Επέστρεψα στο δωμάτιο μου και αθόρυβα έκατσα πάλι στο κρεβάτι μου. Έπρεπε να βρω έναν τρόπο για να μην πάμε αυτή την βόλτα και να μπορέσω να πίσω τον Alpha Baxter να στείλει περίπολο. Το πιο κοντινό του πρόσωπο, που θα μπορούσα και εγώ να απευθυνθώ ήταν ο γιος του, ο Theo Baxter, και κολλητός μου φίλος.
Κοίταξα προς την μεριά του James και είχε κλείσει πια το φως και κοιμόταν του καλού καιρού. Έτσι πάλι αθόρυβα κατάφερα να τρυπώσω πάλι έξω στον διάδρομο μέχρι που έφτασα έξω από την πόρτα του δωματίου του Thomas. Χτύπησα πρώτα, μήπως και ήταν ξύπνιος αλλά δεν πήρα καμία απάντηση, οπότε μπήκα μέσα πατώντας στις μύτες των ποδιών μου και πήγα κοντά στο κρεβάτι του.
«Theo!» φώναξα απαλά, αλλά κοιμόταν αρκετά βαθιά και δεν με άκουσε.
«Theo, ξύπνα! Εγώ είμαι!» του είπα ξανά και το πρόσωπο του συνοφρυώθηκε αλλά και πάλι δεν άνοιξε τα μάτια του.
Πήγα ακόμα πιο κοντά και έπιασα το χέρι του και άρχισα να τον ταρακουνάω. Στριφογύρισε λίγο μουγκρίζοντας, αλλά στο τέλος άνοιξε τα μάτια του και με κοίταξε νυσταγμένος και εκνευρισμένος ταυτόχρονα.
«Τι θέλεις Margie τέτοια ώρα;» μουρμούρισε και ανασηκώθηκε στο κρεβάτι.
Μόλις τον είδα λίγο καλύτερα, το πόσο μικρός ήταν, έκανε την καρδιά μου να σφιχτεί. Του χαμογέλασα και έκατσα στο κρεβάτι.
«Θέλω μία χάρη..» του ψιθύρισα.«Και με ξύπνησες τα ξημερώματα για να μου πεις ότι θες μία χάρη; Δεν μπορούσες να μου το πεις το πρωί;» με ρώτησε δυσαρεστημένος.
«Όχι, δεν γίνεται να περιμένει. Άκουσε με, αύριο θα γίνει μία επίθεση εδώ στην αγέλη και οι γονείς μου θα σκοτωθούν πριν προλάβετε να στείλετε βοήθεια. Μην με ρωτήσεις σε παρακαλώ πολύ πως το ξέρω και να σου πω δεν νομίζω πως θα με πιστέψεις, θα σου εξηγήσω κάποια στιγμή αλλά τώρα θέλω να πεις στον μπαμπά σου να στείλει περιπολία αύριο το πρωί γιατί άκουγες θόρυβο από το δάσος όλο το βράδυ. Να επιμείνεις!» του είπα σιγανά.
Με κοίταξε σαστισμένος για λίγο. «Margie μήπως έβλεπες κάποιο όνειρο;» με ρώτησε.
«Όχι Theo, δεν ήταν όνειρο και το καταλαβαίνω πως δυσκολεύεσαι να το πιστέψεις αλλά οι μόνες αποδείξεις που θα έχω είναι αν πεθάνουν οι γονείς μου..» του απάντησα.
«Εντάξει, θα το κάνω, δεν θα αφήσω να πάθουν τίποτα οι γονείς σου! Στο υπόσχομαι..αύριο θα ξυπνήσω νωρίς και θα τον βρω!» μου είπε και τον αγκάλιασα σφιχτά.
«Θα σου χρωστάω! Σε ευχαριστώ Theo, καληνύχτα!» του είπα και σηκώθηκα να φύγω.
«Καληνύχτα Margie, θα σε βρω αύριο το πρωί!» μου είπε και έκλεισα την πόρτα πίσω μου.
