Κεφάλαιο έντεκα🍏

325 48 1
                                    

Άρχισα να περπατάω πέρα δώθε στο σαλόνι μέχρι που ο Ρίτσαρντ βγήκε από το δωμάτιο. Με κοίταξε στιγμιαία και ξανά κλείδωσε την πόρτα πριν με πλησιάσει. Είχε ένα ανήσυχο βλέμμα γεγονός που με έκανε να αναρωτηθώ τι συνέβει εκεί μέσα. Κοντοστάθηκε μπροστά μου και άρχισε να ξύνει το σβέρκο του νευρικά σημάδι που μαρτυρούσε πως κάτι τον προβλημάτιζε.

«Εμ ο πατέρας ζήτησε να σε δει» μουρμούρισε

«Ο βασιλιάς θέλει να με δεί;» Ρώτησα και ξεφύσηξε

«Ναι, δεν ξέρω για ποιο λόγο αλλά επέμενε, αν θέλεις μπορώ να του πως δεν γίνεται»

«Όχι δεν χρειάζεται, θέλω να του μιλήσω»

«Είσαι σίγουρη για αυτό;»

«Ναι»

«Καλώς» είπε και περπάτησε πίσω στην πόρτα

Την ξεκλείδωσε και την άνοιξε μέχρι τα μισά, για λίγα δευτερόλεπτα έμοιαζε να δειλιάζει. Τον πλησίασα και ακούμπησα τον ώμο του ενθαρρυντικά και αναστέναξε πριν την ανοίξει ορθάνοιχτα. Μπήκαμε μέσα και έμεινα να κοιτάζω το δωμάτιο με θαυμασμό. Ήταν τεράστιο με δυο, ψηλές, ξύλινες ντουλάπες και δυο κομοδίνα, ένα δίπλα από την κάθε πλευρά του κρεβατιού. Το κρεβάτι ήταν διπλό με τέσσερα δοκάρια στις τέσσερις γωνίες του που ενώνονταν μεταξύ τους και από τα οποία κρέμονταν οι κόκκινες, βελούδινες κουρτίνες.

Τα σκέπασματα ήταν επίσης κόκκινα αλλά μια πιο σκούρη απόχρωση ενώ στο πάτωμα υπήρχε  ένα χαλί από σκοτωμένη αρκούδα. Ανατρίχιασα λιγάκι βλέποντας τα ανοιχτά μάτια της και προσπάθησα σκληρά να μην κάνω εμετό από την ανακατωσούρα που μου προκάλεσε. Τότε μια αδύναμη φωνή διέκοψε τις σκέψεις μου.

«Ελενόρ» είπε και σήκωσα το βλέμμα μου προς το στρώμα

Εκεί ξάπλωνε ο βασιλιάς Τρέμιαν, το πρόσωπο του ήταν χλωμό και τα μαλλιά του κάτασπρα. Τα μάτια του δεν ήταν σαν του Ρίτσαρντ, ήταν μελί και θαμπά και σε αντίθεση με του γιου του είχαν κάτι το ζεστό μέσα τους. Σήκωσε το χέρι του ελαφρά και μου έκανε νόημα να πλησιάσω. Έκανα μερικά βήματα προς τα εκεί και έσκυψα από πάνω του περιμένοντας να ακούσω τι έχει να μου πει.

«Ρίτσαρντ αγόρι μου σε παρακαλώ άφησε μας μόνους» είπε ο βασιλιάς και εκείνος φάνηκε να παγώνει

«Μα πατέρα δεν υπάρχει λόγος να φύγω» διαμαρτυρήθηκε

«Σε παρακαλώ γιε μου, κάνε μου αυτή την χάρη, μην μου φέρνεις αντίρρηση»

Η Χιονάτη και οι εφτά πρίγκιπεςWhere stories live. Discover now