Κεφάλαιο 18- My Immortal

182 58 26
                                    

Όλα τελείωσαν, γιατί όλα είναι μέσα στο μυαλό σου, γιατί όλα αυτά που φοβάσαι είσαι εσύ. Είσαι η μανία, η κατάθλιψη, η χαρά, ο φόβος. Είσαι ο,τι είσαι, γιατί ο,τι είσαι, είναι και το είναι σου.

Οπότε εάν είσαι μωβ, η ψυχή σου είναι μωβ κι είναι η πνευματική σου εξέλιξη που αναπτύσσεται, είσαι ένα χάος, είσαι ένα μυστήριο. Αν εσύ είσαι κόκκινος, τότε το πάθος κι η αποπλάνηση παίζουν με το μυαλό σου, γινομένοι ένα με εσένα. Αν είσαι μπλε, σαν κι εμένα, τότε ταξιδεύεις συχνά και συχνά τα βράδια κλαις για να κοιμηθείς. Εγώ είμαι μπλε με λίγο μωβ στις άκρες των δαχτύλων μου, μαραμένο γαλάζιο, έντονο ηλεκτρικ, πεθαμένο σκούρο. Κάθε μέρα, μια διαφορετική απόχρωση του μπλε, άλλοτε ξεθωριασμένο κι άλλοτε, ακολουθεί τις σκέψεις και γίνεται σκούρο σαν μαύρο.

Απόψε, είμαι ζωντανή. Επέζησα από μία μάχη ακόμη. Ζωντανή από μία μάχη, όχι από τον πόλεμο. Σημαντικές απώλειες από πολύωρες -δια-μάχες. Μα, στο τέλος κάθε μέρας και νύχτας, το μόνο που μαθαίνω, είναι να αναπνέω καλύτερα, πιο σωστά. Να γεμίζω τα πνευμόνια μου με περισσότερο καθαρό αέρα.

Η αθανασία μου, καμιά φορά είναι ευλογημένη και κάποιες άλλες φορές, μοιάζει περισσότερο με μια πρωτάκουστη απεχθής κατάρα.

Μα, ξέχασα, κανείς δε με πιάνει, ο αέρας περισσεύει όσο τρέχω για να ξεφύγω από κάτι που είναι μέσα μου και απαιτεί να μείνει. Στο τέλος, δεν έχει καν σημασία μέχρι που έφτασες, αφού κάθε μέρα, ξεκινάς από το μηδέν. Κάθε μέρα, είναι μια νέα μάχη.

------------------

Ανοίγοντας την πόρτα, η συνειδητοποίηση ήρθε γρήγορα, πιο γρήγορα κι από το ανοιγοκλείσω τα μάτια μου, μέχρι οι μακριές βλεφαρίδες μου να αγγίξουν τα ζυγωματικά μου. Η Κωνσταντίνα, πράγματι, στεκόταν δεξιά από την πόρτα που μόλις έκλεισα πίσω μου, περιμένοντας υπομονετικά την αντίδρασή μου. Ήμουν σίγουρη πως γνώριζε ακριβώς τι είχε ειπωθεί μεταξύ εμού και του Ιάσονα. Δεν είχα τίποτα να την προσάψω, έτσι κι αλλιώς είχε κάθε δικαίωμα να μιλήσει, ακόμη κι αν αυτό πλήγωνε εμένα και τις υπόλοιπες σωματικά και ψυχικά. Παρόλα αυτά, δεν είχα ιδέα τι να κάνω, τι να πω όλα φαίνονταν ασήμαντα κι ηλίθια. Ο ψυχισμός μου είχε παραδώσει πνεύμα.

Άρπαξα το χέρι της και την οδήγησα στο δωμάτιο μου. Τα λόγια βγήκαν από μέσα μου όσο πιο φυσικά γινόταν. Μέσα μου ήλπιζα να μην πω κάτι λάθος, αφού καμία παρεξήγηση δε θα βοηθούσε, μα στα αλήθεια ένιωθα την εκδίκηση που ήθελα να πάρω βαθιά μέσα μου. Ανέπνευσα και, όσο εκείνη αποκρινόταν μονολεκτικά στα ερωτήματα που της έθετα, ενώ στο τέλος ζήτησε συγγνώμη, την άφησα να φύγει. Είχαμε συνεννοηθεί, να αναλάβει εκείνη το κομμάτι ενημέρωσης των υπόλοιπων κοριτσιών, ο Ιάσονας με είχε σχεδόν προειδοποιήσει να μην ανοίξω το στόμα μου, τουλάχιστον εγώ.

Πιάσε με [✔]Where stories live. Discover now