Πες πως άρχισα ήδη να δουλεύω πάνω σε αυτό». «Τέλεια». Ο Άγγελος ήπιε πάλι λίγο καφέ και μετά κοίταξε τον Πέτρο που του έγνεψε να συνεχίσει, μια χαρά φαίνεται πως τα πήγαινε τελικά. «Τι έχεις για εμάς σήμερα; Αυτά που μου έστειλες χθες τα μελέτησα». «Κι εγώ το ίδιο, πρέπει επειγόντως να μιλήσουμε και με τη Μαρίλια εκτός από τη μητριά της». Ο Στάθης συγκατένευσε, κοιτώντας επιτέλους το τάμπλετ που κρατούσε. «Βγήκαν τα αποτελέσματα για τις λέξεις των υπόλοιπων κρίκων». «Καλά πόσοι μας απέμεναν»; Ο Πέτρος ήπιε πάλι λίγο καφέ, καταλαβαίνοντας πως έπρεπε να ηρεμήσει. «Τώρα θα σας πω, πρώτα από όλα, υπάρχει ο κρίκος που βρέθηκε στο κομοδίνο της Σάντρας Μαρή, άλλη λέξη αναγράφεται σε αυτόν, Εβελίνα». Κοιτάχτηκαν όλοι μεταξύ τους. «Κάποιο λάθος θα έχει γίνει». «Όχι Πέτρο, μην ελπίζεις σε κάτι τέτοιο, τα ηλεκτρονικά αυτά προγράμματα δε λαθεύουν εύκολα. Ο κρίκος τώρα που ήταν ζωγραφισμένος στην πλάτη της Ξένιας Μακρή, έχει χαραγμένη πάνω του τη λέξη Μαριλένα». «Μάλλον κάποιος μας δουλεύει». «Φοβάμαι πως όχι, προσωπικά δεν ξέρω καμιά Μαριλένα που θα μπορούσε να σχετίζεται με την υπόθεση μας». Ο Πέτρος ενεργοποίησε τον ηλεκτρονικό του υπολογιστή, ήταν φανερό πως ο καφές είχε αρχίσει να τον τονώνει. «Θα τη βρούμε όποια κι αν είναι, πήγαινε παρακάτω». «Μόλις πριν από λίγα λεπτά, σας προώθησα την έκθεση της Δρόσου για την κατάθεση της Λίζας Μαρή, θέλετε να τη δείτε ή να». «Το δεύτερο, πες μας εσύ τα βασικά, σε εμπιστευόμαστε». «Όπως επιθυμείτε, ακούστε λοιπόν»... «Πρόκειται για άτομο με χαμηλή αυτοεκτίμηση, κι ακόμη χαμηλότερη αυτοπεποίθηση. Ολοφάνερα πολλές από τις κουβέντες της γυναίκας αυτής, ήταν μέρος κακοπροβαρισμένου λόγου. Οι λεκτικές ασάφειες έρχονται σε τέλεια αρμονία με ολόκληρη τη στάση του σώματος της, η οποία απέπνεε αμφιβολία, φόβο και δισταγμό. Από τη στιγμή που η συζήτηση ήρθε στην Ελπινίκη Δάμου, η προσπάθεια συγκάλυψης της αλήθειας έγινε ακόμη εντονότερη, ωστόσο δεν ήταν και λίγες οι περιπτώσεις κατά τις οποίες η Λίζα Μαρή δεν ψευδόταν. Για παράδειγμα, κατά την επίδειξη του περιεχομένου της μικρής τσάντας, ήταν εντελώς αληθής στους ισχυρισμούς της πως τα αντικείμενα αυτά ανήκαν στη Μαρίλια Μαρή». Ο Στάθης σταμάτησε την ανάγνωση και στράφηκε να τους κοιτάξει περιμένοντας τις αντιδράσεις τους. Πρώτος μίλησε ο Πέτρος. «Αν αυτά που λέει η Δρόσου είναι σωστά, τότε πρέπει να επιταχύνουμε τη διαδικασία για να συνεχίσουμε την κουβέντα μας με την Λίζα Μαρή». Ο Στάθης έγνεψε. «Η Ελένη θα μιλήσει με τους γιατρούς σε λίγο, κι αν εκείνοι δώσουν το οκ τότε θα της πούμε να έρθει πάλι εδώ όποτε το θέλεις. Σε λίγο πάντως θα είναι στη διάθεση σου ο Ηλίας Πετρίδης, αυτό