Σε ευχαριστώ

628 65 11
                                    


Κωνσταντίνος POV

Δεν ξέρω πόση ώρα περπατάμε, πάντως εκείνη δεν έχει σταματήσει να τρέμει. Την κοιτάζω και πραγματικά την λυπάμαι. Πως μπόρεσε εκείνο το κάθαρμα να της φερθεί έτσι; Γαμώτο, είναι απλά μια κοπέλα! Με ποιο δικαίωμα της το έκανε αυτό;
«είσαι καλύτερα;»
Ρωτάω για πολλοστή φορά. Το βλέμμα της στρέφεται στο δικό μου, τώρα όμως δεν δείχνει τόσο φοβισμένη όσο πριν.
«ν ναι»
Τραυλίζει με χαμηλή φωνή. Παίρνω μια βαθιά ανάσα, περνώντας το χέρι από το σβέρκο μου. Πρώτη φορά αισθάνομαι τόσο αμήχανος.
«σας ευχαριστώ»
Προσθέτει, εκπλήσσοντας με.
«δεν χρειάζεται, εξάλλου... αυτό θα έκανε ο οποιοσδήποτε άλλος στην θέση μου»
Αποκρίνομαι, νιώθοντας κάπως πιο άνετος. Ξαφνικά, την ακούω να ρουθουνίζει ειρωνικά.
«δεν έχεις δίκιο»
Στρέφω το βλέμμα μου ξανά επάνω της.
«γιατί το λες αυτό;»
Ρωτάω, παρατηρώντας την κοκκινίλα στο μάγουλο της. Γαμώτο, θα τον βρω αυτόν και θα του σπάσω τα μούτρα!
«δεν τους είδες; όλοι μας κοιτούσαν, αλλά κανένας δεν τόλμησε να τον σταματήσει»
Τα λόγια της με επαναφέρουν απότομα στην πραγματικότητα. Όντως, έχει δίκιο. Αν και δεν θυμάμαι πολλές λεπτομέρειες από το συγκεκριμένο περιστατικό, μονάχα εκείνο το κάθαρμα που την χτύπησε και της έσκισε τα ρούχα. Αυτή είναι λοιπόν η σημερινή μας κοινωνία; αυτή είναι η δημοκρατία; Ξεφυσάω.
«σου είμαι ευγνώμον, ε... εμ...»
Προσπαθεί να μαντέψει το όνομα μου; αυτό με κάνει να χαμογελάσω.
«Κωνσταντίνος»
Λέω, δίνοντας της την απάντηση που ψάχνει. Ένα συνεσταλμένο χαμόγελο σχηματίζεται στο πρόσωπο της.
«σε ευχαριστώ λοιπόν, Κωνσταντίνε»
«σου είπα, δεν χρειάζεται να με ευχαριστείς, ε.... πως...»
Ένα διστακτικό γελάκι καταφέρνει να ξεφύγει από τα χείλη της, προκαλώντας με να χαμογελάσω περισσότερο.
«Άννα»
Άννα; έτσι έλεγαν και την μητέρα μου. Τώρα αυτό είναι σύμπτωση; η μήπως κάποιος προσπαθεί να γελάσει μαζί μου; Ασυναίσθητα, ένα νοσταλγικό χαμόγελο σχηματίζεται στα χείλη μου.
«ωραίο όνομα»
Νομίζω ότι τώρα είμαστε πολύ άνετα μεταξύ μας, και αυτή και εγώ. Συνεχίζουμε τον δρόμο μας, με την Άννα να κοιτάζει ψηλά στον ουρανό, και με μένα να χαζεύω αυτήν. Είναι πολύ απλή αλλά όμορφη κοπέλα. Έχει μια λιτή ομορφιά, που θα λεγε και η Δέσποινα. Όμως η εικόνα της κοκκινίλας στο μάγουλο της, χαλάει τις σκέψεις μου, επαναφέροντας με απότομα στην πραγματικότητα. Ειλικρινά, θα τον βρω και θα τον λιώσω! Γιατί είμαι σίγουρος πως αυτό θα το κάνει και σε άλλες κοπέλες. Τώρα που το σκέφτομαι, τι σχέση έχει η Άννα με αυτόν; πως βρέθηκε εκεί; Μετακινώ το βλέμμα μου ξανά επάνω της.