Επέστρεψα και πάλι στο δωμάτιο και ο James κοιμόταν ακόμα. Χώθηκα και εγώ κάτω από τα παπλώματα και προσπάθησα να κοιμηθώ, αλλά τελικά ήρθε το πρωί και εγώ ήμουν ακόμη ξύπνια. Έπρεπε να σκεφτώ έναν τρόπο να καθυστερήσω αύριο τους γονείς μας, κάτι έπρεπε να κάνω.
«Καλημέρα..» μουρμούρισε ο James και πετάχτηκα από την τρομάρα μου.
«Ξύπνια είσαι; Νόμιζα πως θα κοιμάσαι τέτοια ώρα που γύρισες..πάλι με τον Thomas ήσουν;» με ρώτησε. Μάλλον τελικά δεν κοιμόταν του καλού καιρού όπως νόμιζα.
«Όχι, με πονούσε η κοιλιά..» του είπα και γύρισα στο πλάι.
«Μην μου το κάνεις αυτό Margie, το ξέρεις πως σήμερα ήταν να πάμε βόλτα..» είπε εκνευρισμένος και σηκώθηκε από το κρεβάτι. «Πάω να φωνάξω την μαμά..» μουρμούρισε και έφυγε.
Λίγα λεπτά αργότερα η μαμά και ο μπαμπάς ήταν στο δωμάτιο και η μαμά έδειχνε ανήσυχη, με πλησίασε και έκατσε δίπλα μου χαιδεύοντας μου την κοιλιά απαλά.
«Πως είσαι καρδιά μου;» με ρώτησε και χαμογέλασε.
«Με πονάει λίγο η κοιλιά..» της είπα και με φίλησε απαλά στο μέτωπο.
«Δεν φαίνεται να έχεις πυρετό, αλλά θα πάω να σου φτιάξω ένα ζεστό τσάι και ο μπαμπάς θα σου φέρει κάτι να φας..» μου είπε και σηκώθηκε όρθια.
«Θα σου φέρω και ένα κουλουράκι με σοκολάτα..» μου ψιθύρισε ο μπαμπάς λίγο πριν κλείσει την πόρτα.
Κοίταξα τον James ο οποίος άρχισε να ντύνεται. «Θα πας κάπου;» τον ρώτησα.
«Μία βόλτα εδώ τριγύρω..» είπε και πετάχτηκα όρθια.
«Όχι!» του φώναξα.
«Δεν θα σε ρωτήσω κιόλας! Αρρωστιάρικο..» μου φώναξε.
«Μην Jamie σε παρακαλώ. Θα κάνω ότι θες..» του είπα και τον έπιασα από το χέρι.
«Άσε με Margaret!» μούγκρισε και πήγε προς την πόρτα αλλά έτρεξα πίσω του και πρόλαβα να κλειδώσω την πόρτα και να πάρω το κλειδί.
«Τι κάνεις Margaret! Δώσε μου το κλειδί!» φώναξε.
«Όχι! Δεν μπορώ, δεν καταλαβαίνεις!» του είπα.
«Margie, εντάξει, τον έπεισα!» άκουσα την φωνή του Thomas έξω από το δωμάτιο και ένιωσα να χαλαρώνω λίγο.
«Τι κανονίσατε πάλι; Αμάν πια! Θα φωνάξω την μαμά, δώσε μου το κλειδί!» μου φώναξε.
«Όχι!» του είπα ήρεμα.
Τελικά παραιτήθηκε και έκατσε πάλι στο κρεβάτι, να βράζει από τον θυμό του. Ξεκλείδωσα την πόρτα αφού βεβαιώθηκα πως δεν θα φύγει και λίγο αργότερα ήρθε και ο μπαμπάς με το φαγητό.
«Λίγα κουλουράκια σοκολάτας για την κυρία Margaret..» είπε με φωνή χαρωπή και μου άφησε το πιάτο στο κομοδίνο.
«Ευχαριστώ πολύ..» του είπα και δάγκωσα ένα.
