Κεφάλαιο 23

5.6K 508 10
                                    

Η Ιφιγένεια άνοιξε τα μάτια της και είδε το άγνωστο περιβάλλον γύρω της. Πέρασε λίγος χρόνος μέχρι να καταλάβει που βρισκόταν. Έκανε να σηκωθεί αλλά ένας οξύς πόνος στο κεφάλι την έκανε να πέσει αδύναμη και πάλι πίσω. Κοίταξε έξω προς  το παράθυρο και είδε το φως της μέρας πίσω από τις χοντρές κουρτίνες.

Διψούσε σαν τρελλή. Σηκώθηκε με μεγάλη προσπάθεια από το κρεβάτι και πήγε προς το άλλο δωμάτιο που είχε δει το προηγούμενο βράδυ ένα ψυγείο. Περπατώντας στα νύχια πέρασε από τον καναπέ που κοιμόταν ο Νικόλας και πήγε να βρει νερό. Έβγαλε ένα μπουκάλι και άρχισε να πίνει λαίμαργα. Όταν αισθάνθηκε την δίψα της να ικανοποιείται, ακούμπησε το σχεδόν άδειο μπουκάλι  στον πάγκο επάνω από το ψυγείο και ετοιμάστηκε  να επιστρέψει στο δωμάτιο.

"Γιατί ξύπνησες τόσο νωρίς; Πονάει το κεφάλι σου;" Η βραχνή φωνή του Νικόλα την έκανε να τιναχτεί ξαφνιασμένη.

Κοίταξε προς το μέρος του και τον είδε να την κοιτάζει.

"Συγνώμη, σε ξύπνησα..." είπε απολογητικά.

Εκείνος ανασηκώθηκε και κάθισε στον καναπέ: " Δεν μπόρεσα να κοιμηθώ ούτως ή άλλως. Ο καναπές είναι μικρός και άβολος."

Η Ιφιγένεια κοίταξε άθελά της το γυμνό του στήθος και ξεροκατάπιε. Η αλήθεια ήταν οτι δεν θα μπορούσε να βολευτεί αυτό το σώμα σε αυτόν τον καναπέ:

"Πήγαινε να κοιμηθείς μέσα στο κρεβάτι, εγώ ούτως ή άλλως ξύπνησα."  Ένας ξαφνικός οξύς πόνος στο κεφάλι την έκανε να πιάσει το κεφάλι της.

Ο Νικόλας πήγε αμέσως κοντά της : " Πιες και άλλο νερό. Θα σε βοηθήσει." Πήρε άλλο ένα μπουκάλι με νερό από το ψυγείο και πέρασε τα χέρια του γύρω από τους ώμους της για να την οδηγήσει στον καναπέ: " Δεν έπρεπε να πιεις τόσο πολύ χθες."


Αφού η Ιφιγένεια κάθισε, εκείνος άνοιξε το μπουκάλι και της το έδωσε. Εκείνη καθώς έπινε προσπαθούσε να μην κοιτάει το μισόγυμνο σώμα του. Ευτυχώς από κάτω φορούσε ένα παντελόνι φόρμας.

Μόλις έβγαλε το μπουκάλι από το στόμα της, του είπε: " Πήγαινε μέσα να κοιμηθείς. Είναι νωρίς ακόμη."

"Δεν νυστάζω και άλλωστε δεν μπορώ να σε αφήσω έτσι."

Ο Νικόλας άνοιξε τις κουρτίνες και ο πρωινός ήλιος φώτισε το δωμάτιο.  Όταν επέστρεψε κοντά της  εκείνη τον είδε να καρφώνει τα μάτια του στο σώμα της. Τότε θυμήθηκε τι φορούσε. Πανικόβλητη έβαλε τα χέρια μπροστά της και προσπάθησε να κρύψει ότι μπορούσε. Σηκώθηκε βιαστικά και έτρεξε προς το δωμάτιο και ο Νικόλας θυμήθηκε να αναπνεύσει.

ΦΗΜΕΣМесто, где живут истории. Откройте их для себя