ΜΑΚΡΥΑ

9K 866 11
                                    

Ένιωσα τα δάχτυλά του να μπλέκουν στα μαλλιά μου.Ήταν διαφορετικός,τρυφερός! Έσυρα το μάγουλό μου δίπλα του πολύ σιγά μέχρι τα χείλη μου να αγγίξουν τα δικά του.Ο ένας έπαιρνε ανάσα απο τον άλλον και εγώ παρακαλούσα να με φιλήσει.Τα ένιωθα απαλά και τα ήθελα,τα ήθελα πολύ.''Φύγε!'' μου είπε χωρίς να απομακρυνθεί.Η λέξη τον έκανε να με αγγίξει πιο πολύ.<φίλα με> ζητούσα απο μέσα μου ''Άντα, φυγε!'' με απομάκρυνε,το εννοούσε.Μια τελευταία ματιά και τον προσπέρασα.Έτρεξα σα φοβισμένη στο σπίτι και κλείστηκα μέσα.Στηρίχτηκα πίσω απο τη πόρτα προσπαθώντας να συνέλθω.Αυτό που είχα νιώσει με ξεπερνούσε και το φοβόμουν κιόλας.Άφησα το σώμα να φτάσει μέχρι το πάτωμα και έμεινα μέχρι να βρω το ρυθμό μου,όλο αυτό που ένιωθα έπρεπε να περάσει.

Κρύο μπάνιο,αυτή ήταν η λύση και χωρίς να χάνω χρόνο χώθηκα κάτω απο το ντουζ.Έκλεισα τα μάτια και άφηνα το νερό να με καλύπτει.Μα με μισεί,έτσι ένιωθε.Απέχθεια και θυμό.Κιόμως θα έπαιρνα όρκο οτι με το ζόρι κρατιόταν.Και αν είχα δίκιο, γιατί να κρατηθεί?Το μυαλό μου κατακλείστηκε με ερωτήσεις που δεν ήξερα να απαντήσω.Τυλίχτηκα με μια πετσέτα και άρπαξα το τηλέφωνο.Ήθελα να μιλήσω με κάποιον ''Σίσυ?'' ευτυχώς μια απο τις κολλητές μου απάντησε αμέσως.

''ΆΝΤΑΑΑΑ!'' με ξεκούφανε

''Σιγά παιδάκι μου.Τι κάνεις?''

''Εγώ ή εσύ?Εδώ όπως τα ξέρεις με τη διαφορά οτι για χάρη σου ανεχόμαστε τη κλάψα του Ρίκι'' γέλασα

''Και εδω καλά.Τι καλά δηλαδή,μαγεία''και μόλις δε μπόρεσα να αρθρώσω λέξη ''Πότε θα έρθεις?''ρώτησα

''Απο τώρα σου λείψαμε?''αναστέναξα ''Κοριτσάκι σίγουρα είσε καλα?''

''Ναι,ναι μην ανησυχείς.Απλά να ξέρεις πως θα χαρώ να έρθεις όταν μπορέσεις.'' το κλείσαμε και ντύθηκα για να πάω για φαγητό.Έκατσα στο ίδιο εστιατόριο και πήρα μια σαλάτα.''Μόνο αυτό θα φας?'' ο κύριος Ρομπ στεκόταν πάνω μου και μόλις τον είδα σηκώθηκα απο τη καρέκλα μου ''Καθήστε μαζί μου''.Πήρε ένα ποτήρι κρασί και μου έκανε παρέα.''Πόσο καιρό μένετε εδώ?''ήξερα λίγα πράγματα για εκείνον.Τις προηγούμενες φορές πιο πολύ για μένα μιλάγαμε.''Απο τότε που φτιάχτηκε''απάντησε 

''Τέλεια.Οπότε θα γνωρίζετε και τον ιδιοκτήτη!''

''Φυσικά.Και εσύ τον γνωρίζεις'' γούρλωσα τα μάτια.Τον γνωρίζω?Μα πως μου είχε ξεφύγει.

