Όταν μπήκε ο Άγγελος στο γραφείο του Πέτρου ανακουφίστηκε αφάνταστα που τον βρήκε ολομόναχο. Φορούσε ακουστικά στα αφτιά του και είχε σφιγμένα τα χέρια του σε γροθιές. Όταν τον είδε, τα έβγαλε, έκανε μερικά κλικ με το ποντίκι, και μετά του έγνεψε να κλείσει και να κλειδώσει την πόρτα. «Τι τρέχει; Σε ταινία δράσης και κατασκοπίας παίζουμε»; «Δε θέλεις να ακούσεις τον καλό της Έλλης; Αν ναι τότε έχεις πέντε λεπτά, διαφορετικά καλώ τη Μαρίλια και χάνεις την ευκαιρία». Ο Πέτρος δε χαμογελούσε, προφανώς δεν είχε εκτιμήσει καθόλου την προσπάθεια του άλλου για λίγο χιούμορ, άλλωστε βιαζόταν. Έτσι, ο Άγγελος άφησε το λάπτοπ που είχε φέρει μαζί του πάνω στο γραφείο, και πήγε να σταθεί πλάι στον επιθεωρητή που κάτι πληκτρολόγησε στα γρήγορα. Μια βαθιά ανδρική φωνή γέμισε τον άδειο σχεδόν από ανθρώπους χώρο: «Δε μπορώ να την προδώσω έτσι στεγνά, μοιράστηκα μια ολόκληρη ζωή μαζί της». «Τότε καλά θα κάνεις να συμβιβαστείς με την αφάνεια, ή καλύτερα με την ανυπαρξία. Έχεις ιδέα πόσα πράγματα κλωτσάς με την άρνηση της πρότασης μας»; Ο Άγγελος κοίταξε τον Πέτρο που αρκέστηκε απλά να ανασηκώσει τους ώμους. «Τι θέλετε»; «Τα πάντα, συχνή αναφορά για τον τρόπο που ζει η Έλλη Αυγέρη, με ποιους βγαίνει, με ποιους συνεργάζεται. Στο μεταξύ εσύ θα αρχίσεις να αποσύρεσαι διακριτικά από τη ζωή της και λίγες μόνο εβδομάδες πριν το γάμο θα της μιλήσεις για χωρισμό». «Θα πληγωθεί». «Μπορείς να σκεφτείς την υπόλοιπη ζωή σου δεμένη για πάντα με τη δική της»; «Όχι πια, έχει κιόλας αρχίσει να με ενδιαφέρει κάποια άλλη». «Τότε με τα χρήματα που θα βγάλεις από την ιστορία αυτή θα μπορέσεις να την κερδίσεις ευκολότερα». «Για ποιον θα δουλέψω; Κι εσύ ποιος είσαι»; «Ο φύλακας άγγελος της Μαριλένας. Το για ποιον θα δουλέψεις δε θα το μάθεις ποτέ». Ένα μικρό κενό διαδέχτηκε τα τελευταία λόγια του άγνωστου το οποίο καλύφθηκε αμέσως μετά ξανά από τη φωνή του Γιάννη. «Αυτό ήταν, τελείωσε, χωρίσαμε». «Πολύ καλά, αυτός που πρέπει θα ικανοποιηθεί. Απόψε θα γίνεις κάτοχος ενός νέου τραπεζικού λογαριασμού». «Καλώς, τι πρέπει να κάνω από εδώ και πέρα»; «Να καταγράψεις και να μας στείλεις ηλεκτρονικά ορισμένες πληροφορίες για την πρώην αρραβωνιαστικιά σου». Ήταν φανερό πως υπήρχαν ακόμη περισσότερες συνομιλίες διαθέσιμες, ο Πέτρος όμως, επέλεξε εκείνη τη στιγμή για να σταματήσει την αναπαραγωγή τους. Μόλις πάτησε το πλήκτρο, στράφηκε να κοιτάξει τον Άγγελο. Εκείνος είχε πανιάσει. «Ναι, το ξέρω, αυτό που της έκανε είναι κάτι παραπάνω από άθλιο, θα το πληρώσει όμως. Ήδη μαθεύτηκε στον επαγγελματικό του χώρο πως κάτι δεν πάει καλά. Σου δίνω το λόγο μου πως δε θα ξεμπερδέψει έτσι απλά μαζί μου». «Θα του κάνω ζημιά Πέτρο». Ο Άγγελος είχε αρχίσει να βηματίζει