το κανόνισα αργά χθες τη νύχτα. Επιτέλους, έχω στα χέρια μου και τον ηλεκτρονικό υπολογιστή της Σάντρας Μαρή». «Αυτό είναι καλό, εγώ όμως θα ήθελα να έχεις στα χέρια σου κι εκείνον του Άρη Αλεβίζου». Ο Στάθης χαμογέλασε. «Άσε να ρίξω μια ματιά στον δικό της και βλέπουμε, ποτέ δεν ξέρεις τι μπορεί να προκύψει από αυτόν». Ο Πέτρος έγνεψε και κοίταξε την ώρα. «Αν κι αντιλαμβάνομαι πως υπάρχουν πολλά να μας πεις ακόμη, θα ήθελα να περιμένεις να συνομιλήσουμε με τον φίλο μου τον Πετρίδη πρώτα, εσύ στο μεταξύ ζήτα από τον Σταύρο να αρχίσει να ασχολείται με τον πρώην σύντροφο της Έλλης, είναι αδύνατο να μην κρύβει τίποτα. Όταν φύγει ο Πετρίδης, έλα πάλι να μας βρεις». Ο Στάθης κούνησε καταφατικά το κεφάλι του και σηκώθηκε για να πάει προς την πόρτα. «Αλήθεια είναι φίλος σου ο Πετρίδης»; Ο Άγγελος τον κοίταξε με ενδιαφέρον, αν κι αμέσως μετά η προσοχή του αποσπάστηκε από τον χαμηλό ήχο του υπολογιστή του, που τον ενημέρωνε πως είχε λάβει το πρώτο ηλεκτρονικό μήνυμα της ημέρας. «Φυσικά, χρόνια τώρα παλεύω να τον εντάξω κι αυτόν στην ομάδα αλλά αρνείται πεισματικά». Η πόρτα άνοιξε ξανά, και στην είσοδο του γραφείου, εμφανίστηκε η Κάτια η οποία συνόδευε έναν νευρώδη άνδρα γύρω στα σαράντα. Ήταν ντυμένος με τζιν παντελόνι και πουκάμισο, και κρατούσε στα χέρια του έναν μεγάλο μαύρο χαρτοφύλακα. Σαν είδε τον Πέτρο να σηκώνεται από την πολυθρόνα γέλασε, και πήγε να τον χτυπήσει στον ώμο. «Γιατί μπλέκεσαι στα χωράφια μου γέρο»; «Εγώ ή εσύ; Κάθισε κάτω, δεν ήξερα πως είχες πάρε δώσε με τους μεγιστάνες της θάλασσας». Ο Πετρίδης συστήθηκε στον Άγγελο που ένιωσε καλύτερα καταλαβαίνοντας πως η διαδικασία αυτή δε θα ήταν τόσο άβολη όσο η χθεσινή. «Θα ερχόμουν εγώ να σου μιλήσω, αλλά ήθελα να αφήσω τις πρώτες μέρες για τους συγγενείς, συγκέντρωσα όλο το υλικό που σε ενδιαφέρει». Ο Πέτρος του γέμισε με καφέ ένα πλαστικό ποτηράκι κι εκείνος το δέχτηκε. «Άσχημη ιστορία, τι ξέρεις; Δυστυχώς ο χρόνος πιέζει, θα σε κατσαδιάσω αργότερα που δε θέλεις να μας κάνεις παρέα. Να, τον Άγγελο κοντεύω να τον πείσω κι ας είναι πια ο μόνος κληρονόμος του ομίλου Βρανά». Ο Άγγελος έσφιξε τα χείλη του, όπως κι αν ακουγόταν αυτό, είχε δίκιο να το λέει ο Πέτρος, που είχε για μόνο του στόχο να τον προσγειώσει στην πραγματικότητα. Όσο περίμενε τον Πετρίδη να δοκιμάσει τον καφέ του, άνοιξε το e-mail. Ήταν σταλμένο από την Ερμίνα Μπλέρρη: «Καλημέρα Άγγελε, πώς είσαι; Ελπίζω να τα έχεις βάλει σε περίοπτη θέση τα σκουλαρίκια μου, λοιπόν, άκου τι έχω σκεφτεί για μια πιθανή εκδήλωση αφιερωμένη στη Σάντρα. Μπορούμε να συγκεντρώσουμε ορισμένους εξαιρετικούς μουσικούς από το πανεπιστήμιο, και να