Κεφαλαιο 4: Unexpected

415 31 0
                                    

Με το που χτυπούσε το κουδούνι η Ελ έφευγε για να παει να δει τον Ας που την περίμενε στο ντουλαπι της. Οποτε, ξεκινησαμε να πηγαινουμε προς τα εκεί. Είδαμε τον Ας να την περιμένει κοιτάζοντας το κινητό του. Η Ελ αρχισε να τρεχει προς το μερος του και εγώ απλα για να την προλαβω άρχισα να βαδιζω πιο γρήγορα... Αλλά πως να την φτάσω? Αυτή άνοιγε τα πόδια της και σε πέντε βήματα ηταν εκεί. Εγώ αντιθέτως χρειαζομουν 25. Η Ελ σταθηκε μπροστά από τον Ας κοιτάζοντάς τον θυμωμενα με ενα τονο ζηλιας στα ματια του.

"Ποια στο διάολο είναι αυτη πουτανα που σου στέλνει μηνυνατα?" είπε

"Δεν μιλάω με καμία τώρα απο μηνυνατα. Είσαι η μονη στην οποία θέλω να μιλαω. Όχι μονο με λέξεις αλλά και με το σωμα μου." είπε και την πήρε και την κόλλησε στα ντουλαπακια αρχίζοντας να την φιλάει.

Μπορουσα να ακούσω τα σάλια τους. Οκευυ...

"Οkay... Νομιζω πως ήρθε η ωρα να φύγω τώρα και να σας αφήσω μονούς σας. Φευγω. Συνεχίστε να απολαμβάνεται ο ένας τον άλλον. Bye" είπα αμήχανα, με ο,τι μαλακία μου κατέβαινε στο κεφαλι. Το κουδούνι είχε χτυπήσει και σήμερα ειχαμε μονο μια ωρα. Αυτό σημαίνει πως όλο και λιγότερα παιδιά έμεναν στην σχολή. Μέχρι που πλεον δεν έμεινε κανένα.

Η Ελ μου απάντησε με ενα βογγητο γιατί δεν μπορούσε να μιλήσει με κάποιον άλλον να έχει την γλώσσα του στο στόμα της... Τέλος παντων. Συνέχισα να περπατάω στους αδειους πλεον διαδρόμους της σχολής, προς το ντουλάπι μου το οποίο ήταν αρκετά μακρια απο της Ελ. Δεν ήταν καν στον ίδιο διάδρομο. Όπως προχωρούσα άκουγα πως το πράγμα με τον Ας και την Ελ εξελίσσονταν. Πολύ. Οποτε αποφάσισα να αρχίσω να τρέχω για να φτάσω πιο γρήγορα στο ντουλάπι μου. Εφτασα πήρα τα πράγματά μου και κατευθηνθηκα προς την τραπεζαρία. Ηταν αδεια. Το μάθημα είχε τελειώσει, οπότε κανεις δεν ειχε λογο να ειναι στο σχολειο. Εγω επρεπε να περιμενω την Ελ να τελειωσει για να την παω σπιτι, μιας και δεν οδηγούσε. Κάθισα σε ενα τραπεζι μονη μου και εβγαλα το τοστ μου για να φαω. Εβγαλα και ενα βιβλιο μπας και αρχίσω να λυνω καμια ασκηση αλλα που μυαλο; τα μυαλο μου ηταν η βαρκα που ταξιδευε στους γαλανους ωκεανους των ματιων του λουκ. Καθως ημουν χαμένη στην σκεψη μου νιωθω την καυτη ανασα καποιου στον ωμο μου. Επειτα καθεται διπλα μου και αρχιζει να μου χαιδευει το μπουτι.

"Michael τι στο διάολο κανείς;?" λεω καθως γύρισα το κεφάλι μου για να δω ποιος ειναι. Το πιασιμο του αρχιζε να γινεται ολο και πιο προστυχο και να χανει τελειως την αθωοτητα του. Όση αθοωτητα μπορεί να υπάρξει στο πιάσιμο ενος αρσενικού χεριού πανω σε ενα θηλυκό Μπούτι.

"Κάτι που έπρεπε να έχω αρκετό καιρό πριν" μου λεει, με πιάνει απο τη μεση, ριχνει το βιβλιο της αλγεβρας απο το τραπέζι και πετάει το τοστ που κρατούσα κάτω απο το τραπέζι

"Αυτό ηταν το γαμημενο τοστ μου Κλίφορντ. Το φαι που πρεπει να φάω για να χόρτασω. Και τι στο διαολο κανεις?" ειπα αρχιζοντας η αναπνοη μου να γινεται ολο και πιο γρηγορη.

Εβαλε το χερι του μεσα απο την μπλουζα μου και που μου ξεκομπουσε το σουτιεν με το ενα χερι αρχιζοντας να πιανει το στήθος μου και να με φιλάει. Οκευ... Και μετα μου λες πως δεν ξέρει τι κανει. Φοραω τοσα χρόνια σουτιεν και με δυσκολία μπορώ να το ξεκουμποσω με τα δυο μου χέρια μου. Ειχε εξασκηθει, φαινόταν... Εβγαλε τελειως την μπλούζα μου και την πεταξε μαζι με τον σουτιεν. Τα πιασιματα του γινόντουσαν όλο και πιο άγρια και ο τροπος που με φιλούσε δεν ηταν τόσο αθώος πλεον.

"Σταματα Michael" του είπα ανήσυχη

"Αλλά σου αρέσει" είπε ο Michael, ο οποίος δεν επιρρεαστηκε καθόλου απο την θεληση μου να σταματησει.

"Όχι Michael. Σταματα τώρα!" η φωνη μου και η αναπνοή μου δεν συμβάδιζαν αφού η αναπνοή μου ήταν προφανές πως ηταν πολύ πιο γρήγορη απο τα λόγια μου

"Δεν θα σταματήσω εαν δεν θελω εγω" είπε και συνέχισε να με φιλάει στο λαιμό

"Αλλά εγώ θελω" Ειπα, αλλα ηταν σαν να μιλουσα στον αερα.

Άρχισα να φωνάζω για βοήθεια αλλά μου είπε πως κανένας δεν πρόκειται να με ακούσει αφού όλοι έχουν φύγει. Του είπα πως ο Ας και η Ελ είναι εδώ και μου είπε πως είναι απασχαλομενοι εξερευνώντας ο ένας τον άλλον. Άρχισα να φωνάζω όλο και πιο δυνατα. Άρχισα να κλαίω και ο Μάικλ δεν σταματούσε. Τα δάκρυα κοιλουσαν χωρίς σταματημό. Ένιωθα πως αυτό ηταν το τέλος. Η ψυχή μου εγκατέλειπε σιγά σιγά το σωμα μου αφού ήξερα πως δεν θα αντεξω αυτό τον οδυνηρό πόνο. Καθώς ένιωθα να αποχαιρετω την γη, με τα δάκρυα μου να έχουν κατά βρέξει το μαυρο μπλουζάκι του Michael, ξαφνικα κάποιος ήρθε πίσω του και του εδωσε μπουνιά. Ηταν αρκετά δυνατή για τον κανει να χασει την ισορροπία του και να πέσει απο το τραπέζι.

Suddenly... (Luke Hemmings)Where stories live. Discover now