Chapter 30 ( THE AND )

4.4K 152 25
                                    

ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΧΡΟΝΙΑ

 BEATRIX 

Κατεβηκα στα γρηγορα τα σκαλια εχωντας τα βιβλια μου στο χερι. Κοιταξα γυρω μου. «Ψιτ σεξι» Ακουσα μια φωνη και γυρισα προς την κατευθυνση που ειχαν φωναξει. Αντικρυσα το αγορι των ονειρων μου να ειναι στην μηχανη του στηριγμενος και να με περιμενει. Φορουσε τα μαυρο του τζιν οπως παντα μαζι με το μαυρο του μπλουζακι ενω πανω απο αυτο φορουσε το δερματινο του σακακι. Τραβηξε μια τζουρα απο το τσιγαρο του και εσπρωξε το σωμα του προς τα μπροστα. Εσπρωξε μεταξυ τους τα δαχτυλα του και το μισο τελειωμενο τσιγαρο του εκτοξευτηκε στον αερα σιγο σβηνωντας στο πατωμα. Χριστε μου πιο σεξι πεθαινε. Δεν θα παψει ποτε να με τρελενει. Εχουν περασει τοσα χρονια απο τοτε που γνωριστηκαμε και ομως τα αισθηματα μου παραμενουν τα ιδια. Χαμογελασα και προχωρησα προς το μερος του. «Μου ελειψες» Πεταχτηκα πανω του τυλιγωντας τα ποδια μου γυρω απο την μεση του. Με εσφηξε στην μεση και με κοιταξε στα ματια. «Και μενα μωρο μου» Μου απαντησε. Χριστε μου τον εβλεπα και ακομα δεν το πιστευα πως ημασταν ακομη μαζι μετα απο τοσο καιρο. «Παμε θα μας περιμενουν» Μου απαντησε και κατεβηκα απο πανω του. Ανεβηκε στην μηχανη και εκανα και εγω το ιδιο. Ξεκινησε την μηχανη και επαιξε λιγο με το γκαζι. Εσπρωξε προς τα πανω το ποδαρακι της μηχανης και εγω εδεσα τα χερια μου γυρω απο την μεση του. Πατησε γκαζι και ξεκινησε. Κοιταξα γυρω μου. Η Νεα Υορκη εσκιζε απο ζωντανια. Ο ουρανος ροδοκοκκινησε ενω στο βαθος , πισω απο τους μεγαλους και ψηλους ουρανοξυστες αχνοφαινοταν το ηλιοβασιλευμα. Ναι, πλεον με τον Τζεισον μεναμε στην Νεα Υορκη αφου με ειχαν αποδεχτει στο Κολοουμπια χαρις την υποτροφια που κερδισα πριν μερικα χρονια. Ειχα καταφερει να περασω ολα τα μαθηματα και ειχα κερδισει το διαγωνισμο που ειχα συμμετασχει και οριστε! Ημασταν εδω κανοντας μια νεα αρχη απο τοτε που τελειωσα το σχολειο. Ειχαμε μπερδευτει μεσα στα κιτρινα ταξι που γεμιζαν τους δρομους και μετα μπηκαμε στην κεντρικη λεωφορο. Ο Τζεισον αυξησε ταχυτητα και ενιωσα τον αερα να μπερδευει τα μαλλια μου και να πεφτουν στο προσωπο μου. Εκλεισα τα ματια και ενιωσα το αορατο χαδι του αερα να μου χαιδευει το προσωπο. Προσπερασαμε με ταχυτητα μερικα αυτοκινητα και εστριψε δεξια. Αντικρυσα το σπιτι μας και παρκαρε προχειρα. Μπηκαμε στο ασανσερ και καθως εκλεισαν οι πορτες ο Τζεισον με ανασηκωσε στον αερα κανωντας μια στροφη. Με κολλησε πανω στο μεταλλικο τοιχο του ασανσερ και τυλιξα αυτοματα τα ποδια μου γυρω του. Ορμηξε αμεσως στα χειλια μου και αρχισε να με φιλαει. Εδεσα καλα τα χερια μου γυρω απο το λαιμο του ενω περασε τα χερια του μεσα απο το μπλουζακι μου. Χριστε μου μονο λιγες ωρες μακρια ο ενας απο τον αλλον και ομως ειναι ανυποφορος ο πονος. Εχουμε γινει τοσο απαραιτητοι ο ενας για τον αλλον. Κατεβηκε στο λαιμο μου και χωθηκε μεσα στα μαλλια μου. Εγυρα το κεφαλι προς τα πισω και η παλαμη του χεριου του χτυπησε με δυναμη τα κουμπια του ασανσερ. Σταματησε αποτομα ταρακουνωντας τα σωματα μας οπου ηταν κολλημενα. «Θα αργησουμε» Του ειπα ανασαινωντας βαθια καθως με φιλουσε στο λαιμο. «Δεν με γαμω νοιαζει. Μου ελειψες τοσο γαμημενα