παίξουμε τα αγαπημένα της έργα όλοι μαζί, καθώς και μερικούς ανθρώπους που θα μπορέσουν να αναλύσουν τις δεξιότητες της. Ακολούθως, μπορούμε να διοργανώσουμε μια δεξίωση, ήρεμη, έτσι, για να πιούμε ένα κρασί για την ψυχή της, και να ακούσουμε κάποιες από τις καλύτερες ηχογραφήσεις της, τι λες»; Ο Άγγελος δε βιάστηκε να της απαντήσει, κι αυτό επειδή ο ιδιωτικός ερευνητής ήταν πια έτοιμος να αρχίσει να μιλάει: «Ήρθε να με βρει πριν από έξι μήνες, ήταν ήρεμη αλλά όχι απροβλημάτιστη. Ήξερα καλά ποια ήταν, την είχα δει στα περιοδικά αν και δεν είχα συναντήσει ποτέ κάποιο άλλο μέλος της οικογένειας της, μετά βέβαια έκανα μια καλή έρευνα, τέλος πάντων... Μου πρόσφερε πολλά χρήματα, μια επιταγή αρκετών χιλιάδων ευρώ, τη ρώτησα πως με είχε βρει αλλά δε μου απάντησε και δεν επέμεινα. Μου εξήγησε πως είχε την εντύπωση πως την παρακολουθούσε κάποιος και πως είχε βρει μια κάμερα στην καμπίνα που κοιμόταν στη θαλαμηγό της μητέρας της. Πήγα να τη δω, της είπα πως το μοντέλο αυτό δεν ήταν καινούριο, και πως υπήρχε σοβαρή πιθανότητα να ήταν εκεί πολύ πριν της τη χαρίσει ο πατέρας της». «Μάλιστα, ενδιαφέρον, λοιπόν; Την έβγαλες»; «Και βέβαια, κατευθείαν, την κάλεσα να επιστρέψουμε πάλι στο γραφείο μου κι έτσι κι έγινε. Όταν ηρέμησε συνέχισε να μου μιλάει. Φοβόταν μου είπε πως κάποιος την παρακολουθούσε άσχετα από την ύπαρξη της κάμερας, νόμιζε πως όπου κι αν πήγαινε έβλεπε την ίδια φιγούρα αλλά δεν ήταν σίγουρη. Όμως συνέβαιναν κι άλλα περίεργα πράγματα, είχε αρχίσει να δέχεται ταχυδρομικά διάφορες κάρτες». «Τι είδους κάρτες άνθρωπε; Πες τα λίγο πιο γρήγορα να χαρείς». Ο Πετρίδης άνοιξε τον χαρτοφύλακα του και πέταξε έναν φάκελο στα χέρια του Πέτρου που έσπευσε να τον ανοίξει με τον χαρτοκόπτη ξέροντας πως ο άλλος είχε αντίγραφα. Σηκώθηκε κι ο Άγγελος για να δει. Οι κάρτες αυτή τη φορά που ήταν η δεύτερη για τους δυο τους, είχαν πάνω τους μοτίβα από γνωστά παραμύθια στη μια πλευρά, ενώ στην άλλη είχαν ζωγραφισμένα και τυπωμένα ανάγλυφα από ένα βιολί. Τουλάχιστον απουσίαζαν τα ρολόγια». «Μου είπε πως της λάμβανε κάθε φορά που ήταν να δώσει μια συναυλία εδώ στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό. Της είπα πως θα κάνω ό,τι μπορώ μα δεν είχε τελειώσει. Με παρακάλεσε να παρακολουθώ όσο πιο στενά μπορούσα τόσο τη μητριά της όσο και την αδερφή της, ενώ ζήτησε τη βοήθεια μου και για να βρει κάποιον αξιόπιστο λογιστή. Έβγαζε μου είπε πάρα πολλά χρήματα, τα οποία και ήθελε να τα καταθέσει σε πολλούς τραπεζικούς λογαριασμούς που δε θα μπορούσαν εύκολα να εντοπιστούν. Της πρότεινα κάποιον και ξέρω πως πήγε να τον δει πολύ σύντομα». Ο Πέτρος έβαλε πάλι τις κάρτες μέσα