Η μαμά φέρεται περίεργα.
Η Αρσινόη είναι μόλις τεσσάρων όταν συνειδητοποιεί πως κάτι δεν πάει καλά με την Ελευθερία. Είναι απόρροια παρατήρησης των υπολοίπων γονιών των συμμαθητών της, αλλά και συγκρίσεως με τον Αλβέρτο. Ο μπαμπάς την αγκαλιάζει, της χαϊδεύει το κεφάλι όταν κάνει κάτι σωστά, έρχεται και παίζει μαζί της. Η Μάρθα επίσης. Την αφήνει να την 'βοηθάει' (να ρίχνει αλεύρι στην μάπα της) στην κουζίνα, στον κήπο φυτεύουν μαζί λουλούδια κάθε άνοιξη και της διαβάζει παραμύθια αν δεν μπορεί εκείνος. Τους ενδιαφέρουν τα νέα της από το νηπιαγωγείο, οι νέοι της φίλοι, οι ζωγραφιές της, οι τσακωμοί της.
Η Ελευθερία από την άλλη σπανίως της μιλά ή νοιάζεται για οτιδήποτε κάνει. Προσπαθεί να της μιλήσει, να της τραβήξει την προσοχή. Τις περισσότερες φορές τα ακούει. Πρόσφατα την έδιωξε από το γραφείο της και δεν μπορεί να καταλάβει γιατί.
'Η μαμά με μισεί'.
Η Ελευθερία την μισεί. Ή έστω, δεν νοιάζεται όπως οι μητέρες των συμμαθητριών της. Δεν την έχει πάει ποτέ στο πάρκο, ούτε έχουν παίξει με κούκλες.
Εκεί που σιγουρεύεται είναι όταν συνειδητοποιεί πως αρνείται να την ακουμπήσει, εκτός και αν φορά γάντια.
'Η μαμά δεν είναι μαμά μου'.
Το δωμάτιο της είναι σουίτα, με περισσότερα δωμάτια από όσο χρειάζεται για μια ολιγοήμερη επίσκεψη στο Παρίσι, και ανήκει στον Ηλιάδη, οπότε μένει εκεί 'δωρεάν' με όλες τις ανέσεις υπό, ασφαλώς, την επίβλεψη του. Έχει μάτια παντού, οπότε όταν η ρεσεψιόν δεν ανταποκρίνεται στο αίτημα της για cabernet, το παίρνει μόνη της, με την ενδόμυχη επιθυμία να αφήσει σουβενίρ στις κάμερες κάποια απρεπή χειρονομία, αφιερωμένη. Η Αρσινόη δεν είναι τόσο μικροπρεπής, δυστυχώς ή ευτυχώς. Οι δημόσιες εκδηλώσεις μίσους και οι μπηχτές είναι για αυτούς που δεν έχουν αξιοπρέπεια. Μπορεί να έχει χάσει πολλά, αλλά έστω αυτό το κρατά γερά ακόμη στις χούφτες της. Για τώρα.
Έχει πιει μισό μπουκάλι μέχρι να ηρεμήσει τους ξέφρενους χτύπους της καρδιάς της και να βυθιστεί σε ένα απαλό μούδιασμα. Τέτοιο ώσπου το κεφάλι γίνεται αρκετά βαρύ για να μείνει καθηλωμένη στην πολυθρόνα, χαζεύοντας τον φωτισμένο πύργο του Άιφελ, δίχως όμως να τον κοιτάζει πραγματικά. Το δωμάτιο της είναι πολυτελέστατο. Ουσιαστικά παρομοιάζει μικρό διαμέρισμα, με κουζίνα και σαλόνι και τραπεζαρία. Είναι εκνευριστικά ογκώδες και ταυτοχρόνως ασφυκτικό, αν και το ταβάνι φαίνεται υπερβολικά μακρινό πάνω από το κεφάλι της. Αναρωτιέται αν είναι απόρροια της ζάλης της ή αν απλώς εκείνη την πιάνουν οι τάσεις φυγής της.
BẠN ĐANG ĐỌC
Νότες Τεσσάρων Εποχών
Lãng mạnΑπο την απόλυτη ευτυχία, στην απόλυτη απελπισία και το αντίστροφο, είναι πάντοτε εκεί για να της κρατά το χέρι. Μα όταν η τελευταία επικρατεί, το μοναδικό πράγμα που μένει είναι οι σκονισμένες νότες του κοινού παρελθόντος τους. Η Αρσινόη είχε τα πάν...