ΕΙΜΑΙ Η ΑΝΤΑ

6.6K 718 28
                                    

Πρώτο βράδυ και η Σίσσυ δε θα καθόταν σπίτι με τίποτα.Το είχε δηλώσει στην Άντα εξ'αρχής, άλλωστε δεν έβλεπε την ώρα να γνωρίσει τον Μάρκους.Άρχισαν να ετοιμάζονται και για πρώτη φορά φόρεσε ένα τζιν και ένα φανελάκι.Μόλις η Σίσσυ την είδε ''Έτσι θα έρθεις?'' είπε και εκείνη γέλασε.Τελευταία την άκουγε συχνά αυτή την ερώτηση.Απόψε όμως δε την ένοιαζε, για τη φίλη της έβγαινε και έτσι ντύθηκε ακριβώς όπως αισθανόταν,απλά.

Έφτασαν και εκεί βρισκόταν ήδη η Τίνα.Μόλις τις είδε έκανε νόημα να κάτσουν μαζί της.Οι συστάσεις έγιναν και έδειχναν να συμπαθούν η μια την άλλη απο τη πρώτη στιγμή.Η Άντα αμμέτοχη, δεν αισθανόταν καλά και επέλεξε να μείνει ήσυχη.Ένα προαίσθημα τη βασάνιζε,ένα προαίσθημα που δε την άφηνε να ηρεμήσει.

Πήραν τα ποτά τους και σε πολύ λίγο τα αδέρφια πλησίασαν.Δε τους έριξε ούτε βλέμμα και χρειάστηκε να τη σκουντήξει η φίλη της.''Καλησπέρα''είπαν σχεδόν ταυτόχρονα.''Ο Τομ είναι ο σύζυγος της Τίνα και έχει τον οικισμό και απο δω ο Μάρκους είναι αδερφός του.Η φίλη μου η Σίσσυ!'' ο Τομ της χαμογέλασε και ο Μάρκους της έκλεισε το μάτι βάζοντας όλη τη γοητεία του όπως πάντα.Τους σύστησε τυπικά και το πρόσωπό της έδειχνε πως δεν αισθανόταν τίποτα, πως δε βρισκόταν καν εκεί.Ο Τομ την ήξερε,τη κατάλαβε και ένιωσε ανησυχία μα δε μπορούσε να κάνει και πολλά.Τέτοια μοναξιά ανάμεσα σε κόσμο δεν είχε νιώσει ποτέ.Χαμένη,μελαγχολική.Έριξε μια ματιά στη παρέα,η Τίνα τριβόταν στον άντρα της,αυτό ήταν ο Τομ,άντρας της και η Σίσσυ μιλούσε με το Μάρκους.Θα μπορούσε έυκολα να διακρίνει κάποιος οτι την είχε ήδη ρίξει.Και ξαφνικά ήθελε να τους δει απο μακρυά.Πήρε το ποτό της και κάνοντας το κύκλο του μπαρ, έκατσε απέναντι.Στην εικόνα του μυαλού της έβαλε τον εαυτό της στην άκρη που καθόταν πριν.Δε ταίριαζε,δεν άνηκε εκεί και ένα ρίγος τη διαπέρασε.

Ο Τομ την είχε βρει με τα μάτια και στη πρώτη ευκαιρία πλησίασε και τη τράβηξε πιο πέρα.''Τι συμβαίνει μωρό μου?'' ρώτησε και εκείνη απλά τον φίλησε τρυφερά.''Τίποτα.Πήγαινε δε θέλω να καταλάβει κάτι η Τίνα'' είπε και τον είδε να απομακρύνεται.Έσκυψε το κεφάλι και αναστέναξε.Κανείς δεν ήξερε τι αισθανόταν,κανείς τι σκεφτόταν και η μοναξιά την αγκάλιασε και πάλι.Γύρισε στη θέση της και έμεινε να πίνει το ποτό χαζεύοντας το κόσμο.Τους έβλεπε να γελάνε,να χορεύουν,να ερωτεύονται.Ένα χέρι της άγγιξε τον ώμο αλλά ούτε αυτό ήταν ικανό να τη ταράξει.Αργά γύρισε το κεφάλι και είδε το πατέρα των παιδιών.Οι δυο του έμειναν πλαι πλαι ακουμπώντας στο μπαρ.Τους κοιτούσαν! ''Μόνη?'' τη ρώτησε και εκείνη χαμογέλασε και κούνησε θετικά το κεφάλι.''Οι πιο μεγάλες αποφάσεις παίρνονται απο τους δυνατούς.Οι αμφιβολίες έρχονται μετά, όχι πριν Άντα.''τον άκουγε με προσοχή,δε κοίταζε ο ένας τον άλλον μα οι δυο τους επικοινωνούσαν έτσι κι αλλιως.''Φτάνει η στιγμή που χρειάζεται να φύγεις ακόμα και αν δε ξέρεις που πρέπει να πας.Εκείνη η ώρα είναι που όλοι βλέπουν τι θα χάσουν και τι πρέπει να κάνουν για να το κρατήσουν.Είμαι εγω εδω Άντα,δεν είσαι μόνη'' ήταν η τελευταία του κουβέντα.Τη χάιδεψε στη πλάτη και έφυγε.Το ίδιο και εκείνη,δε τη χωρούσε το μέρος.