στον φάκελο τους, δεν είχε νόημα να τις δώσει στο Λίνο αλλά θα το έκανε έτσι κι αλλιώς. «Άρχισες να τις παρακολουθείς; Κι αν ναι, τι μπορείς να μας πεις για αυτές»; Ο Πετρίδης ήπιε πάλι λίγο καφέ, τη στιγμή που ο Άγγελος λάμβανε ακόμη ένα ηλεκτρονικό μήνυμα. «Η αδερφή της δουλεύει από το πρωί μέχρι το βράδυ, ουσιαστικά δεν απολαμβάνει τα χρήματα που βγάζει. Ξέρω πως είναι δεσμευμένη με τον Άρη Αλεβίζο, με τον οποίο διατηρούσε κρυφή σχέση η Σάντρα, τέλος πάντων... Όμως είχε και η Μαρίλια τα μυστικά της. Ένα μήνα νωρίτερα περίπου, άφησε στα κρύα του λουτρού τους υπόλοιπους ετέρους με τους οποίους διενεργούσε μια τηλεδιάσκεψη για την αγορά ενός νέου κρουαζιερόπλοιου, κι έφυγε από τη σουίτα του ξενοδοχείου στο οποίο διέμενε. Πήγε σε ένα απόμερο μπαράκι, θα βρεις όλα τα στοιχεία στους φακέλους που θα σου δώσω, κι εκεί συναντήθηκε με κάποιον νέο σχετικά άνδρα που ακούει στο όνομα Κώστας Θέρμης». Ο Πέτρος κοίταξε τον Άγγελο που εκείνη τη στιγμή άνοιγε το e-mail. «Αυτός δεν είναι ο πρώτος νεανικός έρωτας της κοπέλας»; Ο Πετρίδης κούνησε το κεφάλι του. «Βλέπω πως είσαι άριστα πληροφορημένος, κρίμα, κι έλεγα πως θα κατάφερνα να σε εκπλήξω». «Δεν τα πας άσχημα, λοιπόν»; «Έμεινε μια ώρα περίπου μαζί του, και πριν φύγει από εκεί, του υπέγραψε μια επιταγή. Το ίδιο συνέβη και δέκα μέρες αργότερα. Είπα στη Σάντρα αυτά που είχα μάθει, και τότε εκείνη μπερδεύτηκε ακόμη περισσότερο, μου ζήτησε όμως να αρχίσω να τη φωτογραφίζω για ένα μικρό χρονικό διάστημα όταν πήγαινε να συναντήσει κρυφά τον Άρη Αλεβίζο. Τις έδωσα τις φωτογραφίες όταν γέμισα με αυτές ένα άλμπουμ». «Γιατί; Τι τις ήθελε»; Ο Πετρίδης ανασήκωσε τους ώμους. «Αυτό μόνο εκείνη το ήξερε. Πήγα κι έψαξα και το σπίτι της στο Βερολίνο πάντως, δε βρήκα σε αυτό ούτε κάμερες ούτε μικρόφωνα, έτσι εστίασα τις προσπάθειες μου στην παρακολούθηση των κινήσεων της Μαρίλιας και της Λίζας Μαρή. Φαντάζομαι πως για την επίσκεψη της Λίζας στη Γαλάζια τουλίπα δεν υπάρχει λόγος να σας μιλήσω». «Πώς δεν υπάρχει; Έδωσε 20000 ευρώ στην Ελπινίκη Δάμου, που ήταν η πρώτη μάνατζερ της Σάντρας». «Χαραμίζεσαι εδώ μέσα Πέτρο, εσύ θα έπρεπε να έρθεις στο δικό μου γραφείο, είναι μεγάλο, σε χωράει». «Συγγνώμη, θα μπορούσα να σας διακόψω για ένα λεπτό»; Ο Άγγελος σηκώθηκε από την καρέκλα του. «Φυσικά, τι τρέχει; Η Αλίκη»; «Όχι, όχι ακόμη, η Λία Αντωνίου, είναι η συνάδελφος στην οποία»... «Ναι, ξέρω ποια είναι, πήγαινε παρακάτω, τι έπαθε»; «Της διέρρηξαν το σπίτι. Πριν από λίγο το είδε, δεν πέρασε σε αυτό τη νύχτα, με ρωτάει τι να κάνει; Με την πρώτη ματιά λέει πως επικρατεί ένα χάος εκεί μέσα, και πως αυτά που λείπουν ως τώρα σχετίζονται