Κεφάλαιο 16

1.7K 127 11
                                    


Ξημέρωσε.Ο Αλεξάντερ μπήκε γρήγορα στο γραφείο δένοντας βιάστηκα την γραβάτα του και αφήνοντας πίσω κάθε αρνητική σκέψη για την προηγούμενη νύχτα .Η Γκερλιντα είχε φύγει πολύ πρωί και όλα έδειχναν να κυλούν ήρεμα ξανά. Όσο ήρεμα μπορούσαν να είναι όντας σε τέτοιες εποχές.
<<Κύριοι, συγνώμη για την καθυστέρηση είχα μια δύσκολη νύχτα>>απολογήθηκε για την αργοπορία τού.
Ο Φριτς έβγαλε τα χαρτιά με τα ονόματα των Εβραίων. Κοίταξε τον Αλεξάντερ προσπαθώντας να καταλάβει τι είχε συμβεί χθες το βράδυ και στη συνέχεια άφησε το χαρτοφύλακα πάνω στο γραφείο μπροστά από τον νέο τους συνάδελφο.
<<Λιχνεσταιν η απόφαση μας είναι να κρατήσουμε κάποιους Εβραίους εδώ για δουλειές. Οι υπόλοιποι θα σταλούν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης>> του εξήγησε νιώθοντας ότι δεν τον άκουγε κάνεις από τους δύο.
Ο Αλεξάντερ ήπιε λίγο από τον καφέ του που τόσο είχε ανάγκη.Σήκωσε το χέρι του και φώναξε έναν στρατιώτη.
<<Πάρε τους άνδρες και τους καταλόγους με τα ονόματα.Θέλω να μαζέψετε όλους τους Εβραίους στην κεντρική πλατεία>> τον διέταξε δίνοντας του τον χαρτοφύλακα και ύστερα κοίταξε τον Λιχνεσταιν που δεν είχε αρθρώσει λέξη.
Έπειτα από λίγες μόλις ώρες οι διαταγές του έγιναν πράξη. Όλοι οι Εβραίοι βρέθηκαν ενώπιον του γερμανικού στρατού.
Ο στρατηγός μαζί με τους δυο άνδρες εμφανίστηκαν μπροστά στο πλήθος. Ο Φριτς στάθηκε δίπλα στον Αλεξάντερ, κρατούσε ένα μαύρο ραβδί με πλατιά άκρη. Σταυρώσει τα χεριά του πίσω από την πλάτη και το κουνούσε εκνευριστικά πέρα δώθε. Πλησίασε προς τους συγκεντρωμένος εβραίους και άρχισε να κάνει τις επιλογές του. Ο Λίχτενσταιν έκανε ένα βήμα μπροστά προσπαθώντας να τον ακολουθήσει αλλά δεν τα κατάφερα. Η εικόνα των συγκεντρωμένων Εβραίων του ήταν τρομερά γνώριμη. Ήθελε να πιστεύει ότι δεν θα ερχόταν ξανά αντιμέτωπος με κάτι τέτοιο. Ένιωσε τις αναμνήσεις του να τον χτυπάνε αλύπητα.

Άουσβιτς 1 χρόνο πριν.

Το τρένο από Τουλούζη μόλις είχε φτάσει στο στρατόπεδο. Οι επιβάτες,όσοι από αυτούς είχαν καταφέρει να επιβιώσουν, κατέβηκαν φανερά εξαντλημένοι από το δωδεκάωρο ταξίδι. Οι στρατιώτες των SS τους φώναζαν να χωριστούν σε άντρες και γυναικόπαιδα .Η διαδικασία ήταν η ίδια κάθε φορά ο γνωστός γιατρός έκανε μια βιαστική εκτίμηση για τις ικανότητες και την υγεία του κάθε Εβραίου.Αρρωστοι,γέροι και παιδιά κάτω τον επτά ετών στέλνονταν κατευθείαν για εξόντωση καθώς τους ήταν εντελώς άχρηστοι για εργασία. Ο Λιχνεσταιν παρακολουθούσε σιωπηλός κρατώντας αρχείο ώσπου ξαφνικά ένιωσε ένα ενοχλητικό τράβηγμα στο δεξί του χέρι.Γύρισε ξαφνιασμένος για να αντικρίσει μία μικρόσωμη γυναίκα με ένα μωρό στην αγκαλιά αλλά και ένα μικρό αγόρι στο χέρι της.
<<Σε παρακαλώ σώσε τα παιδιά μου>> τον ικέτεψε η γυναίκα με δάκρυα στα μάτια .Ο Λιχνεσταιν απομακρύνθηκε. Δεν έπρεπε να τον δουν να μιλάει σε μια κρατούμενη.
<<Δεν μπορώ να σε βοηθήσω>> της είπε σιγά <<Λυπάμαι>>.
<<Σε παρακαλώ>> του φώναξε και το μικρό αγόρι που κράταγε άρχισε να κλαίει τόσο δυνατά που τράβηξε την προσοχή του διοικητή. <<Λιχνεσταιν >>τον κοίταξε οργισμένος βλέποντας την γυναίκα να έχει πέσει στα πόδια του και να τον τραβάει με δύναμη.
<<Τελείωνε επιτέλους>> φώναξε και του πέταξε το περίστροφο που κρατούσε στα χέρια του.
Δεν μπόρεσε να εκτελέσει την διαταγή και γι' αυτό το επόμενο πρωί η ''παραίτηση''του ήταν ήδη υπογεγραμμένη.

Ο Στρατηγος (Remake) Donde viven las historias. Descúbrelo ahora