Προλογος

1.1K 75 10
                                    

Το χιόνι έπεφτε αργά και σιωπηλά στο έδαφος, θυμίζοντας μου την ημέρα που ο πολυαγαπημένος μου πατέρας έχασε την ζωή του. Περπατούσα ανάμεσα στους κήπους όταν άκουσα κάποιον να φωνάζει το όνομα μου. Αναστέναξα δυνατά και με μια κίνηση σήκωσα την κουκούλα της κάπας μου καθώς τίναξα τις χιονονιφάδες από τα ρούχα μου. Περπάτησα πίσω στο κάστρο και αγνοώντας τους υπόλοιπους χώρους κατευθύνθηκα αμέσως προς την αίθουσα του θρόνου.

Η μητριά μου η Άννη, βασίλισσα του Λόνγκσαϊντ, καθόταν ήσυχη στο θρόνο και βούρτσιζε τα μακριά, σκούρα, και κόκκινα μαλλιά της. Με το που με αντίκρισε, σηκώθηκε επάνω, τεντώνοντας την άκρη της χρυσής της τουαλέτας και περπάτησε προς τα εμένα. Σταμάτησε ακριβώς από μπροστά μου και ξαφνικά με άρπαξε από το μπράτσο, τραβώντας με προς το καθιστικό.

«Που ήσουν νεαρή μου κυρία; Από όσο θυμάμαι σε ενημέρωσα το πρωί για τη σημαντική συνάντηση που έχουμε απόψε» είπε αυστηρά καρφώνοντας με, με τα μεγάλα της πράσινα μάτια

«Με συγχωρείται μητέρα, απλώς θαύμαζα το περιβάλλον, είναι απλά πανέμορφο αυτή την εποχή του χρόνου»

«Ναι αλλά η πολιτική είναι πιο σημαντική από το χιόνι» με μάλωσε

«Το ξέρω. Απλά είναι που μου θυμίζει τον μπαμπά και νιώθω πιο κοντά του τότε όταν κάνω την συνηθισμένη μου βόλτα»

«Ο πατέρας σου όμως είναι νεκρός! Και εμείς είμαστε άφραγκοι. Οι άνθρωποι μας θα πεινάσουν αν δεν κάνουμε κάτι σύντομα»

«Ναι το ξέρω» είπα με έναν αναστεναγμό

Μόλις φτάσαμε στο χώρο, βρήκα την νεότερη μου αδερφή, την Αλίκη, να κάθεται στο καναπέ και να διαβάζει κάποιο βιβλίο. Τα μάτια της έλαμπαν όσο αναποδογύριζε τις σελίδες με χαρά και αφοσίωση. Ωστόσο αυτή η χαρά δεν κράτησε για πολύ, με ένα τέντωμα του χεριού της , η Άννη, άρπαξε το βιβλίο μέσα από τα χέρια της και το πέταξε στην άλλη άκρη του δωματίου.

«Αλίκη! Σου έχω πει χιλιάδες φορές να μην διαβάζεις αυτά τα ανούσια βιβλία για δράκους και ιππότες σε γυαλιστερές πανοπλίες. Δεν είναι ρεαλιστικά» είπε καθώς κάθισε στην άδεια θέση δίπλα της

«Με συγχωρείς μητέρα, δεν θα επαναληφθεί»

«Ωραία, τώρα Ελενόρ γλυκιά μου, σε παρακαλώ πάρε μια θέση ώστε να μπορέσουμε να συζητήσουμε την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε»

Κούνησα το κεφάλι μου καταφατικά και έκατσα σε μια από τις πολυθρόνες. Η Άννη σέρβιρε τον εαυτό της ένα ποτήρι κρασί να πιει και κατέβασε μια γουλιά πριν αρχίσει να μιλάει. Η έκφραση της σκλήρυνε καθώς στριφογύρισε τα δάχτυλα της γύρω από το διαμαντένιο της κολιέ.

Η Χιονάτη και οι εφτά πρίγκιπεςOù les histoires vivent. Découvrez maintenant