όλα με το επάγγελμα της. Χρήματα κι αντικείμενα αξίας δεν είχε εκεί, μπορείς να στείλεις κάποιον»; «Ναι, τώρα κιόλας». Ο Πέτρος σήκωσε το τηλέφωνο και κάτι είπε στην Ελένη. «Ας μη βιαστούμε να βγάλουμε συμπεράσματα, θα δούμε, φεύγουν ήδη τα παιδιά για εκεί, πες της να περιμένει και να μην αγγίξει τίποτα». Ο Άγγελος άρχισε να πληκτρολογεί στο κινητό του. «Λοιπόν; Για προχώρα»! «Της τα έδωσε για να της ζητήσει να προσπαθήσει να ξανακερδίσει τη δουλειά που έχασε εξαιτίας της Αλεξάνδρας Λάντρη». «Δηλαδή»; Ο Πετρίδης έσμιξε τα φρύδια. «Η Λίζα Μαρή ήθελε να ελέγχει τα έσοδα της Σάντρας, η Ελπινίκη στην αρχή της έδινε λογαριασμό για όλες τις επαγγελματικές κινήσεις της κοπέλας. Αυτό που αγνοώ είναι αν ήταν κι ο πατέρας της στο κόλπο, η Σάντρα όμως μιλούσε με πολύ καλά λόγια για αυτόν, ποτέ δε μου ζήτησε να ασχοληθώ μαζί του». «Κατανοητό, λοιπόν»; «Η Ελπινίκη δεν ήθελε να ξαναπροσπαθήσει επειδή είχε θιχτεί ο εγωισμός της με την επαγγελματική απόρριψη της Σάντρας. Η Λίζα επέμενε, λέγοντας της πως θα έβγαζε στη φόρα τα άπλυτα της αν δεν έταζε κάτι μοναδικό στην κοπέλα για να την αναγκάσει να διώξει τη Λάντρη». «Και σαν τι μοναδικό θα μπορούσε να της προσφέρει»; «Αυτό δεν το ξέρω, πάντως στο τέλος, η Δάμου δέχτηκε τα χρήματα και της υποσχέθηκε πως θα έκανε ό,τι μπορούσε για να την ικανοποιήσει». Ο Πέτρος τον ευχαρίστησε με τα μάτια και στράφηκε προς το μέρος του Άγγελου. «Ήταν κάποια από τις δυο μάνατζερ στο Μαύρο μαργαριτάρι τη βραδιά της δεξίωσης»; «Και οι δυο αλλά δεν πρόλαβα να τις γνωρίσω. Η Δάμου δεν έμεινε πολύ, για τη Λάντρη δεν είμαι σίγουρος, θα το ελέγξω όμως». Ο Πέτρος έγνεψε. «Πότε την είδες τελευταία»; «Πριν από μια εβδομάδα, ήρθε στο γραφείο μου για να πάρει τα τελευταία στοιχεία, και με παρακάλεσε για το επόμενο διάστημα να τα στέλνω όλα στη θαλαμηγό της. Δέχτηκα και άρχισα να κάνω ακριβώς αυτό. Ανήσυχη μου φαινόταν για να είμαι ειλικρινής, και λίγο πριν φύγει, τη ρώτησα αν ήθελε να επικεντρωθώ και σε κάποιο άλλο πρόσωπο. Μου απάντησε πως θα το σκεφτόταν και θα με ειδοποιούσε όταν θα ήταν έτοιμη. Τρεις μέρες πριν τον θάνατο της, βρήκα ένα φωνητικό της μήνυμα με το οποίο μου ζητούσε να την επισκεφθώ στη θαλαμηγό της αμέσως μετά την επιστροφή της από τη Μαδρίτη. Δεν πρόλαβα να πάω. Τη σκότωσαν Πέτρο, έτσι δεν είναι»; Ο Πετρίδης είχε μιλήσει βλοσυρά στο τέλος. «Ναι, γιατί να σου το κρύψω; Τη δηλητηρίασαν με αρσενικό». «Θα τους βρούμε, θέλω να βοηθήσω όσο μπορώ. Δες αυτά που σου έφερα και πάρε με τηλέφωνο, κάτι θα μπορέσω να προσφέρω, ήταν εντάξει η Σάντρα Μαρή, καθόλου μπλαζέ, καθόλου αλαζονική, δεν της άξιζε να φύγει έτσι». «Ξέρω, και σε ευχαριστώ πολύ για τη συνεισφορά σου, να περιμένεις τηλεφώνημα μου άμεσα». Ο Πέτρος σηκώθηκε και το ίδιο έκανε κι ο άλλος. Έδωσαν τα χέρια, κι ύστερα εκείνος έφυγε, αφού χαιρέτισε εγκάρδια και τον Άγγελο κι ας μην τον ήξερε. «Πάμε για ένα τσιγάρο; Αυτός ήταν οπωσδήποτε ο πιο ειλικρινής από όλους όσους έχουμε δει ως τώρα». «Ναι, το πιστεύω κι εγώ αυτό, πάμε». Βγήκαν στο μπαλκόνι. Ο Άγγελος έσφιγγε πάντα στο ένα του χέρι το κινητό του. «Μη σκέφτεσαι την Αλίκη, είναι κρίμα να παιδεύεται κι άλλο έτσι». «Λες να μην το ξέρω; Την Έλλη σκεφτόμουν. Σε λίγες ώρες θα μιλήσει με το Μακρή για τους σκελετούς της οικογένειας που είναι θαμμένοι στη ντουλάπα». «Κι αν έχει ντουλάπες η βίλα του Μακρή, να ορίστε, χίλια χρόνια θα ζήσει. Μόλις μου έστειλε την πρώτη της απόπειρα σκιαγράφησης του προφίλ του δολοφόνου, για να δω»... Ο Πέτρος διάβασε την έκθεση που είχε γράψει χθες τη νύχτα η Έλλη, και μετά έτεινε το τηλέφωνο του προς το μέρος του Άγγελου που το πήρε και τη διάβασε κι αυτός. «Λες να έχει δίκιο»; «Είναι πιθανό, πάμε μέσα, κάποιος ήρθε». Γύρισαν μαζί στο γραφείο και βρήκαν το Στάθη να τους περιμένει. «Βλέπω πως δε μας ξέχασες, σε ακούμε». Ο Στάθης έγνεψε. «Η Κέλλυ μεντή βγήκε από το νοσοκομείο πριν από λίγη ώρα. Κάποια δική μας πήγε στο σπίτι της μαζί με την καινούρια ψυχολόγο. Θα συνεννοηθούν για το πότε θα τη δεις». «Σύμφωνοι, τι άλλο»; «Ανακάλυψα πως λίγη ώρα πριν κατέβει στο Μαύρο μαργαριτάρι η Σάντρα για το δεύτερο μέρος της δεξίωσης, έστειλε στη Μαρίλια φωτογραφίες που έδειχναν την ίδια και τον Άρη Αλεβίζο σε τρυφερές περιπτύξεις». «Δεν είναι δυνατό». «Κι όμως Πέτρο, είναι». «Μα έχουμε τα μηνύματα με τα οποία τον παρακαλούσε να μην της μιλήσει εκείνος για τη σχέση τους». «Σίγουρα, τα θυμάμαι, αλλά κάτι μεσολάβησε ανάμεσα στις δυο αδερφές. Μην ξεχνάτε πως τα δακτυλικά αποτυπώματα της Μαρίλιας βρέθηκαν στη θαλαμηγό της Σάντρας». «Πρέπει να τη δούμε αυτή την κοπέλα». «Ναι, δεν αμφιβάλλω καθόλου. Ανακάλυψα πως η Μαργαρίτα Μαρή με την Εβελίνα Μακρή γνωρίζονταν». «Σκέφτομαι να σου δώσω ολιγοήμερη άδεια με αποδοχές για να κάνεις ένα ταξιδάκι τώρα που ήρθε το καλοκαίρι». «Ευχαρίστως Πέτρο, μα θα δουλεύω κι από εκεί που θα βρίσκομαι». «Τότε άσ'το καλύτερα, τι βρήκες»; «Μόλις σας προώθησα στο ηλεκτρονικό σας ταχυδρομείο μια φωτογραφία που τραβήχτηκε πριν από είκοσι χρόνια περίπου. Οι δυο τους βρίσκονταν στη Νέα Υόρκη για τα εγκαίνια μιας έκθεσης γλυπτικής. Τους συζύγους τους δεν κατόρθωσα να τους βρω, μα στη φωτογραφία θα δείτε πως μιλάνε έντονα». «Τσακώνονται»; «Δε λέω αυτό, χαμογελάνε αλλά κάτι δεν πάει καλά. Οπωσδήποτε ο φωτογράφος δεν πήρε την έγκριση τους πριν αποθανατίσει