νευρικά μέσα στο γραφείο. «Δεν κοιτάς να συνέλθεις λέω εγώ; Σε καουμπόικο νομίζεις πως πας να παίξεις; Μην ονειρεύεσαι μονομαχία στο ξημέρωμα». «Σταμάτα». «Θα σταματήσω αν μου πεις ποιο είναι το πρώτο σου συμπέρασμα από αυτά που άκουσες». Ο Άγγελος το σκέφτηκε. «Μιλάει αργόσυρτα όπως κι ο βιαστής». Τα μάτια του επιθεωρητή γέμισαν φωτιές. «Αυτό ομολογώ πως δεν το πρόσεξα». «Κακώς, κι έχει κάποια άμεση ή έμμεση σχέση με τον κρίκο που έχει πάνω του χαραγμένο το όνομα Μαριλένα». «Πολύ σωστά». Ο Πέτρος βάλθηκε να χτυπάει ρυθμικά ένα μολύβι πάνω στο γραφείο. «Θέλω να ακούσω και τις υπόλοιπες καταγεγραμμένες συνομιλίες». «Θα γίνει κι αυτό αύριο λογικά. Κάθισε κάτω τώρα, έφτασε η στιγμή να ακούσουμε τι έχει να μας πει η Μαρίλια Μαρή». Ο Άγγελος συγκατένευσε και σωριάστηκε στην καρέκλα του ενεργοποιώντας το λάπτοπ του. Τώρα η Έλλη ταξίδευε, μα του έλειπε ήδη. Τον είχε πικράνει πολύ που δεν είχαν κάνει έρωτα. Πώς θα μπορούσε να τη βοηθήσει να νιώσει ξανά καλά μαζί του; Ο Πέτρος είχε κιόλας σηκώσει το τηλέφωνο για να μιλήσει με την Κάτια. Όπως ήταν αναμενόμενο και γνωστό, η ομοιότητα της Μαρίλιας με τη δίδυμη αδερφή της ήταν εκπληκτική, περιοριζόταν όμως αποκλειστικά και μόνο στην εξωτερική εμφάνιση. Η Μαρίλια, ήταν μια πολύ ελκυστική και καλοφτιαγμένη μελαχρινή, που φορούσε ένα μαύρο κουστούμι πολύ λεπτό εξαιτίας της εποχής. Το βάψιμο της ήταν πιο έντονο κι από εκείνο της Λίζας Μαρή, ενώ από τους καρπούς της κρέμονταν λεπτά ασημένια βραχιόλια που κουδούνιζαν, τρία στο κάθε χέρι. Δε μπόρεσε να μη σκεφτεί πικρόχολα ο Άγγελος καθώς την παρατηρούσε προσεκτικά μα και κρυφά πως δεν έδειχνε να θρηνεί ιδιαίτερα για το θάνατο της αδερφής της, παρά την αδιαμφισβήτητη συντριβή της στο άκουσμα της είδησης αυτής. Ο Πέτρος, σηκώθηκε και της έτεινε το χέρι του εκφράζοντας της παράλληλα τα θερμά του συλλυπητήρια για την απώλεια της. Εκείνη τον ευχαρίστησε με ένα μικρό κούνημα του κεφαλιού, κι αφού χαιρέτισε και τον Άγγελο, κάθισε στην πολυθρόνα που της πρότεινε ο επιθεωρητής. Εκείνος, πήγε με τη σειρά του στο γραφείο του, και για ακόμη μια φορά ενεργοποίησε το σύστημα ηχογράφησης. «Λυπάμαι που θα σας αναγκάσω να το περάσετε αυτό αλλά δεν έχω άλλη επιλογή». «Καταλαβαίνω, είμαι στη διάθεση σας». Η φωνή της νέας γυναίκας θύμισε τον ήχο των καλύτερων κρυστάλλινων σκευών που τσούγκριζαν μεταξύ τους. «Πότε την είδατε για τελευταία φορά ζωντανή και πώς σας φάνηκε»; Η Μαρίλια δε δίστασε καθόλου να του απαντήσει. «Πήγα στη θαλαμηγό της πριν από λίγες μέρες, δε θυμάμαι ακριβώς, αλλά μπορούμε εύκολα να εξακριβώσουμε την ημερομηνία». «Φυσικά, το έχουμε ήδη κάνει, οπότε μην ενοχλείστε, λοιπόν»; «Εκείνη με κάλεσε, ήθελε μου είπε να συζητήσουμε