Chapter 1

4.1K 152 2
                                    

DREW 

«Aniela τι στο καλο θες εδω ?» Την κοιταξα ξαφνιασμενος. 

Το λευκο φορεμα της ανεμιζε ενω πλεον ειχε σταθει διπλα μου και κοιταζε και αυτη την θεα απο την κορυφη . «Ηρθα να σε βοηθησω με την αποστολη σου Drew» μου απαντησε και γυρισε και με κοιταξε. 

«Η αποστολη μου εχει τελειωσει. Εβαλα ολους στο σωστο δρομο» Περασα τα χερια στις τσεπες και εκεινη χαμογελασε. 

Δεν μπορουσα να καταλαβω γιατι την εστειλαν. Ειχα λυσει ολα τα ερωτηματα και ολα τα προβληματα των τριων. Εβαλα και τον Τζεισον , την Μπεατριξ  και τον Τζαστιν στους σωστους δρομους και τους εκαναν να παρουν τις σωστες αποφασεις. Τι ειχα ξεχασει και δεν το ειχα διορθωσει? 

«Και ομως δεν εχεις τελειωσει Drew» μου απαντησε και μου γυρισε την πλατη. Την κοιταξα και μετα την ακολουθησα.

BEATRIX 

Καθομουν στην καστανοξανθη αμμο της παραλιας μαζι με τον Φεντε και συζητουσαμε. Ειχε φτασει το καλοκαιρι. Μετα απο τους μηνες ειμασταν μαζι με τον Τζεισον και ηρεμοι. Ειχαμε αποφασισει να ερθουμε διακοπες στην Καλιφορνια με τα παιδια. Θα αλλαζαμε ολοι παραστασεις. Το γραμμα που πηρε ο Τζεισον μας ειχε πεσει σαν βομβα στο κεφαλι αλλα επρεπε να το περιμενουμε. Πως στο καλο δεν το ειχα σκεφτει? Ηταν 18 χρονων , τελος της χρονιας θα τελειωνε το σχολειο. Μου ειχε ξεφυγει απο το μυαλο και εμενα , και αυτου. Οποτε απολαμβαναμε τους τελευτους μηνες μαζι . Παιρνουσαμε τις διακοπες μας χαλαρα και διασκεδαζωντας πριν μπει στο στρατο. Πριν αρχισει να εκτελει την θυτεια του. Πλεον επρεπε να συνηθησω την απουσια του αναγκαστηκα. Ηξερα καλα πως θα τον εβλεπα καθημερινα αλλα οχι τοσες φορες. Θα ζουσαμε ξεχωριστα , δεν θα μεναμε στο ιδιο σπιτι , δεν θα τον εβλεπα να ξυπναει διπλα μου. Και εκτος απο αυτο το προβλημα ειχα το προβλημα των γονιων μου. Ειχα φυγει απο το σπιτι και δεν ηξερα που θα εμενα μα αυτο το συζητουσαμε με τον Τζεισον. Θα εμενα στο δικο του σπιτι , το πως θα μπορουσα να ζησω μεσα σε ενα αδειο σπιτι χωρις την παρουσια του ενας θεος ηξερε. Τον εβλεπα  να κανει θαλλασιο σκουτερ και γελουσα. Αυτο το παιδι δεν θα παψει ποτε να ειναι ριψοκινδυνος , να μην φοβαται τιποτα και να ζει την στιγμη. Ηταν με τον Ντυλαν και εναν κοντρες στην θαλλασα. Τους ειδα να παρκαρουν στην ακρη της παραλιας και να κατεβαινουν. «Σε εσκισα παλι κωλο μαλακα» ακουσα να λεει ο Τζεισον ενω μας πλησιαζαν. «Μην χαιρεσε McCann . Δεν τελειωσε τιποτα εχει και δευτερο γυρο» Αρπαξαν τις πετσετες απο κατω και αρχισαν να σκουπιζουν το σωμα τους . «Μωρο μου» . Ξαφνικα με τραβηξε πανω και με κολλησε πανω του . Το σωμα του ηταν ακομη βρεγμενο και οι σταγονες απο το κρυο νερο της θαλλασας εσταζαν στους κοιλιακους του και απο τις ακριες των μαλλιων του. Γαμωτο μου McCann. Και πριν καλα να απαντησω εβαλε τα χερια του στο λαιμο μου και τα χειλια του πανω στα δικα μου. Μου δαγκωσε το κατω χειλος και εβαλε την γλωσσα του στο στομα μου. Χριστε μου Τζεισον. Μου κρατουσε το λαιμο με τα δυο του χερια ενω εγω εβαλα τα δικα μου στην βρεγμενη του μεση. Η επαφη των σωματων μας για ακομα μια φορα με ανατριχιασε. Αυτο που μου προκαλει με κανει να χανομαι. Ενιωσα την θερμοκρασια μου να ανεβαινει και ημουν σιγουρη πως δεν εφταιγε η ζεστη που εκαιγε την παραλια. Η γλωσσα του ειχε παγιδευσει την δικη μου και την ελεγχε. Αργα και σταθερα. Η ανασα του ηταν βαθια οπως και την δικη μου και η καρδια μου να τρελεται απο τους γρηγορους χτυπους της. Ενωσαμε τα  μετωπα και τραβηχτηκε . «Παμε να σε παω βολτα με το σκουτερ» μου ειπε ενω ανασαναμε μαζι βαθια «ΤΙ? ΟΧΙ. ΦΟΒΑΜΑΙ» του απαντησα και τραβηχτηκα απο την αγκαλια του «Δεν σε ρωτησα. Στο ανακοινωσα.» μου απαντησε με το γνωστο του επιτακτικο τροπο . Με αρπαξε απο το χερι και κατευθυνθηκαμε ξανα προς την θαλασσα . «Οχι σταματ» εβαλα αντισταση και τραβηξα το χερι μου για να το ελευθερωσω. Με κοιταξε και χαμογελασε. Τοτε με αρπαξε σαν σακο και με κρεμασε στον ωμο του. «Τζεισον ασε με κατω» κουνησα τα ποδια μου και τον χτυπουσα με τις γροθιες μου στην πλατη. «Οτι πεις» με ειρωνευτικε. Μπηκαμε στην ακρια της θαλασσας και με καθησε στο σκουτερ. «Εισαι ηλιθιος» του ειπα ενω μου φοραγε το σωσιβιο. «ΜΗΝ ΜΕ ΒΡΙΖΕΙΣ . ΣΤΟ ΓΑΜΩ ΕΙΠΑ ΧΙΛΙΕΣ ΦΟΡΕΣ» μου εσφυξε την ζωνη και αναψε την μηχανη. Γρυλισα και σταυρωσα τα χερια μου. Ανεβηκε και αυτος πανω στο σκουτερ . «Κρατησου» Και χωρις επιλογη τυλιξα τα χερια μου γυρω απο την μεση του. Πατησε γκαζι και μπηκε στην θαλασσα.  Το σκουτερ πηδουσε καθε κυμα ολο και πιο γρηγορα αφηνοντας πισω τους λευκους αφρους . Εκανε μια αποτομη στροφη και σταματησαμε στην μεση της θαλασσας . «Δες μωρο μου» . Η θαλασσα ηταν κατα γαλανη. Το χρωμα της ειχε μερικες αποχρωσεις πρασινου μεσα. Παραλια φαινοταν τοσο μικροσκοπικη απο εδω που ημασταν. Ακουγα τα πουλια οπου πετουσαν απο πανω μας. Γυρισα προς τα πανω το κεφαλι . Τα πουλια ειχαν σχηματισει μια ευθεια γραμμη και πετουσαν προς το ηλιοβασιλευμα οπου ειχε αρχισει να εμφανιζεται. Ηταν ολα τοσο μαγικα. «Μπεατριξ» μου ειπε και με ξυπνησε απο τις σκεψεις μου «Ναι?» γυρισα το κεφαλι και τον κοιταξα. «Σηκωσε το σωμα σου και δωσε μου το χερι σου» Την κοιταξα γεματο απορια . Τι στο καλο σκεφτοταν παλι? Ετσι και επεφτα στην θαλασσα θα τον σκοτωνα. Με τρομαζουν τα βαθια. «Τι θα κανεις ?» του απαντησα τρομακρατημενη «Θα ερθεις μπροστα να οδηγησουμε μαζι το σκουτερ.» Μου το πεταξε τοσο απλα λες και θα πεταγομασταν μαζι