τη στιγμή». Ο Πέτρος κι ο Άγγελος κοίταξαν ταυτοχρόνως τη φωτογραφία. Και οι δυο είχαν την ίδια αίσθηση με τον Στάθη. «Δώσε τη στη Δρόσου, ίσως μας πει κάτι περισσότερο». «Εντάξει, θα το κάνω». «Άλλο τίποτα»; «Η Λίζα Μαρή θα είναι εδώ από στιγμή σε στιγμή, μαζί με τον σύζυγο της βέβαια». «Καλώς». Ο Στάθης πήγε πάλι προς την πόρτα. «Επιστρέφω στον ηλεκτρονικό υπολογιστή της Σάντρας». Ο Πέτρος έγνεψε καταφατικά. Ο Στάθης βγήκε και τότε άρχισε να κουδουνίζει το σταθερό τηλέφωνο του Πέτρου ο οποίος το άρπαξε. Μίλησε για λίγο αφού πρώτα άκουσε για κάμποσα δευτερόλεπτα, και μετά, κατά την προσφιλή του συνήθεια, το κοπάνησε με μανία στη βάση του. «Αυτός που μπήκε στο σπίτι της φίλης σου της Λίας, της πήρε όλους τους εξωτερικούς σκληρούς της δίσκους». «Ξέρω, κάτι τέτοιο μου έγραψε κι εμένα». «Ναι αλλά αυτό που δε σου έγραψε εσένα είναι πως πάνω ακριβώς από το κρεβάτι της, της ζωγράφισε στον τοίχο ένα χρυσάνθεμο από την άκρη του οποίου κρεμόταν μια λάμα». Ο Άγγελος ανατρίχιασε. «Αυτή είναι μια απειλή που συνδέει τον άνθρωπο μας ακόμη πιο στενά με τον Ερρίκο Τζανή». «Σε ευχαριστώ για την πληροφορία. Θα την μεταφέρουν σε ένα ξενοδοχείο, κι όχι, μην ταράζεσαι. Αν ήθελε να τη βλάψει θα έβρισκε τον τρόπο. Φαίνεται πως η συγκεκριμένη γυναίκα δεν τον ενδιαφέρει καθόλου». Ο Άγγελος το σκέφτηκε, ναι, δεν είχε άδικο ο Πέτρος. Κάτι πήγε να του πει, αλλά τώρα ήταν το δικό του τηλέφωνο που άρχισε να χτυπάει. Απάντησε, μέσα σε δέκα δευτερόλεπτα είχε τερματίσει την κλήση, έσφιξε την άκρη του γραφείου του αλλά δε σηκώθηκε. Το έκανε όμως ο Πέτρος που ήταν δίπλα του μέσα σε μια στιγμή. «Έφυγε»; Ο Άγγελος τον κοίταξε χωρίς να του μιλήσει. «Τα θερμά μου συλλυπητήρια φίλε, να ζήσεις να τη θυμάσαι. Έλα, σήκω, πρέπει να φύγεις». Ο Άγγελος το έκανε βάζοντας τον υπολογιστή του μέσα στη θήκη του. «Θα μιλήσεις με τη Λίζα Μαρή»; «Σίγουρα, θα σε ενημερώσω με κάθε λεπτομέρεια». «Αύριο μετά την κηδεία θα είμαι πίσω». Ο Πέτρος έγνεψε. Ήξερε πως την είχε ανάγκη αυτή την απόσπαση της προσοχής ο Άγγελος και δε σκέφτηκε να του την αρνηθεί. «Θα σε περιμένουμε, κι εγώ κι ο Στάθης, κι απόψε, θα περάσω από το σπίτι της Αλίκης, δε θα με ξεφορτωθείς εμένα τόσο απλά». Ο Άγγελος του έκλεισε το μάτι. «Θέλω να έρθεις, θα σε περιμένω». «Άντε στο καλό τώρα». Ο Πέτρος τον ξεπροβόδισε και μετά σωριάστηκε πάλι στην καρέκλα του. Καθώς έπιανε στο χέρι το κινητό του, έκανε την ευχή να μην υπέφερε άλλο ο Άγγελος. «Έλλη; Καλημέρα, πώς είσαι; Έχεις μια στιγμή»;
YOU ARE READING
Ο χρυσός κρίκος
RomanceΗ ιστορία της Έλλης και του άγγελου που άρχισε στο μυθιστόρημα με τίτλο στο κόκκινο συνεχίζεται... Δεύτερο βιβλίο