Chapter 3

399 26 8
                                    

«Γεια σου και σε εσένα Tiffany, και εμένα μου έλειψες. Α και ναι, εγώ είμαι...» της είπα και με κοίταξε έκπληκτη.

«Margaret;» με ρώτησε χωρίς να είσαι σίγουρη.

«Ω, βλέπω με θυμάσαι, τι τιμή...» μουρμούρισα και εκείνη με κοίταξε σοκαρισμένη.

«Τι δουλειά έχεις εδώ; Εννοώ γιατί γύρισες;» με ρώτησε κάπως ανήσυχη και τράβηξε το χέρι του Thomas.

«Μην ανησυχείς, αν γινόταν δεν θα ερχόμουν ποτέ ξανά, και το παιδί είναι δικό σου, δεν με ενδιαφέρει καθόλου. Και James χαλάρωσε επιτέλους..» του είπα τσιτωμένη και έφυγα βιαστικά από την κουζίνα αφήνοντας τον Jeremy μαζί τους.

     Μόλις επέστρεψα και πάλι στο δωμάτιο μου, θυμήθηκαν πως δεν είχα πάρει το φαγητό μου, έτσι όταν σηκώθηκα για να πάω στην κουζίνα άκουσα ένα χτύπημα στην πόρτα.

«Πάλι καλά..έλα..» είπα στον Jeremy ανακουφισμένη και άνοιξε την πόρτα αλλά δεν ήταν ο Jeremy, αλλά ο James, με το φαγητό μου.

«Τι θέλεις James;» τον ρώτησα καθώς πήρα το πιάτο από τα χέρια του.

«Να σου μιλήσω...» μου είπε κοιτάζοντας με στα μάτια.

«Εγώ πάλι δεν θέλω...» του είπα και τον έσπρωξα έξω από το δωμάτιο.

«Δεν μου έδωσες ποτέ μία ευκαιρία να σου εξηγήσω γιατί, το γιατί...» μου είπε αναστατωμένος και έκανε ένα βήμα προς το μέρος μου.

«Το γιατί; Το γιατί με βασάνισες; Το γιατί έριξες το όλο το φταίξιμο πάνω μου; Γιατί όλη η αγέλη ξαφνικά με μίσησε και άρχισε να με κατηγορεί για τον θάνατο των γωνιών μας; Αυτό το γιατί;» τον ρώτησα απολύτως ήρεμη και χαλαρή.

«Ναι, ακριβώς αυτό. Ήμουν μικρός, όλοι όταν με ρωτούσα τι έγινε, τι θυμάμαι από εκείνη την ημέρα τους έλεγα πως δεν ξέρω, πως δεν θυμόμουν, ήμουν φοβησμένος. Όταν ο Alpha Baxter ο πατέρας του Thomas με ρώτησε μία μέρα μετά την κηδεία τους, του απάντησα ακριβώς το ίδιο. Τότε θύμωσε πολύ, πάρα πολύ, μου είπε πως αν δεν του πω θα μας διώξει από την αγέλη, έτσι του είπα αυτό το ψέμα, αλλά τον έβαλα να μου υποσχεθεί ότι δεν θα σε διώξει. Δεν σε έδιωξε αλλά για να σε τιμωρήσει είπε στην αγέλη ότι εσύ έφταιγες και ανάγκασε και εμένα να κάνω το ίδιο, να σε μισώ όπως όλοι. Ήξερα ότι είναι λάθος, αλλά δεν μπορούσα να κάνω τίποτα, μέχρι που το συνήθησα.» μου είπε με βραχνή φωνή και με τα δάκρυα να τρέχουν από τα μάτια του ποτάμι.

  «Είμαι η αδερφη σου James, πως μπόρεσες να μου το κάνεις αυτό; Περίμενα να με προστατέψεις, πως θα με προσέχεις εσύ αφού δεν μπορούσαν πλέον να το κάνουν οι γονείς μας....» του είπα νιώθοντας αυτόν τον ανήκουστο πόνο στο στήθος μου.

Supernatural WarDonde viven las historias. Descúbrelo ahora