για κάτι. Ήταν τεταμένη από την πρώτη στιγμή». «Για ποιο λόγο; Ποιο ήταν το ζήτημα της κουβέντας σας; Υποθέτω πως δεν επρόκειτο για μια τρυφερή συνομιλία ανάμεσα σε δυο αγαπημένες αδερφές που επιχειρούν να γεφυρώσουν το χάσμα που τις χωρίζει». Αν πίστευε ο Πέτρος πως θα μπορούσε να την εφνηδιάσει μιλώντας της έτσι έκανε λάθος. Η γυναίκα που καθόταν στητή απέναντι του, είχε βουτήξει εδώ και χρόνια στα παγωμένα νερά του επιχειρηματικού κόσμου, και ήξερε θαυμάσιο κολύμπι. «Τον εκτιμάω τον τρόπο σας κύριε Γεωργίου, θέλω να ξέρετε πως δε θα αποφύγω να απαντήσω με σαφήνεια στα πάντα, δεν έχω να κρύψω πολλά που να σχετίζονται με τον θάνατο της. Είστε καλά πληροφορημένος, είχαμε κάποια προβλήματα, μα δε θα τη σκότωνα ποτέ, δε θα την έθετα ποτέ σε κίνδυνο. Διαφωνούσα ριζικά με τον προσανατολισμό που είχε πάρει στη ζωή της, αλλά δε θα τολμούσα ποτέ να παρέμβω δραστικά για να τον αλλάξω. Τα τελευταία χρόνια κάναμε όντως απόπειρες για να μπούμε η μια στην καθημερινότητα της άλλης». «Χαίρομαι και που το ακούω και που είστε ευθύς και ακριβόλογη, συνεχίστε σας παρακαλώ, τι σας ήθελε η Σάντρα»; «Με ρώτησε αν είχα βάλει εγώ την κάμερα παρακολούθησης μέσα στη θαλαμηγό». Η Μαρίλια ήταν εντελώς ανέκφραστη όσο μιλούσε αν και τα λόγια της που θύμιζαν σαίτες, τους είχαν παγώσει και τους δυο. «Και τι της απαντήσατε»; «Πως όχι, δεν την είχα βάλει εγώ εκεί, διότι πολύ απλά δε με ενδιέφερε η προσωπική της ζωή». «Μάλιστα, κι ύστερα»; «Ύστερα της έδωσα κάποια προσωπικά μου αντικείμενα που μου είχε ζητήσει να φέρω μαζί μου, ήθελε μου είπε να τα παίρνει στις συναυλίες της». Ο Πέτρος κούνησε το κεφάλι του. «Μιλάτε για το τσαντάκι και το κολιέ με το μονόγραμμα σας»; «Ναι, και για το κραγιόν και για τη μπούκλα των μαλλιών μου. Της τα έδωσα πρόθυμα». Ο Άγγελος αναρωτήθηκε αν άκουγε η Δρόσου από το διπλανό γραφείο. «Κι έπειτα πώς κύλησε η βραδιά»; «Τσακωθήκαμε κύριε Γεωργίου, όπως καταλαβαίνετε η βραδιά κύλησε πολύ άσχημα. Ίσως έφταιγε και το κρασί του Άρη που καταναλώσαμε σε μεγάλη ποσότητα και οι δυο. Καθίσαμε κυρίως στον χώρο που χρησίμευε σαν βιβλιοθήκη. Μαλώσαμε για τα κληρονομικά». «Δηλαδή»; «Αφού έχετε ήδη μιλήσει με τον πατέρα μου, τότε θα ξέρετε σίγουρα τον τρόπο με τον οποίο ήθελε να μοιράσει την περιουσία του». «Εγώ ναι, μα πίστευα όπως κι εκείνος πως εσείς δεν τον γνωρίζατε». Η Μαρίλια ανασήκωσε τους ώμους. «Έχω κι εγώ τους πληροφοριοδότες μου, τέλος πάντων, πίστευα πως η Μαρίλια έπρεπε να είναι ευχαριστημένη παίρνοντας μόνο το δέκα τοις εκατό των μετοχών του ομίλου μας». Ο Άγγελος είχε κοκαλώσει από την αμεσότητα των απαντήσεων της γυναίκας αυτής. Είχε τα πόδια της σταυρωμένα, ενώ τα χέρια της ακουμπούσαν πάνω στο γραφείο