Chapter 1

3.2K 100 1
                                    

Κεφάλαιο 1ο- Το τελευταίο που χρειαζόμουν αυτή τη στιγμή ήταν ακόμα ένας ηλίθιος γκόμενος.

Βρισκόμουν σε ένα δάσος. Ήταν όμορφο. Γεμάτο ζωή. Ανθισμένα δέντρα και φυτά το κυρίευαν. Σου έδιναν την αίσθηση της ηρεμίας και της γαλήνης... Έβαλα το χέρι μου στο πρόσωπό μου προστατευτικά για να μπορέσω να διακρίνω την φυγούρα που υπήρχε στο βάθος, καθώς οι ζωηρές ακτίνες του ήλιου με εμπόδιζαν. Έκανα δύο βήματα μπροστά για να κατεφέρω να δω ποιός είναι. Απότομα τα μάτια μου γούρλωσαν.

«Nick;» φώναξα και πρωτού το συνειδητοποιήσω άρχισα να τρέχω προς το μέρος του. Αναπάντεχη χαρά και ανακούφυση με πλημμύρισε. Ήταν εκεί. Ήταν ζωντανός. Συνέχισα να προχωράω προς το μέρος του. Ήθελα σαν τρελή να τρέξω και να χωθώ στην αγκαλιά του. Να μοιρίσω το άρωμα του. Θεέ μου, μου είχε λείψει τόσο πολύ! Όμως η χαρά μου σύντομα χάθηκε και το χαμόγελο εξαφανίστηκε από το πρόσωπό μου. Όσο έτρεχα, εκείνος όλο και περισσότερο απομακρυνόταν. Δεν ξέρω πόση ώρα έτρεχα, μα ακόμα δεν είχα καταφέρει να τον προφτάσω. 

«Nick, περίμενε» ούρλιαξα. Δάκρια άρχισαν να τρέχουν από τα μάτια μου.

Γρήγορα βγήκαμε από το δάσος και βρεθήκαμε στην άκρη ενός γκρεμού. Μπορούσα να ακούσω νερό να κυλάει. Πιθανόν υπήρχε καταράκτης.

«Nick» ψιθύρισα, αυτή τη φορά λαχανιασμένη σταματώντας ένα μέτρο περίπου μακριά του.

Γύρισε και με κοίταξε για ένα λεπτό. Το πρόσωπό του ήταν παραμορφωμένο από πόνο. Ψυχικό πόνο.

«Συγχώρεσε με» είπε και γρήγορα αφέθηκε, πηδώντας από τον γκρεμό, αφήνωντας την ψυχή και το σώμα του στα χέρια της φύσης.

«Όχι!» φώναξα μα ήταν πολύ αργά. Ο αδελφός μου είχε χαθεί, για πάντα.

...

«Valerie! Valerie ξύπνα» άκουσα μια γνώριμη φωνή. Άνοιξα τα μάτια μου και αντίκρισα το ανύσηχο πρόσωπο της μητέρας μου.

«Μαμά» είπα κλέγοντας και χώθηκα στην αγκαλιά της.

«Σσσσς, ηρέμησε» με καθυσίχασε «Ήταν απλά ένα όνειρό» ψιθύρισε φιλόντας με στο μέτωπο.

«Μαμά, είδα τον... Nick»

«Το ξέρω μωρό μου. Φώναζες το όνομα του...» είπε ενώ έδιωχνε τα δάκρια από το πρόσωπό μου

«Ω μαμά» ξέσπασα «Δεν αισθάνομαι καλά. Άφησε με να μείνω σπίτι σήμερα»

«Valerie...» ξεφύσισε «Νομίζω ότι συμφωνήσαμε να κάνουμε μια νέα αρχή γλυκιά μου. Δική σου ιδέα ήταν να μετακομίσουμε».

«Το ξέρω μα-» δεν με άφησε να τελειώσω τη φράση μου.

«Σήμερα είναι η πρώτη σου μέρα στο καινούργιο σου σχολείο. Σε λίγη ώρα θα είναι εδώ η ξαδέλφη σου. Ετοιμάσου και θα σε περιμένω κάτω» και δίνοντας μου ακόμα ένα φιλί, έφυγε από το δωμάτιο.

Με λένε Valerie και αυτή είναι η ζωή μου από εδώ και πέρα. Ο αδελφός μου επέλεξε να φύγει, να με αφήσει! Πριν από τρεις μήνες περίπου αποφάσισε να βάλει τέλος στη ζωή του χωρίς καμία προειδοποίηση. Χωρίς να γνωρίζει κανείς. Δεν μάθαμε το λόγο... Το πλήγμα ήταν μεγάλο... Ζήτησα από τους γονείς μου να μετακομίσουμε. Δεν μπορούσα να μείνω σε ένα μέρος που μου θύμιζαν τα πάντα εκείνον. Έπειτα λοιπόν από πολύ σκέψη αποφασίσαμε να μετακομίσουμε στο Holmes Chapel. Βρήκαμε ένα καλό σπίτι κοντά στο σχολείο μου κι έτσι απλά πουλήσαμε να πάντα στο Seattle και φύγαμε.

Ήθελα μια μεγάλη αλλαγή στη ζωή μου και το Holmes Chapel μου έδινε τη δυνατότητα αυτή.. Έχουμε συγγενείς εδώ. Η ξαδέλφη μου, η Ashley είναι μια μικρή σανίδα σωτηρίας στο νεό μου σχολείο. Είναι περίπου μέση της χρονιάς, τέλεια!.. Η Ashley είναι στην ίδια ηλικιά με εμένα, αλλά τελείως διαφορετικός χαρακτήρας.

«Θα το λατρέψεις το σχολείο» μου είπε στο τηλέφωνο «Έχει και πολλούς παίδαρους!» φρόντισε να προσθέσει στο τέλος.

Γέλασα. Αγόρια! Το τελευταίο που χρειαζόμουν αυτή τη στιγμή ήταν ακόμα ένας ηλίθιος γκόμενος.

Το υποσυνείδητο μου ξέσπασε σε τρανταχτά γέλια. Που να γνώριζα τότε...

Tattooed (Harry Styles fanfiction)Where stories live. Discover now