''Εγω?'' χαμογέλασε πλατιά

''Ναι! είναι ο γιος μου.Ο Τόμ'' μόλις είχα πιει μια γουλιά νερό και άρχισα να βήχω.Το όνομά του με έπνιξε.Τα είχα κάνει πραγματικά θάλασσα,σκέφτηκα.Ο κύριος Ρομπ με χτύπησε στη πλάτη ελαφρά.''Άντα είσαι καλά?'' με ρώτησε ανήσυχος.''Μάλλον θα πρέπει να έχουμε κάποιον να τη προσέχει γιατί στα ατυχήματα είναι πρώτη.'' δε μπορεί να μην σχολιάσει μια φορά?Όμως εγώ δε του έκανα τη χάρη να απαντήσω.Τράβηξε μια καρέκλα και έκατσε μαζί μας.''Λοιπον πατέρα.Τι της είπες και την έπνιξες?'' με κοιτούσε αλλά εγώ απλώς απέφευγα το βλέμμα του.Μη το πεις,μη το πεις,παρακαλούσα τα πατέρα του σιωπηλά. ''Οτι γνωρίζει τον ιδιοκτήτη.Εσένα!δε το είχε καταλάβει'' με την άκρη του ματιού μου έπιασα το στραβό χαμόγελό του.''Μάλιστα.Λογικό να πνιγεί'' και ναι κυρίες και κύριοι το συνέχιζε.Γύρισα αγανακτισμένη προς τη θάλασσα ''Αφού η δεσποινίς τους θεωρεί όλους υπαλλήλους.Τους κοιτάζει αλλά δε τους βλέπει.'' λέξη,δε θα έλεγα λέξη.Κρατήσου Άντα,κρατήσου μα δε τελικά δε τα κατάφερα.Και τότε έδεσα τα χέρια μπροστά μου και τον κάρφωσα με τα μάτια ''Δε φταίω εγώ αν κάποιοι φαίρονται χειρότερα και απο υπάλληλο.Άσε που στη πραγματικότητα ένας υπάλληλος μπορεί και να με σεβόταν περισσότερο απο εσένα.''είδα τα χέρια του να σφίγγουν το τραπεζομάντηλο και κατάπια με δυσκολία.

''Κάτι δεν έχω καταλάβει εδω πέρα.'' είπε ο κύριος Ρομπ.Στήριξα τον αγκώνα μου στο τραπέζι και ακούμπησα το κεφάλι μου.Δεν ήθελα άλλο,δεν ήθελα να έχω κόντρα μαζί του μα δε σταματούσε.''Τίποτα κύριε Ρομπ.Έχει δίκιο ο γιος σας!'' και θα το σταματούσα.''Έτσι μπράβο''τόνισε και έφυγε.Τι σκατά ήθελε γαμώτο?Το ύφος μου θλιμένο και ο κύριος Πολ άναψε ένα απο τα πούρα του.Η μυρωδιά με ζάλιζε!

''Άντα κοίταξέ με'' ζήτησε σοβαρός και το έκανα απο περιέργεια.Αν άρχιζε και ο πατέρας τις παρατηρήσεις δε θα το άντεχα.''Ο γιος μου προσπαθεί να σε κρατήσει μακρυά.Γιατί?'' τι?τι έλεγε? Κούνησα το κεφάλι ανήξερη ''Δε...δε ξέρω τι μου λέτε'' πλησίασε πιο κοντά στο τραπέζι ''Τον ξέρω καλά κορίτσι μου.'' τι έκανα και με θέλει μακρυά του δηλαδη?τόσο κακό του προκαλούσα?τέτοια αντιπάθεια?Ήμουν μπερδεμένη και έμεινα σιωπηλή μέσα στις σκέψεις μου.

Αφού χαιρετηθήκαμε με το κύριο Ρομπ ξεκίνησα να επιστρέψω.Στη διαδρομή είδα τον Τομ να βγαίνει απο τη θάλασσα.Κολυμπούσε πολύ κοντά στο δικό μου σπίτι,μόνος.Εκείνη την ώρα μέσα μου έγινε πόλεμος και κινήθηκα στο μέρος του.Θα το ξεκαθάριζα αμέσως μαζί του.Ούτε μέρα παραπάνω δε θα περίμενα.Ούτε μέρα!

μη λες ΠΟΤΕWhere stories live. Discover now