«τι σχέση είχες με αυτόν τον τύπο;»
Το έκπληκτο βλέμμα της συναντά το αποφασιστικό δικό μου.
«είναι το αφεντικό μου. Δηλαδή... ήταν»
Λέει, χαμηλώνοντας το κεφάλι της από ντροπή. Μήπως τελικά δεν έπρεπε να της το θυμήσω; γαμώτο, αισθάνομαι ένοχος τώρα. Περνάω το χέρι από τα μαλλιά μου, ανακατεύοντας τα.
«δούλευα στον φούρνο του για σχεδόν έναν χρόνο. Ως τώρα δεν μου έδειξε ποτέ αυτή του την πλευρά, αλλά απόψε...»
Κουνάω ειρωνικά το κεφάλι.
«απόψε είπε να σου τα δείξει όλα μαζί, το κάθαρμα»
Γρυλίζω μέσα από τα σφιγμένα δόντια μου. Εντάξει, έχω ήδη όλες τις πληροφορίες που χρειάζομαι. Αύριο κιόλας θα τον έχω τακτοποιήσει. Τελικά έχει και τα καλά του το να είσαι ο γιος του δημάρχου.
«τι θα κάνω τώρα; πως θα τα βγάλουμε πέρα;»
Την ακούω να μουρμουρίζει με απελπισία, αλλά νομίζω ότι μιλάει περισσότερο στον εαυτό της, παρά σε μένα. Για άλλη μια φορά την σκανάρω με το βλέμμα μου. Είναι άραγε τόσο δύσκολο να βρεις δουλειά σήμερα; νόμιζα ότι τα πράγματα πήγαιναν καλύτερα στην Ελλάδα. Αλλά από ότι φαίνεται... έκανα λάθος.
«δεν έχεις κάπου αλλού να δουλέψεις;»
«δυστυχώς όχι. Και πρέπει να βρω άμεσα!»
Όντως, δείχνει να το έχει πραγματική ανάγκη. Παίρνω μια βαθιά ανάσα, κοιτάζοντας τριγύρω. Που θα μπορούσα να της βρω δουλειά; Δούλευε σε φούρνο όπως μου είπε, άρα ίσως.... το βρήκα!
«νομίζω πως έχω λύση στο πρόβλημα σου»
Της ανακοινώνω, έχοντας ένα συγκρατημένο χαμόγελο στο πρόσωπο μου. Παρακολουθώ τα φρύδια της να ανασηκώνονται από την έκπληξη.
«τι εννοείς;»
«κοίτα, έχω έναν γνωστό ο οποίος έχει δικό του φούρνο. Τον τελευταίο καιρό ψάχνει για υπαλλήλους»
Ελπίζω να δεχτεί να τον συναντήσει. Αν και στην πραγματικότητα δεν είμαι σίγουρος για το αν ο Ορέστης ψάχνει όντως υπαλλήλους. Ίσως κάνει κάποια εξαίρεση για μένα.
«τι λες;»
«κανονικά δεν πρέπει να δεχτώ»
Κατσουφιάζω.
«γιατί;»
«επειδή με βοήθησες ήδη μια φορά»
«μπορώ να σε βοηθήσω και δεύτερη!»
Αποκρίνομαι, έχοντας ξαφνικά μια παιχνιδιάρικη διάθεση. Εκείνη σηκώνει ξανά τα πράσινα μάτια της επάνω μου.
«με τι αντάλλαγμα όμως;»
Δεν το πολύ κατάλαβα τώρα αυτό.
«δεν σου ζητάω τίποτα. Απλά θέλω να σε βοηθήσω»
Αν και δεν σε ξέρω καθόλου. Βασικά, έχει σημασία αν την ξέρω η όχι; θέλω απλά να την βοηθήσω! άνθρωποι είμαστε στην τελική. Την παρακολουθώ να χαμογελάει στραβά.