πολυ» Μου απαντησε. Η φωνη του λαχανιασμενη και βαρια καθως τα δοντια του επαιζαν με το δερμα του . Τραβουσε αργα και πιπιλουσε καθε σημειο που αγγιζε. Τα χειλια του πλεον εφτασαν στο αυτι μου και δαγκωσαν το κοκκαλο του αυτιου μου. Τα δοντια του τραβουσαν το αυτι μου ενω τα χερια του ανεβαιναν σιγα και αργα προς τα πανω. Εσπρωξε τελειως την μπλουζα μου και μου την εβγαλε πετωντας την στο πατωμα. «Μου τρελενεις το γαμημενο μυαλο μικρη» Μου ειπε ενω η ανασα του γινονταν ολο και πιο βαρια. Ενωσαμε τα μετωπα μας. «Ειμαι τοσο ερωτευμενη μαζι σου» Κρατησα το προσωπο του στα χερια μου. Με κοιτουσε βαθια στα ματια και εγω χανομουν. Καποτε μια παροιμια ειπε «Ο δρόμος δίχως τέλος, είναι ο μόνος που αξίζει να ταξιδέψεις.» Και ο δικος μας ηταν χωρις τελος και ο αιωνιος. Ακομα θυμαμαι αυτο που μου ειπε. «Αν δεν ηταν αιωνιο δεν θα σε ξεχωριζα» Ολες οι στιγμες μας, ολες οι αναμνησεις μας, τα παντα. Ηξερα καλα πως ταξιδευωντας μαζι του θα ημουν σε ενα δρομο και σε ενα ταξιδι για το αγνωστο μα δεν μετανιωνα. Ηταν η καλυτερη και η μοναδικη επιλογη μου που αξιζε. Αξιζε γιατι μεσω του αγνωστου εσπασα τα φραγματα των φοβων μου και βρηκα τον ερωτα της ζωης μου. Τα χερια μου αγγιξαν την μεση του και περασαν μεσα απο το μαυρο του μπλουζακι καθως τα δικα του χερια αρχισαν να ξεκομπωνουν το μαυρο μου παντελονι. Μου εσπρωξε τα χειλια και εκανε αγρια εισοδο στο στομα μου. Εμπλεξε την γλωσσα του με την δικη μου ενω ο αντιχειρας του εκανε κυκλους γυρω απο το οφαλο μου. Ανεσταναξα ενω μου δαγκωσε το κατω χειλος. Τα δαχτυλα μου κυλουσαν απαλα σαν πουπουλο πανω στους κοιλιακους του και το σωμα του αμεσως σκληρυνε γρυλιζωντας. Τα χερια μου αγγιξαν το τζιν του και αναστεναξε. Του ξεκουμπωσα το τζιν και αφησα να μισο πεσει χαμηλα στην μεση του. «Με σκοτωνεις πουστη μου» Γρυλισε ανεσταναζωντας. Τραβηχτηκε απο τα χειλια μου και με καρφωσε στα ματια. «Σε θελω» Του απαντησα και εσπρωξα την μπλουζα του προς τα πανω. Σηκωσε στα γρηγορα τα χερια και η μπλουζα εκτοξευτηκε στον αερα. «Δεν εχουμε πολυ χρονο» Του ψελισα ανασαινωντας βαρια. «Το ξερω» Μου απαντησε και πλεον τα χειλια του αγγιζαν ξανα τον λαιμο μου. Τα χερια του βρεθηκαν να αγγιξουν το σλιπακι μου και το σωμα μου τιναχτηκε ανατριχιαζωντας απο το αγγιγμα του. Χωρις να το πολυ σκεφτει μου το εσκισε στα δυο και μου χαιδεψε την περιοχη με τον αντιχειρα του. Τον κολλησα πανω μου μπλεκωντας τα δαχτυλα μου μεσα στα ατιθασα καστανοξανθα μαλλια του. Χριστε μου ειχα παραλυσει. Τον ειχα τοσο πολυ αναγκη. Ο ερωτας μας δεν θα τελειωνε ποτε. Ακομα και αν περασουν χιλιαδες χρονια. Ηξερα πως καθε μερα γινοταν πιο δυνατος, δεν θα ξεθωριαζε μεσα στην ρουτινα. Γιατι δεν ζουσαμε μεσα στην ρουτινα εμεις. Καθε στιγμη καναμε κατι ξεχωριστο. Μπηκε μεσα μου και τον κολλησα αμεσως πιο πολυ πανω μου.  