«Σε έψαχνε ο Thomas πριν..του είπα πως είσαι λίγο άρρωστη.» μου είπε και εκείνη την στιγμή ο James έφυγε τρέχοντας από το δωμάτιο.
«JAMIE!» φώναξα και πετάχτηκα όρθια και άρχισα να τρέχω από πίσω του.
Κατέβηκα γρήγορα στο ισόγειο αλλά είχε κλείσει ήδη την πόρτα, βγήκα έξω από το σπίτι και άρχισα να τον φωνάζω αλλά δεν ήταν πουθενά. Το κακό είναι πως είμαι αρκετά μικρή και δεν μπορώ να αλλάξω στον λύκο μου αφού ακόμα δεν έχω βρει το ταίρι μου, δηλαδή τον Thomas. Δεν μου έμεινε άλλη λύση από το να τρέξω στην ανθρώπινη μορφή μου και να βασιστώ στις αισθήσεις μου. Δεν υπήρχε τίποτα όμως, δεν ήταν πουθενά.
Ξάφνου, αφού πέρασα λίγη ώρα μυρίζοντας και ακούγοντας διάφορους θορύβους, άκουσα κάτι ουρλιαχτά λύκων. Η επίθεση! Άρχισα να τρέχω προς τα εκεί που άκουγα την φασαρία με την ελπίδα πως δεν είναι εκεί ο James. Τον έχασα μία φορά δεν θα το άντεχα και δεύτερη φορά.
Σιγά σιγά καθώς πλησίαζα, άρχισα να βλέπω λύκους να μάχονται με βρυκόλακες, εννιά λύκοι και τέσσερις βρυκόλακες. Μπόρεσα να διακρίνω τον μεγάλο καφέ λύκο, τον Alpha Baxter να μάχεται με έναν βρυκόλακα. Ο Alpha κέρδιζε έδαφος αλλά ο βρυκόλακας δεν φάνηκε να ταράζεται και αυτό με ανησυχούσε.
«Margie;» άκουσα μία πνιχτή φωνή από πίσω μου και γύρισα τρομαγμένη να δω ποιος είναι και είδα τον Theo.
«Τι κάνεις εδώ;» τον ρώτησα σαστισμένη.
«Χτύπησε συναγερμός, έρχεται βοήθεια, επίσης σε ψάχνουν όλοι, βρήκα τον James να σε φωνάζει λίγο πριν αρχίσει το δάσος. Τι σε έπιασε και ήρθες εδώ; Μπορεί να σε δουν..» μου ψιθύρισε και με τράβηξε πίσω από το δέντρο.
«Νόμιζα πως ο Jamie κινδύνευε..» του είπα.
Δεν πέρασε ένα λεπτό και αρχίσαμε να ακούμε γριλίσματα και ουρλιαχτά από πίσω μας και τουλάχιστον είκοσι λύκοι έτρεχαν προς το μέρος μας, δηλαδή προς την μάχη. Δεν φάνηκε να μας είδαν για καλή μας τύχη, αλλιώς θα είχαμε μεγάλα μπλεξίματα.
Γυρίσαμε και εμείς προς το μέρος που έτρεχαν για να δούμε τι γινόταν και ο καφέ λύκος ήταν κάτω, ανάμεσα σε πολλούς άλλους, χωρίς να κουνιέται, χωρίς να αντιδράει.
«ΜΠΑΜΠΆ!» ούρλιαξε ο Theo και άρχισε να τρέχει προς τα εκεί.
«Thomas ΜΗ! ΠΡΟΣΕΧΕ!» του φώναξα, αλλά χώθηκε μέσα στην μάχη.

YOU ARE READING
Supernatural War
RomanceΣε νεαρή ηλικία η Margaret Everdeen βιώνει τον θάνατο τον γονιών της από βρυκόλακες. Όλα αλλάζουν εκείνη την μέρα, χάνει τους φίλους της, τον αδερφό της, τα πάντα. Όταν όμως μεγαλώνει τα πράγματα γίνονται ακόμα χειρότερα όταν το ταίρι της ο Thomas B...