Κεφάλαιο 2

852 112 153
                                    

Η Rose θυμάται με πλήρη σαφήνεια την πρώτη φορά που συνειδητοποίησε πως έτρεφε αισθήματα για τον περιβόητο Λουκ Σκοφιλντ.

Ήταν κοντά 10 χρονών.Ηταν ένα απόγευμα όπως όλα τα άλλα και η Rose θα έβγαινε έξω να φάει το παγωτό της και να κάτσει στο παγκάκι παρακολουθώντας τα υπόλοιπα παιδιά να παίζουν.

Τότε, η μητέρα της δεν είχε μπει εσωκλειστη στην ψυχιατρική κλινική και τα πράγματα στο σπίτι ήταν ήσυχα και ωραία.Κυλουσαν ομαλά αλλά η Rose ακόμη δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί ένιωθε τόσο μόνη.Και εκτός αυτού γιατί ένιωθε και τύψεις για αυτό.Τα απογεύματα του καλοκαιριού ήθελε να τα περνάει μόνη ζωγραφίζοντας και διαβάζοντας.Της άρεσε επίσης να βλέπει παλιές, ασπρόμαυρες ταινίες με τους γονείς της ιδιαίτερα με την μητέρα της με την οποία μοιραζόταν το ίδιο πάθος για τον Κινηματογράφο.Ο πατέρας της ήταν πιο πολύ της μουσικής και των λουλουδιών.

Αλλά πολλές φορές η μαμά της, την πίεζε να βγει έξω με τα άλλα παιδιά και να παίξει μαζί τους και να κάνει φιλίες.Η Rose δεν ήθελε αλλά όταν έβλεπε το ύφος της μητέρας της οι Ερινύες της χτυπούσαν την πόρτα και δεχόταν αναγκαστικά να δεχτεί.

Μια φορά την εβδομάδα η μικρή Rose αφού ξυπνούσε από τον μεσημεριανό της υπνο ντυνοταν, χαιρετούσε την μητέρα της και έβγαινε έξω.

Κατευθυνόταν στο κοντινότερο μαγαζί με παγωτά και αγόραζε πάντα το ίδιο παγωτό° χωνάκι με γεύση καραμέλα.

Ήταν άνθρωπος της συνήθειας και όταν πολλές φορές αυτά τα παγωτά είχαν τελειώσει έπαιρνε το δεύτερο αγαπημένο της παγωτό:ένα χωνάκι με γεύση φράουλα.Ποτε τίποτα διαφορετικό.

Εκείνο το ηλιόλουστο απόγευμα Σαββάτου η Rose αισθάνθηκε πως δεν θα ήταν καλή η βόλτα της.Οταν στάθηκε στην έξοδο της πόρτας για να φορέσει τα παπούτσια της συνειδητοποίησε πως τα πάνινα υποδήματα που είχαν συνηθίσει τα πόδια της δεν ήταν εκεί και την θέση τους είχαν πάρει ένα ζευγάρι κίτρινα πέδιλα.

Μουγκρισε για μια στιγμή και ένωσε τα χείλη της σε μια ευθεία γραμμή.Ηταν σίγουρη πως η μαμά της
κρυβόταν πίσω από αυτό.

Ωστόσο, δεν μπήκε στον κόπο να την ρωτήσει τι είχαν απογινει τα παπούτσια της διότι ήξερε πως είτε θα ήταν στο πλυντήριο ή μέσα στην ντουλάπα με τα χειμερινά.Χωρίς να πει τίποτα φόρεσε αυτά, τα κακόγουστα για αυτήν, πέδιλα και βγήκε έξω έτοιμη να κάνει το χρέος της για άλλη μια φορά.

ΝηπενθήWhere stories live. Discover now