ΑΛΗΘΕΙΕΣ

6.5K 642 9
                                    

Το επόμενο πρωί αφού πήρα πρωινό με τους δικούς μου τους αποχαιρέτησα.Αγκάλιασα το πατέρα μου ''Μη φοβάσαι,μπαμπα.Όποτε θες μπορείς να έρχεσαι.Σ'αγαπάω και με τα λάθη σου'' εκείνος με έσφιξε ''Και εγώ σ'αγαπώ.Δε ντρέπομαι παιδί μου για σένα αλλά για τον εαυτό μου'' είπε και δάκρυσε.Ο αδερφός μου μου έδωσε να καταλάβω οτι θα είναι εκεί αν τον χρειαστώ και με επιβλητικό αλλά παιδιάστικο ύφος απαίτησε να προσέχω.Γέλασα και του ζήτησα να μην ανησυχεί,όλα θα πήγαιναν καλα.

Έμεινα σπίτι σε εκείνη την κούνια διαβάζοντας ένα βιβλίο.Ήμουν τόσο απορροφημένη που δε κατάλαβα πότε ήρθε η Σίσσυ.Όταν την είδα ανακάθησα και της έκανα νόημα να έρθει δίπλα μου.Δε φαινόταν καλά,το πρόσωπό της χλωμό,θλιμμένο.''Τι έχεις?'' ρώτησα και την είδα να αναστενάζει ''Δε με θέλει'' κοιτούσε μπροστά και τα μάτια της γυάλιζαν.''Τι εννοείς?'' λες και δεν ήξερα,ντρεπόμουν για αυτή την ερώτηση και άρχισα να νιώθω άσχημα.''Είναι βίαιος'' πετάχτηκα απο τη θέση μου ''ΤΙ ΛΕΣ?'' εκείνη με κοίταξε δακρυσμένη ''Δεν είναι αυτό που νομίζεις.Δε με χτύπησε''ένιωσα μια μικρή ανακούφιση ''Όταν...όταν κάνουμε έρωτα όμως με κάνει να νιώθω...''κόμπιασε και έπεσα στην αγκαλιά της.Ήξερα,δε χρειαζόταν να μου πει.Και τότε η υποχρέωση να της πω την αλήθεια με κυρίευσαι.Στάθηκα μπροστά της και μίλησα.Παρακαλούσα απο μέσα μου να το αντέξει.Τα μάτια της άνοιξαν και γέμισαν κι άλλα δάκρυα.Με άκουγε με προσοχή μα λίγο πριν τελειώσω άρχισε να τρέχει μακρυά.

Πήγα ξωπίσω της χωρίς να σκεφτώ.Δε θα την άφηνα μόνη.Έτρεχε στη παραλία και πέρασε μπροστά απο το μπαρ.Ο Μάρκους είδε τη σκηνή και πολύ γρήγορα πρόλαβε και την άρπαξε.Η Σίσσυ άρχισε να τον χτυπάει και εκείνος προσπαθούσε να τη συγκρατήσει.Βρεθήκαμε και οι τρεις γονατιστοί.Τη κρατούσε αγκαλιά και εγώ απέναντί τους.Δε σταμάταγε να κλαίει.''Γιατι...γιατί κοιμήθηκες μαζί μου αφου θες αυτή?'' μόλις έμαθε τι είχε συμβεί και έσκυψα το κεφάλι.Εκείνος με κοιτούσε ενώ της χάιδευε τα μαλλιά.Σηκώθηκα και πήγα προς το νερό έβγαλα μια κραυγή θυμού και έστρεψα το βλέμμα στον ουρανό.Μαζί μου τα είχα βάλει,δεν έπρεπε να μιλήσω,δεν έπρεπε.Γύρισα και τους είδα ακόμα αγκαλιασμένους,κατάλαβα πως η Σίσσυ θα γύρναγε τη πλάτη της σε εμένα.Σκληρό αλλά ήταν η συνέπεια που έπρεπε να υποστώ.Έτσι έφυγα.

Γύρισα πίσω νιώθωντας οτι είχα πετάξει και το τελευταίο βάρος απο πάνω μου.Δεν ήξερα που θα με έβγαζε αλλά η αλήθεια είχε υποθεί και κανείς δε θα με κατηγορούσε που την είπα.Κανείς!

μη λες ΠΟΤΕWhere stories live. Discover now