9} ΟΛΑ ΣΤΑΧΤΗ

999 137 15
                                    


  Υπάρχει μια πικρή αλήθεια στη ζωή,
οι μόνοι που πραγματικά πληγώνουμε
είναι αυτοί που αγαπάμε περισσότερο.

Χτυπάμε απερίσκεπτα
όσους μας αγαπούν περισσότερο.  


Η Αγνή σκεφτόταν και σκεφτόταν και ξανασκεφτόταν αλλά δεν μπορούσε να ανακαλύψει ποιος ήταν εκείνος που είχε βαλθεί να της κάνει άνω κάτω τη ζωή και μάλιστα τώρα που όλα έδειχναν να παίρνουν το δρόμο τους.

'' Όχι τώρα, όχι έτσι'' έλεγε και ξανάλεγε. ''Όχι τώρα που έχω μια δεύτερη ευκαιρία με εκείνον'' μονολογούσε καθισμένη στο μπαλκόνι του σπιτιού της, δαγκώνοντας τα χείλη της και αγναντεύοντας τη θάλασσα, μια θάλασσα  αγριεμένη λες και προσπαθούσε και εκείνη να βρει τις απαντήσεις που η ίδια έψαχνε. Η ώρα περνούσε και θα έπρεπε να αρχίσει να ετοιμάζεται για τα εγκαίνια αλλά δεν έλεγε να ξεκολλήσει από την καρέκλα και από τις σκέψεις που βάραιναν το μυαλό της. Ποιος είναι ο κρυφός αποστολέας. Ποιος ήθελε να την καταστρέψει; Ποιος ήθελε να την βασανίσει τόσο πολύ; Χαμένη στις σκέψεις τις αυτές δεν παρατήρησε εκείνο το ζευγάρι μάτια, γεμάτα μίσος που την παρακολουθήσαν επίμονα από την απέναντι πλευρά του δρόμου.

''Ήρθε η ώρα σου να πληρώσεις'', μονολόγησε ο άντρας που στεκόταν κρυμμένος πίσω από την μάντρα του σπιτιού που βρισκόταν ακριβώς απέναντι από το σπίτι της Αγνής. Ξαφνικά εκείνη ένιωσε ένα ρίγος, μια ψύχρα που δεν ταίριαζε στο καιρό που επικρατούσε στο νησί εκείνη την ημέρα. Ένα περίεργο άγχος την κυρίευσε. Σηκώθηκε από την θέση της και πήγε κοντά στα κάγκελα του μπαλκονιού στέφοντας το βλέμμα της προς το δρόμο. Ούτε η ίδια δεν ήξερε τι αναζητούσε αλλά της φαινόταν ότι κάτι κακό βρισκόταν εκεί έξω και δε θα αργούσε να της χτυπήσει την πόρτα.

''Αγνή σύνελθε, σταμάτα να βλέπεις κακό και φαντάσματα παντού'' είπε στον εαυτό της, δεν είναι ώρα για αρνητικές σκέψεις μονολόγησε για να το πιστέψει και η ίδια και πέρασε στο εσωτερικό του σπιτιού και στη κρεβατοκάμαρά της. Ήταν ώρα να αρχίσει να ετοιμάζεται για τα εγκαίνια. Εκείνη τη στιγμή άκουσε το κινητό της να χτυπά. Εκείνος, ο έρωτας ο δικός  της, της είχε στείλει μήνυμα.

ΔΕΝ ΒΛΕΠΩ ΤΗΝ ΏΡΑ ΝΑ ΣΕ  ΚΛΕΙΣΩ ΞΑΝΑ ΣΤΗΝ ΑΓΚΑΛΙΑ ΜΟΥ.....

Η καρδιά της φτερούγισε, ένιωθε σαν μικρό ερωτευμένο μαθητούδι. Έτσι ήταν με τον Άλκη, πάντα έτσι ήταν με εκείνον, με μια του λέξη βρίσκονταν στα ουράνια και με ένα του βλέμμα ταξίδευε σε κόσμους γκριζοπράσινους μαγικούς. 

ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΟΥ  Ο ΚΟΣΜΟΣ ΟΛΟΣWhere stories live. Discover now