Το επόμενο πρωι ξύπνησε νωρίς και έκανε ησυχία γιατί η Σίσσυ κοιμόταν ακόμα.Έφτιαξε καφέ και έκατσε στη βεράντα.Μια γλυκιά ψύχρα την άγγιζε και παραδόξως της άρεσε.Εκείνη τη καινούρια μέρα δε σκεφτόταν τίποτα,σα να είχε αποφασίσει στον ύπνο της και δε χρειαζόταν να κάνει τίποτε άλλο.Η φίλη της μετά απο καμια ώρα βγήκε τεντώνοντας το κορμί της χαμογελαστά.''Καλημέρα'' αντάλλαξαν και κάθησε μαζί της.''Αργήσαμε φαντάζομαι'' και αυτό ήταν η αφορμή για να ξεκινήσει η Σίσσυ να της εξιστορεί τι έγινε με τον Μάρκους.Μιλούσε με ενθουσιασμό,με πάθος.Τα μάτια της έλαμπαν και όταν έφτασε να λέει οτι κοιμήθηκε μαζί του η Άντα κοίταξε τη θάλασσα.Όλες οι λεπτομέρειες ηχούσαν στα αφτιά της μα δεν αντέδρασε.Πως θα μπορούσε άλλωστε.Έμεινε να κοιτάει τη θάλασσα.

Αποφάσισαν να πάνε για ακόμα έναν καφέ αν και είχε μεσημεριάσει.Τους συνάντησαν όλους,λες και εκείνη την ώρα είχε δωθεί κάποιο ραντεβού που η Άντα ξέχασε.Μόνο λίγο πρόλαβε να σταθεί και τα μάτια έπεσαν πάνω στον πατέρα και τον αδερφό της.Ένα χαμόγελο ξεκίνησε να σχηματίζεται μα γρήγορα έσβησε.Το χέρι του πατέρα της έπεσε δυνατά στο πρόσωπο της και την έριξε κάτω.Όλοι κοιτούσαν με ανοιχτό το στόμα και ο αδερφός της απλά τη σήκωσε.Ο Τομ έσφιξε τα χέρια.Σηκώθηκε και κοίταξε το πατέρα της.''ΓΙ ΑΥΤΟ ΗΡΘΕΣ ΕΔΩ?'' τη ρώτησε βάζοντας το τάμπλετ μπροστά στα μάτια της.Το βίντεο με εκείνη και τον Τομ έπαιζε και η Άντα τώρα κατάλαβε πως η μοίρα είχε φροντίσει γι αυτήν.Δε κοίταξε κανέναν παρά μόνο το πατέρα της.Απο εκείνον θα άρχιζε.Απο τη πηγή του κακού.Άρπαξε το τάμπλετ στα χέρια της και το έβαλε μπροστά στα δικά του μάτια να παίζει ''ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΛΑΘΟΣ?ΠΕΣ ΜΟΥ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΛΑΘΟΣ?'' η ψυχή της σε κάθε λέξη.''ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΟΣ ΚΑΙ ΕΧΕΙ ΠΑΙΔΙ!ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΓΡΑΜΜΑ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΤΟΥ!'' της φώναξε πισω, δείχνοντάς της το χαρτί που είχε στείλει ηΤίνα.''ΚΑΙ ΕΣΥ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΟΣ ΔΕΝ ΗΣΟΥΝ ΟΤΑΝ ΠΗΔΑΓΕΣ ΤΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ ΣΟΥ?'' και μόλις η Άντα έκανε την επανάστασή της.Είχαν παγώσει όλοι.Τώρα μίλαγε εκείνη!''ΤΙ ΜΕ ΚΟΙΤΑΣ?Η ΚΟΡΗ ΣΟΥ ΕΙΜΑΙ,ΔΙΚΟ ΣΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΜΑ.ΠΕΣ ΤΟ!ΠΕΣ ΤΟ ΜΠΑΜΠΑ!ΠΕΣ ΤΙ ΕΙΜΑΙ''εκείνος δε καταλάβαινε τι έλεγε,δε την είχε ξαναδει έτσι ποτέ και ενώ ήταν σίγουρος για το δίκιο του,μπροστά σε εκείνη τη κοπέλα αισθανόταν να το χάνει.''Θα σου πω εγώ.Πουτανάκι,έτσι με βλέπεις.Όλοι οι κόποι σου πήγαν στράφι,αυτό σκέφτεσαι.ΤΣΑΜΠΑ ΤΑ ΚΩΛΟΛΕΦΤΑ ΠΟΥ ΞΟΔΕΨΕΣ ΓΙΑ ΜΕΝΑ!ΕΤΣΙ ΔΕ ΣΚΕΦΤΕΣΑΙ?ΣΕ ΝΤΡΟΠΙΑΣΑ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΤΑ ΚΑΤΑΦΕΡΑ!'' ήταν λαχανιασμένη μα τίποτα δε θα τη σταμάταγε.Πέταξε το τάμπλετ κάτω και το πάτησε με μανία.Τέντωσε το χέρι της δείχνοντας το Μάρκους''ΑΥΤΟΣ ΤΟ ΤΡΑΒΗΞΕ'' σειρά η Τινα ''ΑΥΤΗ ΤΟ ΕΣΤΕΙΛΕ'' και τέλος ο Τομ ''ΚΑΙ ΑΥΤΟΣ ΜΕ ΠΗΔΑΓΕ'' έδειξε τον εαυτό της ''παίρνω όλη την ευθύνη και σας ζητώ συγνώμη'' είπε και απομακρύνθηκε.Έκανε βαθυά υπόκλιση ''Είμαι η Άντα και σας αδειάζω τη γωνιά'' γύρισε τη πλάτη σε όλους και έφυγε.Ο πατέρας των παιδιών φώναζε μέσα του <Μπράβο κοριτσι μου.Δώστους να καταλάβουν>

Και η Άντα τους έδωσε να καταλάβουν για τα καλά.

μη λες ΠΟΤΕWhere stories live. Discover now