Τα χερια του ανεβηκαν και τραβηξαν το σουτιε μου στα γρηγορα. Τα χειλια του απο το λαιμο μου βρεθηκαν στο στηθος μου. Με δαγκωσε στο χωρισμα τους και μετα τραβηξε οδυνηρα αργα την μια θυλη μου. Ανεσταναξα βαθια ενω πιεζε πιο πολυ μεσα μου. Τραβουσε και ρουφαγε την θυλη μου ενω τα δαχτυλα μου εγδερναν την καλο γυμνασμενη πλατη του. Μουγκρισε και το σωμα του τρανταχτηκε. «Γαμω την τρελα μου» ειπε ενω επιτεθηκε ξανα στον λαιμο μου. «Αυτο το γαμημενο συναισθημα που εχω για σενα δεν θα γαμω τελειωσει ποτε» Τα δοντια του εγιναν ενα με το δερμα μου και αναστεναξα βαρια. Τα κυλισε αργα προς τα κατω και μετα το δερμα μου εγινε ενα με τα χειλια του. Εγινε παιχνιδι στο στομα του ρουφωντας και πιπιλωντας . Τα χειλια του ρουφουσαν καθε δαγκωμα που αφηνε ενω ανασανα βαθια. «Τζεισον» Ψελισα μεσα στις βαθιες μου ανασες. Πιεσε δυνατα μεσα μου και ουρλιαξα. «Μωρο μου» Με κοιταξε και η φωνη του ξεψυχισμενη. Στυριξε τα χερια του στο μεταλλικο τοιχο και αρχισε να με φιλαει με λυσσα. Η γλωσσα του εγινε ενα με μενα και το παιχνιδι φωτιας – νερου αρχισε. Το φιλι του θεε μου! Γιατι ποτε δεν θα σταματησει να μου δημιουργει ανατριχιλα? Ειναι λες και με διαπερναει ηλεκτροσοκ μεσα σε ενα δευτερολεπτο. Μια εκρηξη συναισθηματων μεσα σε ενα φιλι. Την τραβουσε αργα προς τα εξω με την γλωσσα του να αφηνει ενα υγρο χαδι πανω στο κατω χειλος μου και μετα εκανε ξανα εισοδο αφηνωντας μια βαθια ανασα. Με σκοτωνε. Πιεσε πιο δυνατα οσο ποτε μεσα μου και ουρλιαξα για ακομα μια φορα. «Θα τελειωσω» Ειπα πανω στα χειλια του και μετα αφαιθηκα ελευθερη. Μεσα σε λιγα λεπτα τελειωσε και αυτος μεσα μου και το κεφαλι του επεσε στον ωμο μου. Τον αγκαλιασα ενω ανασαναμε και δυο βαρια για να επαναφερουμε κανονικα τις ανασες μας. «Αυτο γαμω παθαινεις οταν αργεις στο γαμημενο Πανεπιστημιο» Ειπε με βαρια ανασα και χαμογελασα. «Συγνωμη» Του απαντησα και με κοιταξε. «Θυμασαι που ντρεποσουν να κανουμε ερωτα εξω απο το δωματιο μας? Εγινες γαμω ξεδιαντροπη μετα απο τοσα χρονια» Ειπε και ειχε ενα πονηρο χαμογελο στο προσωπο. Θεε μου ακομα θυμαμαι. Ποσο ντρεπομουν να εκφραστω στο κρεβατι, ποσο κοκκινιζα με καθε του φραση. Χριστε μου αν δεν ηταν ο Τζεισον δεν θα ενιωθα τοσο ανετα με το σωμα μου. Να με κανει να πιστεψω στον εαυτο μου και να πιστεψω πως οντως ειμαι ομορφη. «Βοηθησες σε αυτο» Του εκλεισα το ματι. «Το ξερω» Με φιλησε πεταχτα. «Πρεπει να γυρισουμε θα μας σκοτωσει η Ελιζα» Πρεπει να ειχαμε αργησει πανω απο μια ωρα. Θα φρικαρε. «Ναι σωστα» Με ανασηκωσε και κατεβασα τα ποδια μου. Πηρα την μπλουζα μου και το σουτιε μου και τα φορεσα ενω ταυτοχρονα ο Τζεισον κουμπωνε το τζιν του. Μαζεψα τα πραγματα μου απο κατω και αυτος εβαλε την μπλουζα του ξανα. Τον κοιταξα. Χριστε μου ηταν τοσο ομορφος με τα ατσαλα μαλλια του και τον ιδρωτα να τρεχει απο το προσωπο του. Και αυτος ο ομορφος ηταν δικος μου, ΟΛΟ ΔΙΚΟΣ ΜΟΥ. Δεν με ειχε βαρεθει, δεν τον ειχα κουρασει με τις ανασφαλειες μου, δεν με παρατησε ακομα και αν ημουν βουτηγμενη στα βιβλια. Εστρωσα καλα την μπλουζα μου πανω μου και αρχισα να φτιαχνω ξανα το μακιγιαζ μου. Ειδα μεσα απο το καθρεφτη τον Τζεισον να με πλησιαζει και να με αγκαλιαζει απο πισω. «Ετοιμη?» Με ρωτησε ενω μου αφησε ενα απαλο φιλι στο λαιμο «Ναι» Τοτε πατησε το κουμπι και το ασανσερ ξανα ξεκινησε. Χριστε μου με αυτο το παιδι ειχα κανει καθε τρελα οπου δεν περιμενα να κανω ποτε. Ποιος το φανταζοταν , εγω το ντροπαλο , ανασφαλη και καταθλιπτικο κοριτσακι θα εσπαγα τα ορια μου και θα εκανα ερωτα μεσα στο ασανσερ. Εχω αλλαξει τοσο πολυ απο την πρωτη στιγμη οπου τον γνωρισα.

☥ When the lights are off ☥ The Come BackWhere stories live. Discover now