«όταν κάποιος σου δίνει κάτι, τότε περιμένει να του δώσεις και εσύ»
Αυτό το λέει συχνά ο πατέρας μου. Κανένας δεν πρόκειται να σου δώσει το οτιδήποτε, χωρίς ανταλλαγή. Έτσι λέει πάντα. Κάνω ένα βήμα κοντά της, με το βλέμμα μου να σκαρφαλώνει αργά στο πρόσωπο της.
«δεν σου ζητάω τίποτα απολύτως, Άννα. Στο κάτω κάτω, δεν σου κάνω και κάποια τεράστια χάρη»
Ας ελπίσουμε να μην με κρεμάσει ο Ορέστης. Πρέπει να μιλήσω μαζί του, αύριο κιόλας!
«είσαι καλύτερα τώρα;»
Ρωτάω, προσπαθώντας να ξεφύγω από το θέμα.
«ναι, πολύ καλύτερα»
Απαντάει καθώς τα βήματα της σταματούν.
«εδώ είμαστε»
Λέει, κοιτάζοντας από πίσω μου. Αμέσως γυρίζω το κεφάλι, για να δω ένα σχετικά μικρό σπίτι.
«ώστε εδώ μένεις λοιπόν»
Παρατηρώ με κεφάτο τόνο, καθώς το βλέμμα μου επιστρέφει στο δικό της.
«ναι, αυτό είναι το μικρό μου παλατάκι»
Σαρκάζει, κάνοντας με να γελάσω. Έπειτα την παρακολουθώ να ξεκουμπώνει διστακτικά το τζάκετ μου.
«κράτησε το»
Πετάω και αμέσως σταματάει την κίνηση της.
«μα... είναι δικό σου»
«εσύ το έχεις περισσότερη ανάγκη τώρα. Κράτησε το»
Επιμένω με πιο γλυκό τόνο αυτή την φορά. Εκείνη μου χαμογελάει διστακτικά καθώς τραβάει το φερμουάρ μέχρι ψηλά στον λαιμό της. Είναι ντροπαλή, και ομολογώ ότι... έχει πλάκα αυτό.
«λοιπόν, θα μιλήσω αύριο με τον γνωστό μου και θα σε ενημερώσω»
Λέω, περνώντας αμήχανα το χέρι από το σβέρκο μου. Την παρακολουθώ να με κοιτάζει με σκεπτικό ύφος.
«ναι, αλλά... πως θα μπορέσεις να επικοινωνήσεις μαζί μου;»
Σωστά! θεέ μου, ξέχασα την πιο σημαντική λεπτομέρεια.
«θα σου δώσω τον αριθμό μου»
Την παρακολουθώ να βγάζει ένα σχετικά μικρό κινητό αφής από την τσέπη του τζιν της. Η οθόνη του φαίνεται να έχει μερικές γρατζουνιές. Σίγουρα θα δημιουργήθηκαν απόψε, με εκείνο το περιστατικό. Γαμώτο, δεν θέλω ούτε καν να το σκέφτομαι!
«πες μου»
Λέει, αφυπνίζοντας με από τις σκέψεις μου. Αφού ανταλλάσουμε αριθμούς, το βλέμμα μου επιστρέφει στο δικό της.
«ωραία, θα σε καλέσω αύριο, το υπόσχομαι!»
Δεν υπάρχει περίπτωση να το ξεχάσω! Ένα γλυκό χαμόγελο ζωγραφίζεται στο πρόσωπο της.
«σε ευχαριστώ Κωνσταντίνε, για όλα»
Της ανταποδίδω το χαμόγελο, κάνοντας παράλληλα μερικά βήματα πίσω.
«αύριο!»
Λέω και μετά φεύγω από κοντά της. Το αυτοκίνητο μου βρίσκεται παρκαρισμένο έξω από εκείνον τον φούρνο. Αν τον βρω κάπου απέξω, θα τον μαυρίσω στο ξύλο! Αυτή η κοπέλα τελικά μου τράβηξε περισσότερο το ενδιαφέρον από όσο πιστεύω.

Η λεωφόρος των ονείρωνTempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang