Μόλις έφυγα και επέστρεψα στο μοτέλ, στο κεφάλι μου επικρατούσε ένας χαμός, κάτι δεν μου κολλούσε, αλλά με το που μπήκα στο δωμάτιο μου, βρήκα στον Thomas να κάθεται στο κρεβάτι μου. Σκατά. Την είχα βάψει.
«Τι κάνεις εδώ πέρα;» τον ρώτησα και εκείνος μου χαμογέλασε.
«Ήρθα να σε δω...» μου είπε κρύβοντας το πρόσωπο του στο σκοτάδι.
«Δεν γυρίζω πίσω Thomas....» του είπα ανάβοντας το φως.
«Το ξέρω, δεν είμαι εδώ γι'αυτό...» μου είπε κρύβοντας το πρόσωπο του μέσα στις χούφτες του.
«Τότε γιατί είσαι εδώ;» τον ρώτησα επιθετικά.
«Γιατί θέλω να σου μιλήσω, σχετικά με τον δεσμό μας..» μου είπε και επιτέλους με κοίταξε στα μάτια.
«Δεν νομίζω πως υπάχρει λόγος να το συζητάμε αυτό, έτσι κι αλλιώς, χάθηκα έτσι δεν είναι;» τον ρώτησα.
«Ναι, έτσι είναι, αλλά εγώ ακόμα σε θέλω, μου λείπεις...» μου είπε και ένιωσα την καρδιά μου να πονάει.
«Συγνώμη Thomas..» του είπα και έκανα ένα βήμα προς το μέρος χωρίς να είμαι σίγουρη για το τι πρέπει να κάνω.
«Δεν φταις εσύ, εγώ σε πλήγωσα, ξανά και ξανά...» μου είπε και σηκώθηκε όρθιος και ήρθε προς το μέρος μου.
«Thomas...» ψιθύρισα, αλλά πριν προλάβω να αντιδράσω τα χείλη του ήταν πάνω στα δικά μου, αυτή η γλυκιά ζεστασιά και η μυρωδιά του βουνού.
«Δεν ζητάω καμία ευκαιρία, δεν την αξίζω, απλά σε παρακαλώ, αν χρειαστείς βοήθεια επικοινώνησε μαζί μου ή με τον Jeremy..» μου είπε και έφυγε σαν σίφουνας από το δωμάτιο.
«ΓΑΜΏΤΟ!»φώναξα και έκατσα με δύναμη στο κρεβάτι μου, πως τα έχω κάνει έτσι, πως έχει γίνει έτσι η ζωή μου.
Έβγαλα το φόρεμα μου και πήγα για ένα μπάνιο, μπας και κατάφερνα να κοιμηθώ έστω για μία ώρα, αύριο έπρεπε να πάω στην δουλειά και το βράδυ έπρεπε να περιμένω τον Charles, ή τουλάχιστον την απάντηση του.

YOU ARE READING
Supernatural War
רומנטיקהΣε νεαρή ηλικία η Margaret Everdeen βιώνει τον θάνατο τον γονιών της από βρυκόλακες. Όλα αλλάζουν εκείνη την μέρα, χάνει τους φίλους της, τον αδερφό της, τα πάντα. Όταν όμως μεγαλώνει τα πράγματα γίνονται ακόμα χειρότερα όταν το ταίρι της ο Thomas B...