μια τόση δα ψεύτρα(Κεφ.12)

4.4K 206 8
                                    

"Τον ποιό σου;"ειπε και τον αφησε.

"Τον θειο μου, Νίκο! ελεος δηλαδή. Νομίζεις οτι επειδη εσυ εχεις τοσα κοριτσια στην διάθεσή σου, τα εχουμε κι εμεις; ποσο ανώμαλος πρέπει να εισαι για να πιστέψεις κατι τετοιο;"

Ειπα θυμίζοντας του ότι δεν ειμαι και τοσο χαζή

και καταλαβαίνω τι κάνει.

Ο Σταύρος ειχε κάτσει εξω απο το αμαξι και τον κοιτουσε ενω προσπαθουσε να κρύψει το γελιο του.

"Μπες μεσα ειπα νταη, φεύγουμε" ειπα στον Σταύρο.

"Που θα πας;"με ρωτησε ο Νίκος

"Στης Κλεοπάτρας θα παω, που αλλου;"ειπα και τον κοιταξα δολοφονικά.

"Μπορεις απλα να μείνεις"ειπε σαν να με παρακαλούσε.

Δεν μιλούσαμε απλα κοιταζομασταν.

Μετα του έγνεψα αρνητικά και μετα του ειπα και:"οχι" μεσα απο τα δόντια μου, που ουτε εγω με ακουσα.

Μπηκα μεσα στο αυτοκίνητο, μου ελεγα να μην τον κοιτάξω καθώς έφευγα. Μα ηταν τοσο γλυκουλης ετσι στεναχωρημένος. Γυρισα και τον ειδα να κοιταει τον ουρανό σαν το χαμένο.

Δεν μπορούσα να τον βλεπω ετσι.

Μετα απο λιγο ειχαμε φτάσει στην κλεοπατρας αλλα δεν ηταν εκει.

Ετσι ο θειος μου με πηγε σπιτι του για τ

ο βράδυ.

Δεν ειχα ξαναδει το σπιτι του.

Ειχε μονο μια κρεβατοκάμαρα, μια μικρη κουζινα μαζι με το μεγαλο σχετικά σαλονι και ενα μπανιο. Ηταν πολυ συμπαθητικό. Εκανε ομως κρύο εκει μέσα. Ειχε παει 12:00 και νυσταζα αρκετά. Ομως ντρεπομουν να του ζητησω να κοιμηθώ στο κρεβάτι, γιατι αυτος θα κοιμόταν στον καναπέ και δεν ηθελα, γιατι ειχε πρωινη βάρδια αυριο στο μπαρ.

Ετσι πηρα τις μπιτζαμες μου της έβαλα και απλωσα μια κουβέρτα στον καναπέ.

"Τι κάνεις;" με ρωτάει.

"Εε νυσταξα και ειπα να κοιμηθώ"

"Στον καναπε;"

"Ν-ναι,... γιατι;"

Εγώ;! Συγκατοικώ με αυτόν;*Donde viven las historias. Descúbrelo ahora