Chapterr 20

2.1K 113 2
                                    

BEATRIX 

Μερικες φορες οι ανθρωποι επιλεγουν την μοναξια γιατι εχουν κουραστει τοσο πολυ να πονανε και να δινουν σε ανθρωπους οπου δεν αξιζαν. Οι προσπαθειες τους ωστε να ακουστουν εχουν φτασει στα ορια τους και εκει τα παρατανε. Τους τραβαει το σκοταδι και χανονται. Μα οταν ξαφνικα εχεις παραιτηθει ακους μια φωνη και ενα αχνο φως να πεφτει πανω σε ενα χερι και να απλωνετε προς εσενα. Ενα μικρο φως μεσα στο πατο που ζεις. Αυτο ελεγε η απροσμενη ελπιδα που ειχες ξεχασει και την εχεις παγιδεψει μεσα σου. Αυτα ολα ενιωθα, ζουσα, πονουσα εγω τοσο καιρο ωσπου αυτη η δικη μου «απροσμενη ελπιδα» ηρθε με το ονομα του. Με αυτο το σκοτεινο βλεμμα, τα ατιθασα μαλλια και τα ματια που σε παγιδευαν μεσα τους. Κοιτουσα εξω απο το παραθυρο του τρενου ταξιδευωντας μεσα στις σκεψεις μου ωσπου ενιωσα κατι υγρο να χαιδευει το ωμο μου. Γυρισα το κεφαλι και ειδα τα χειλια του Τζεισον να ταξιδευουν πανω στον γυμνο μου ωμο. Του χαμογελασα και ανεβασε το κεφαλι φερνοντας τα χειλια του σε αποσταση αναπνοης με τα δικα μου. «Κοιτα μωρο μου» Απλωσε το χερι του και μου εδειξε εξω απο το τζαμι. Παντου ηταν λευκα ενω περνουσαμε απο μια τεραστια γεφυρα. Μπροστα μας εκαναν σαν γιγαντες την εμφανιση τους τα πανηψηλα βουνα οπου ηταν καλυμενα απο χιονι. Αναμειξη εντονου πρασινου μαζι με του καθαρου λευκου εκαναν μια μαγικη εικονα βγαλμενη απο καποιο πινακα. Χριστε μου και ολα τα ζουσα λες και εβλεπα καποιο ονειρο μα.. Μα χαρης αυτον που ειχα διπλα μου το ζουσα στην πραγματικοτητα. «Τζεισον» του ειπα και γυρισα και τον κοιταξα. «Ναι» μου απαντησε ενω με κοιταξε βαθια στα ματια. «Ευχαριστω» Του ψελισσα. Αν και η λεξη «ευχαριστω» ηταν πολυ μικρη για να εκφρασω οσα μου ειχε χαρισει απλοχερα για να με σηκωσει απο τον πατο. «Εγω ευχαριστω που εισαι μερος της γαμημενης καταστραμενης ζωης μου μωρο μου» Εφερε το χερι μου κοντα στα χειλια του και με φιλησε απαλα. Ανατριχιασα για ακομα μια φορα και πηρα μια βαθια ανασα. Τον κοιταξα και εγω βαθια μεσα στην μελι θαλασσα των ματιων του. Ακομα ειχε αυτο το σκοτεινο μεσα τους. Ενα σκοτεινο και βαθυ πονο που ηξερε καλα να κρυβει. Δεν πιστευω ποτε να φυγει. Ουτε η δικη μου μελαγχολια ουτε αυτου το σκοταδι που ειχε μεσα του. Ακουσα το τρενο να σφυριζει και οι ροδες να τριζουν πανω στις σιδηρογραμμες. «Φτασαμε» Μου ειπε μεσα στην ηλεκτρισμενη ατμοσφαιρα που ηδη ειχαμε. Πηρε τα πραγματα μας και μετα σηκωθηκε. Σηκωθηκα και εγω και μου πηρε το χερι. Μια μερα ακομα και μια ακομα εμπειρια μας περιμενε εκει εξω.

☥ When the lights are off ☥ The Come BackDonde viven las historias. Descúbrelo ahora