μπροστά της. «Και της το είπατε, έτσι δεν είναι»; «Ναι, εκείνη δεν ήξερε τίποτα για τις προθέσεις του πατέρα μας να κάνει ένα ωραίο πάρτι για το γεγονός αυτό, αλλά ούτε και για τα ποσοστά της περιουσίας που θα της ανήκαν. Δεν εκτίμησε την ειλικρίνεια μου, εγώ της είχα φανερώσει από το τέλος της εφηβείας μας πως σκόπευα να αφιερωθώ ολοκληρωτικά στη δουλειά αυτή γιατί ήθελα κι εξακολουθώ να θέλω να την επεκτείνω, μα εκείνη είχε ήδη αποφασίσει να γίνει μουσικός. Και τα κατάφερε, έγινε εξαίρετη, η καλύτερη της εποχής της, μα αυτό δεν αναιρεί το γεγονός πως δεν είχε προσφέρει τίποτα στη δουλειά του πατέρα μας». «Και τι σας είπε για το θέμα αυτό»; Ο Πέτρος είδε πως είχε μόλις λάβει ένα e-mail από τον Στάθη, δεν το άνοιξε όμως, μόνο κοίταξε ήσυχα τη Μαρίλια. «Μου είπε πως τα χρήματα αυτά δεν τα είχε ανάγκη επειδή κέρδιζε ήδη πολλά δικά της που της έφταναν και με το παραπάνω, αλλά πως θα τα διεκδικούσε όλα, επειδή δεν της άρεσε η συμπεριφορά μου». «Μάλιστα, αυτό είναι πιστεύω κατανοητό. Για ποια άλλα ζητήματα κουβεντιάσατε»; Οι άκρες των χειλιών της γυναίκας κινήθηκαν ανεπαίσθητα. «Για την προσωπική μας ζωή, με ρώτησε πώς τα πήγαινα με τον Άρη Αλεβίζο, με τον οποίο είμαι σίγουρη πως ξέρετε πως είμαι αρραβωνιασμένη, αλλά πως η καρδιά του ήταν δική της κι όχι δική μου». Αθέλητα, ο Άγγελος έσφιξε και με τα δυο του χέρια τις γωνίες του γραφείου πάνω στο οποίο ήταν τοποθετημένος ο φορητός του υπολογιστής. Απορούσε πως άντεχε η γυναίκα αυτή να μιλάει έτσι. Το είχε άραγε συνειδητοποιήσει πως η αδερφή της για την οποία κουβέντιαζε τόσο ψυχρά ήταν νεκρή; «Αυτό που με ξαφνιάζει για το δεύτερο σκέλος, είναι πως είστε σε θέση να μιλάτε τόσο αδιάφορα για αυτό το γεγονός». «Λυπάμαι, μα δε θα έπρεπε. Αυτό που θα σας πω δεν το γνωρίζουν ούτε ο πατέρας μου αλλά ούτε και η Λίζα». «Σας ακούω». «Η σχέση μου με τον Άρη Αλεβίζο ουσιαστικά δεν υπήρξε ποτέ». Ο Άγγελος μετατοπίστηκε απότομα στην καρέκλα του, κι ο Πέτρος τον κοίταξε βλοσυρά. Έτσι, ζήτησε συγγνώμη και σηκώθηκε για να γεμίσει με νερό ένα πλαστικό ποτήρι. Ευτυχώς που βρήκε παγωμένο στο ψυγείο. Εκείνη τη στιγμή ήθελε όσο τίποτα να ανοίξει την πόρτα του γραφείου και να βγει έξω. Ήθελε να ανοίξει το γράμμα της Αλίκης και να το διαβάσει όρθιος στη μέση του δρόμου, μα φυσικά δε μπορούσε να το κάνει. «Τι εννοείτε πως δεν υπήρξε; Ήταν ας το πούμε λευκή»; Η Μαρίλια κούνησε το κεφάλι της καταφατικά. «Ας πούμε πως ναι, κάπως έτσι ήταν. Στην αρχή πίστεψα πως τον είχα ερωτευθεί κι αποφάσισα να τον πολιορκήσω, είχα περάσει μόνη πολλά χρόνια, κι ο άνδρας αυτός έδειχνε να ταιριάζει σε εμένα. Σύντομα απογοητεύτηκα για δυο λόγους. Πρώτα από όλα, κατάλαβα πως παρά την ενασχόληση μας με διαφορετικές επιχειρήσεις, μπορούσαμε μεν να μιλήσουμε για πολλά θέματα, ήταν αδύνατο ωστόσο να έρθουμε πιο κοντά. Κι ύστερα ήρθε σε επαφή μαζί μου ο πρώτος μου έρωτας, που με πρόδωσε παλιά». Ο Πέτρος δεν πίστευε στα αφτιά του. Όσο δύσκολα και συγκεχυμένα μιλούσε η Λίζα Μαρή, τόσο απόλυτα κι άνετα απαντούσε στις ερωτήσεις του η Μαρίλια. «Και τότε; Τι σας ώθησε να τον αρραβωνιαστείτε»; «Η ανάγκη να καλύψω το κενό. Ο πρώτος μου σύντροφος, ήταν και είναι εντελώς ακατάλληλος για τον σκοπό αυτό, ανένταχτος κοινωνικά, δε θα μπορούσε σε καμία περίπτωση να σταθεί στην ελίτ και να τη συναναστραφεί». «Οπότε; Κάνατε κάποια συμφωνία με τον κύριο Αλεβίζο»; Η Μαρίλια έγνεψε ξανά καταφατικά. «Ναι, αυτό ακριβώς έκανα κύριε Γεωργίου. Αποφασίσαμε να αρραβωνιαστούμε και να παντρευτούμε για το καλό και των δυο μας. Κι εκείνος με είχε ανάγκη, όπως τον είχα κι εγώ. Απλά του ζήτησα να μου δώσει τον λόγο του πως θα πρόσεχε ιδιαίτερα για να μην καταλάβει τίποτα ο πατέρας μου. Έχει περάσει πολλά από το θάνατο της μητέρας μου και μετά, και δε θα συγχωρούσα ποτέ τον εαυτό μου αν του πρόσθετα κι άλλα βάσανα». Μόνο τώρα άλλαξε ελαφρώς ο τόνος της φωνής της Μαρίλιας, και το καμπάνισμα των κρυστάλλων γλύκανε κάπως. Ο Πέτρος την παρότρυνε με τα μάτια να συνεχίσει, καθώς σηκωνόταν για να βάλει τσάι και για τους τρεις τους. «Δεν ξέρω πόσο σχολαστικά έχετε ερευνήσει την πρότερη ζωή του Άρη, μα αν το κάνατε ενδελεχώς, τότε θα μαθαίνατε πως είχε αρραβωνιαστεί άλλη μια φορά στο παρελθόν, μια κοπέλα από την Κύπρο». «Ναι, γνωρίζω για ποια γυναίκα μου μιλάτε, λοιπόν»; Η Μαρίλια δέχτηκε το τσάι, χαμογελώντας του. «Λοιπόν, ήταν η γυναίκα αυτή που του ζήτησε να χωρίσουν κι εκείνος δεν είχε άλλη επιλογή από το να το δεχτεί και να το σεβαστεί. Πίστευα πως την αγαπούσε ακόμη αλλά έμαθα πως έκανα λάθος. Αγάπησε την αδερφή μου αμέσως μόλις τη συνάντησε». Η γυναίκα ήπιε λίγο από το τσάι της. «Και γιατί αφού το αίσθημα ήταν αμοιβαίο δε διέλυσε τον αρραβώνα του μαζί σας για να μην τη βλέπει στα κρυφά»; «Επειδή εγώ του ταίριαζα πιο πολύ κοινωνικά, κι επειδή μου ήταν πολύ ευκολότερο να τον στηρίξω οικονομικά». Τώρα σάστισε κι ο Πέτρος. «Με συγχωρείτε, μα τι θέλετε να πείτε; Ο Άρης Αλεβίζος παράγει ένα λευκό κρασί εξαιρετικής ποιότητας, αυτό όλοι το παραδέχονται». «Κι εγώ είμαι μια από αυτούς, μα ο Άρης είχε μεγάλη ανάγκη τα χρήματα κύριε Γεωργίου». «Δε σας καταλαβαίνω δυστυχώς». «Θα φροντίσω να με καταλάβετε αμέσως, σας είπα, δε θα σας κρύψω τίποτα, ο φονιάς της αδερφής μου θέλω να βρεθεί γρήγορα και να πληρώσει».
YOU ARE READING
Ο χρυσός κρίκος
RomanceΗ ιστορία της Έλλης και του άγγελου που άρχισε στο μυθιστόρημα με τίτλο στο κόκκινο συνεχίζεται... Δεύτερο βιβλίο