στο παρκο και θα παιζαμε μπαλα. Ωω Χριστε μου με τον τρελο που εμπλεξα. «Σηκω και περασε το ποδι σου μπροστα απο το δικο μου» συνεχισε να μου λεει «Φοβαμαι. Και αν πεσω?» Κοιταξα για λιγο το νερο. Ηταν ηρεμα αλλα παλι με τρομαζε. «Σε κραταω Μπεατριξ. Καντο» Ξεφυσηξα και μετα σηκωθηκα. Μου κρατησε το χερι και πατησα τοο ποδι μου μπροστα απο το δικο του. Γυρισα την πλατη προς την θαλασσα και περασα και το αλλο. Ο Τζεισον κουνηθηκε λιγο προς τα πισω και μετα εβαλα το ποδι μου στην αλλη πλευρα και καθησα μπροστα του. «Βλεπεις? Ηταν ευκολο» μου ειπε και με φιλησε στο μαγουλο. Για σενα βλακα οχι για μενα. Ειπα απο μεσα μου. «Ναι» απαντησα τελικα και αυτος εβαλε τα χερια του ξανα στο τιμονι. «Και τωρα ετοιμασου» Ωχ θεε μου ! αυτο ηταν απειλη η' προειδοποιηση ? Πατησε γκαζι και εκανε μια αποτομη στροφη ξανα . Μπηκαμε πιο βαθια στην θαλασσα και τοτε ειδαμε μερικες σανιδες σαν πιστες . Πατησε κι αλλο γκαζι και σηκωσε το σκουτερ , ανεβηκε σε μια απο τις σανιδες και εκτοξευτηκαμε προς τα πανω. Οκ ζω , οκ ζω. Παρε αναπνοες Μπεατριξ. Δεν επεσες , εισαι καλα. ΕΙΝΑΙ ΤΡΕΛΟΣ!! ΝΑΙ ΕΙΝΑΙ ΤΡΕΛΟΣ πρεπει να το παρω αποφαση σε καποια φαση. Εστριψε δεξια και σταματησαμε. «Εισαι καλα?» μου ειπε χαμογελωντας. «Προστοπαρων» Ανασανα βαθια για να ηρεμησω. «Ωραια» . Συνεχισαμε να τρεχουμε μεχρι που βρηκαμε μια αλλη πιστα. Πηδηξε ξανα και μετα  βρηκε αλλη πιστα μπροστα μας. Ενω ειμασταν στον αερα βρεθηκαμε πανω της . Κυλισαμε προς τα κατω και βρεθηκαμε ξανα στην θαλασσα. Η καρδια μου ειχε παει στην κουλουρι στην κυριολεξια. Σταματησε και εβλεπα τα κυματα να ηρεμουν απο τις αναταραξεις οπου ειχε κανει το σκουτερ. «Ξερεις κατι?» μου ειπε βαζοντας τα χειλια του κοντα στο αυτι μου. «Λατρευω το τροπο που φρικαρεις» μου χαμογελασε και τον κοιταξα . «Θα ελεγα τωρα αλλα..»  Η μηχανη ειχε σβησει και παραμειναμε ηρεμοι πανω στο σκουτερ και χαζευαμε την θαλασσα. Αν και ειχα φρικαρει αυτο το συναισθημα τρελας που μου προσφερει καθε φορα που κανουμε κατι ριψοκινδυνο μου αρεσει φοβερα. Με γεμιζει ενεργεια και με κανει να μην ξεχναω τι θα πει ζωντανια στην ζωη μου. «Τζεισον» του ειπα ενω με κοιταζα τον ουρανο «Ναι?» μου απαντησε και εβαλε τα χερια του στην μεση μου. «Ευχαριστω» Εβαλε το κεφαλι του στον ωμο μου και με φιλησε στο μαγουλο «Για ποιο πραγμα?» Εκλεισα τα ματια για λιγο και ενιωσα την υφη των χεριων του στο σωμα μου και μετα τα ανοιξα. «Για τα παντα» Ενιωσα το χαμογελο του να εμφανιζεται στα χειλια του και συνεχισα να κοιταω τον ουρανο. Μπορουσα να πω πως μαζι του ειχα ανακαλυψει μια αλλη ζωη. Με συναισθηματα που δεν ειχα νιωσει ποτε στην ζωη μου.

☥ When the lights are off ☥ The Come BackWhere stories live. Discover now